Τετάρτη, Μαΐου 30, 2007

ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΠΑΠΙ

Όταν βλέπω τον Τόμυ τον θυρωρό, να κάθεται νωχελικός στη καρέκλα του, καπνίζοντας με το βλέμμα ακουμπισμένο στον απέναντι δρόμο, πραγματικά τον ζηλεύω. Είναι ένας εν δυνάμει αναγνώστης του Προυστ. Δίχως καταναγκασμούς.

Δευτέρα, Μαΐου 28, 2007

ΟΙ ΚΟΛΟΣΣΟΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ



Έλλειψη νέου αναστυλωμένου Κολοσσού της Ρόδου που επίμονα προσπαθώ να ανακαλύψω, ποστάρω αντ'αυτού τους Κολοσσούς της Ορθοδοξίας(μέρα που'ναι!).

Κυριακή, Μαΐου 27, 2007

ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΠΑΠΙ

Σήμερα το πρωί στο περίπτερο ρώτησα αν μαζί με το «Βήμα» υπήρχε και το βιβλίο της προσφοράς. «Ποιο βιβλίο» με ρώτησε η περιπτερού με απορία. Κόμπιασα λίγο αλλά το ξεστόμισα μέσα, σχεδόν, από τα δόντια μου, μ’ένα ελαφρύ χαμόγελο για να χαλαρώσω λίγο την ένταση της στιγμής. «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι» ψιθύρισα. Με κοίταξε με έκπληξη, σαν να μην είχε ακούσει καλά. «Δεν έχω κοιτάξει ακόμα» απάντησε συγκαταβατικά.
Ένοιωσα τόσο άσχημα για την ερώτησή μου. Αναδιπλώθηκα, ευχαριστώ καλημέρα σας, την χαιρέτησα και έφυγα ντροπιασμένος.

Σάββατο, Μαΐου 26, 2007

ΝΥΧΤΕΡΙΝΟΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ

Εφτασε μέχρι τα πόδια μου
Δεν μ'έβρεξε
Θέλησε μονάχα να δει τι κάνω
Το χάιδεψα τρυφερά
Σηκώθηκε κι μ' έπνιξε
Ουρλιάζοντας

Πέμπτη, Μαΐου 24, 2007

ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΤΟΛΗ ΚΑΖΑΝΤΖΗ


Αυτές τις μέρες έχουμε συχνή αναφορά στο έργο του πεζογράφου Τόλη Καζαντζή. Αφιέρωμα του περιοδικού «Εντευκτήριο». Στην εβδομαδιαία στήλη «Λόγου χάριν» στην «Ελευθεροτυπία» της περασμένης Παρασκευής, ο κ. Χατζηβασιλείου αναφέρεται στο αφιέρωμα του περιοδικού, ομολογώντας ότι ο Τόλης Καζαντζής «είναι ένας από τους συγγραφείς για τους οποίους δεν μιλάμε πια πολύ συχνά». Έχουμε επίσης την αναφορά του Νίκου Δαββέτα στον συγγραφέα, όπου το όνομά του συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των συγγραφέων που του αρέσουν, απαντώντας στο ερωτηματολόγιο του Προυστ, στο ένθετο της εφημερίδας «Τα νέα» του Σαββάτου. Βέβαια ο κ. Χατζηβασιλείου προσπερνά το έργο του Καζαντζή με κρίσεις όπως «...Οι μαύρες κωμωδίες του, οι περίπλοκες και πολύχρωμες σκηνοθεσίες με τις οποίες περιβάλλει κατά κανόνα τους ήρωές του, το κοροϊδευτικό ύφος με το οποίο αντιμετωπίζει (και ξεμπροστιάζει) τις συμβάσεις της λογοτεχνικής πιάτσας και, πάνω απ' όλα, το μείγμα λογιοσύνης και λαϊκότητας το οποίο συνέχει κάθε του λέξη...», βιαστικός να κλείσει το συμβατικό κείμενο του πιεζόμενος προφανώς από το όριο των λέξεων που επιβάλεται να χρησιμοποιήσει.
Τα γράφω όλα αυτά γιατί η επαναφορά του ονόματος Τόλη Καζαντζή μου θύμισε ένα γράμμα που έγραψα πριν από αρκετά χρόνια απευθυνόμενο στον συγγραφέα, με συμβολικό χαρακτήρα αφού ο συγγραφέας είχε ήδη πεθάνει. Χρησιμοποιήσα αυτόν τον τρόπο για λόγους λογοτεχνικής σύμβασης. Το ποστάρω για τον ίδιο λόγο που το έδωσα τότε για δημοσίευση στην εφημερίδα «Ροδιακή». Νομίζω ότι και σήμερα διατηρεί την επικαιρότητά του. Το γράμμα αυτό δεν δημοσιεύτηκε ποτέ.
ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ

Στον Τόλη Καζαντζή
Αγαπητέ Τόλη,
Εδώ τα πράγματα είναι όπως τ’άφησες. Καλά έλεγες ότι οι πεθαμένοι δεν μιλάν και δεν δαγκώνουνε. Ότι ελέχθη, ελέχθη και πάει σχόλασε. Κάποια παιδόπουλα, αιθέρια αερικά της εποχής , ψιθυρίζουν τις μεγαλοστομίες τους, με μυαλουδάκι κοφτερό κι εύστοχο, πανταχού παρόντα, με τη φάτσα τους χαλκομανία, κολλημένη παντού. Λαλίστατοι, λοιπόν, ωοτοκούν το χρυσό αυγό προς χάριν μας, καλοκαθισμένοι στις πρωτοκαθεδρίες τους, οι τυχεράκηδες, βολεύουνε τη φήμη και την υστεροφημία τους, αλληλολιβανιζόμενοι κι αυτάρεσκοι. Όσο για μας, έχουμε μάτια και βλέπουμε αλλά και πετσί ν’ανατριχιάζουμε σαν ξεπουπουλιασμένα κοτόπουλα, καταβροχθίζουμε με τη σέσουλα όλες αυτές τις αηδίες. . Η πολύτιμη αυτή συνομοταξία, οι ξεμωραμένες καρακάξες των σεντερ φορ της εξουσίας, εισβάλει με το σημαντικό ύφος των επαιόντων, εκλεπτυσμένοι και εκλεκτικοί, προορισμένοι για εντυπωσιασμούς και ηχητικές τυμπανοκρουσίες, μιας αχαλίνωτης και σπουδαιοφανούς τιποτολογίας. Καρύδια τα λογάκια τους στις καρδούλες του κοσμάκη, για να σε αντιγράψω. Γιατί αυτό κάνω σ’αυτό το γράμμα, τα δικά σου λόγια χρησιμοποιώ, για να σου πω ότι τίποτα δεν άλλαξε από αυτά που έγραφες. Ανίσχυροι, τι να κάνουμε, ακουμπάμε τις ελπίδες μας σε κάθε καινούργιο κουμάσι, μέχρι να καταλάβουμε την ασημαντότητά του, και επιστρέψουμε στο σίγουρο λιμάνι, στο καταφύγιό μας, αγανακτισμένοι από το χρόνο που χάσαμε, για την διάψευση που νοιώσαμε για μια ακόμη φορά.
Είναι θαυμάσιο και άκρως τηλεοπτικό, να βλέπεις βυθισμένος στην πολυθρόνα σου, με το ουίσκυ και τους ξηρούς καρπούς δίπλα σου, τη λυσίκομη νέα με τις ηδονικές της καμπυλότητες, να προκαλεί το σαρκοβόρο βλέμμα σου, ίδιο κάρβουνο αναμμένο, να προσπαθεί να διαπεράσει τους γαργαλιστικούς πέπλους, κι άντε να μαζέψεις τους νταλκάδες που σε ζώνουν. Παίρνεις το γαργαλιστικό υγρό από δίπλα σου, και το αφήνεις ανεξέλεγκτο στον καταπιόνα σου, να σφενδονίζεται στα μέλη σου και να σε παραλύει. Βλέπεις το τεκνάριο, να εισβάλει συνάμενο-κουνάμενο, βεργολυγερή, και πρέπει σαν έμπειρος τηλεθεατής να πατικώνεις τους συναισθηματισμούς σου, πριν γίνουνε επικίνδυνες γλυκάντζες και γίνεις ρεντίκουλο των χασοπόσκυλων που παραμονεύουν.
Ή πρέπει να γίνεις σοβαρός, θυμίσου τον Σκαρίμπα, αναρωτιέμαι τώρα που σου γράφω, αν εσύ ήσουν που πέρασες μια μέρα μαζί του, ν’αλλάξεις συχνότητα, για να βρεθείς στο πλάνο ενός ανθρώπου με βαθυστόχαστο ύφος, σακουλιασμένο πρόσωπο, ελαφρά αξύριστο, για να σχηματιστεί μια σαφέστατη σκιά στο πρόσωπο και λίγο κατεβασμένο το σαγόνι του, γιατί ένα ταυτόχρονο σκύψιμο όλου του κεφαλιού θα φανέρωνε το κρανίο του, που είχε αρχίσει να φεγγρίζει επικίνδυνα, παρ’όλες τις προσπάθειες να σταματήσει τη ραγδαία τριχόπτωση, με όλα τα θαυματουργά φάρμακα που του συστήνανε οι γιατροί, και διάφοροι κομπογιαννίτες. Το φουλάρι που τόσο πολύ τον δυσκόλεψε να το σιάξει, σε κείνη τη συνέντευξη, που δεν έγινε, ή έγινε τελικά, επτά δεσίματα είχε προσπαθήσει, τώρα έχει αντικατασταθεί από τα μαύρα γυαλιά, που δίνουν αέρα καλλιτεχνικής αφροντισιάς, μοντερνισμού, όλα. Ο κεντρικός άξονας του πορτραίτου, όπως έγραψες.
Από την άλλη αποφασίζεις ότι η τηλεοπτική εικόνα σε καθιστά άβουλο, ανενεργό πολίτη, και συμμορφούμενος με τις πιο έγκυρες κοινωνιολογικές αναλύσεις , ανάβεις το ραδιόφωνο. Ψάχνεις φυσικά για εκπομπές υψηλής ποιότητας και υψηλότερου λόγου και πέφτεις πάνω σ’ένα ενοχλητικό και επίμονο παιδόπουλο, από εκείνους τους καλά πληροφορημένους αγράμματους, με την κουτσουρεμένη πονηριά, την ανυποχώρητη φωνή, που όλα του μυρίζουνε και όλα του βρωμάνε. Άδικα ο συνεντευξιαζόμενος πασχίζει να τον κάνει να το βουλώσει, δίνοντας ο φουκαράς εντυπωσιακές απαντήσεις. O αυτόκλητος εισαγγελεύς κάνει παρατηρήσεις, κοινόχρηστες υποδείξεις, με μια αυστηρότητα και υπεροψία, λες και κρέμασε μια αρμαθιά κονσερβοκούτια στον πισινό του για να χαλάνε τον κόσμο.
Αναγκάζεσαι να παραδεχτείς ότι η μοίρα σου είναι προδιαγραμμένη. Μέσα στις τακτοποιημένες ιδέες σου, απόλυτα σύμφωνες φυσικά με τις ιδέές του περιβάλλοντός σου, μια ζωή εξασφαλισμένη, ανιαρή, συμμαζεύεις το κλουβιασμένο μυαλό σου, γεμάτο από ανοησίες, τους στομφώδεις και κούφιους λόγους, και τουμπανιασμένος από τους σαλιάρηδες της δόξας, αλλάζεις σταθμό. Να βρεις, βρε αδελφέ, ένα μουσικό σταθμό, να στανιάρεις, να ξεδώσεις. Εδώ πέφτεις σε κάθε μαραζωμένο από τα δεκάξι θηλυκό, που έχει τη ζωή με τα κουτάλια, να ξέρει που τον πονά και που τον σφάζει τον κακόμοιρο τον κοσμάκη. Είναι, που λες, ακαθόριστης ηλικίας, ζωηρή κι αεικίνητη, ντυμένη ανέμελα, αφού εμείς κρεμόμαστε από τη φωνή και όχι από το γαιώδες πετσί. Άτομο με λίγα λόγια, πιο μπασμένο στα πράγματα από σένα, πιο περπατημένο που λένε.
Αλλάζεις διάθεση με έντονη την επιθυμία να ξεφύγεις από δύσοσμες και καπνογόνες φούσκες, βρε αδελφέ, να ξεφυλλίσεις μια εφημερίδα, ένα περιοδικό, τελοσπάντων. Εδώ η φιγούρα σ’όλη τη λαμπρότητα, η «επικοινωνία με το λαό» σ’όλο το μεγαλείο. Ξεχειλίζει το μυστηριακό βάθος που χαρίζει στον άνθρωπο, η συνεχής κι επίμοχθη εσωτερική ζωή του. Εδώ δεν έχεις τον σμιχτοφρύδη ξερακιανό παρουσιαστή, με τις κρεατοελιές σήμα κατατεθέν. Η φαντασία σου όμως οργιάζει. Φαντάζεσαι τον αρθρογράφο, να εξασκείται στα κεφάλια τόσων κασιδιάριδων, στρογγυλοκαθισμένο μ’όλη του την άνεση στη φαρδιά περιστρεφόμενη πολυθρόνα του, δίπλα στο παράθυρο, τυλιγμένο στο απερίγραπτο ντουμάνι καπνού από το τσιγάρο που καίει δίπλα του, γνωρίζοντας ότι ο πολυφίλητος εαυτός του είναι ο μοναδικός αναγνώστης και μόνιμος θαυμαστής του. Τι σημασία έχει, τώρα πια, εσύ ένας παρείσακτος που έχει στρώσει έτσι τη ζωή του, που είναι πολύ αργά να αλλάξεις ρότα, αν και ξέρεις πολύ τι κουράδες ξεραμένες είναι όλοι τους. Εσένα σε ξεπερνούνε οι έξωμες εσθήτες, τα ακριβά μπιζού, τα τσιτωμένα από αβάσταγα καλλυντικά πρόσωπα, τα παλιοσκουπίδια που μας περιτριγυρίζουνε και αποκτούν κάθε δικαίωμα μετά από όλα αυτά να σνομπάρουνε τους πάντες και τα πάντα. Έτσι εξηγείται η ανεξήγητη περιφρόνησή τους, γιατί ενώ όλα γίνονται προς χάρη σου, αυτοί λογαριάζονται για υπεύθυνοι. Διότι ποιος είναι υπεύθυνος παρά εκείνος που πουλάει ξεδιάντροπα πόζες, πιπιλώντας του κόσμου τις ανοησίες, αποβλέποντας στον έπαινο.
Λοιπόν από το τελευταίο μου καταφύγιο στα γράφω όλα αυτά. Κι εγώ στο λαχανιασμένο κι αγωνιώδες κυνηγητό του μίζερου επιούσιου, σ’ένα διαμέρισμα θορυβώδες, δίχως τη θέλησή μου. Ενώ έχω καταφέρει η οικογένειά μου να σέβεται την ησυχία, ένα πολύτιμο αγαθό που κανείς δεν λογαριάζει, πάνω ακριβώς από την κρεβατοκάμαρά μου ζουν, ενοχλητικά, οι καλοζωισμένοι ένοικοι, ασχημονώντας ανερυθρίαστα, δίχως να δίνουν σημασία στην αναστάτωσή μου. Άσε που με θεωρούν, το καταλαβαίνω εγώ, όταν κοιτάζω την απέραντη φάτσα τους, ματαιόδοξο και υπερόπτη, εξυπνάκια άνευ αντικρύσματος, δηλαδή. Εσύ τα έγραφες, θυμάσαι.
Έχω πάψει να είμαι ο καλόβολος και πειθήνιος ακροατής που οι άλλοι θα μου φορτώσουν την απέραντη πλήξη τους. Πάλεψα κι εγώ εναντίον όλων αυτών των απρόσκλητων, των παρείσακτων, που με το σιχαμερό και οικείο αέρα τους, εισβάλλουν στο σπίτι μου, και μου τα κάνουν μαντάρα, στέλνοντας στον αγύριστο τη δικιά μου βολή. Δίχως χοντροκοπιές ολοφάνερες, όπως θέλεις πάρτο, ίδιος πυγμάχος της ξεφτίλας, μεταχειρίστηκα ποικίλους τρόπους. Τους υποδεχόμουνα με ξινισμένα μούτρα, με χασμουρητά, κατάφερνα να τους κάνω να ξεκουμπιστούν. Αποσύρθηκα κι εγώ στα χωρικά ύδατα των βιβλίων μου, μακριά από τους ηλίθιους και σιχαμερούς ρόλους που αναγκάζομαι να υποδύομαι για να ζήσω, βρίσκοντας παρηγοριά στη δική σου παρουσία.
Χρησιμοποίησα και με το συμπάθειο δικά σου λόγια, γιατί νομίζω ότι θα χαρείς, αν και τα βλέπεις όλα από κει πάνω, ότι αυτό που άφησες δεν πήγε χαμένο. Τα βάσανά σου, οι αναζωογονητικές στιγμές, οι μπαταριές της μνήμης, που είναι και δικές μας, όλο αυτό το σμάρι των ψευδαισθήσεων, που σε ευδαιμονούσαν προσωρινά, μα και πραγματικά, μπόλιασαν αρκετές συνειδήσεις. Μην το ξεχάσεις εκεί που βρίσκεσαι.

Δευτέρα, Μαΐου 21, 2007

Η ΚΥΡΑ ΚΑΤΙΝΑ


Μπαίνει στο καφενείο
με το γιατρό της
η Κυρά-Κατίνα
μπαίνει στο καφενείο
στο Τεπελένι
με το γιατρό της
και τα κουφέτα της
μπαίνει στο φέρετρο
η Κυρά-Κατίνα
με το γιατρό της
και τις κουφέτες της
Την δείχνει
μια κουκουβάγια
γιατί η Κυρά-Κατίνα
χέζει
χέζει
γιατί δεν ήρθαν
να τήνε πάρουν
στο φέρετρό της
στο Τεπελένι
με το γιατρό της
και τις κουφέτες της
την Κυρά-Κατίνα

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ

Κυριακή, Μαΐου 20, 2007

ΣΕΞΥ ΚΑΙ ΟΠΟΙΟΣ ΑΝΤΕΞΕΙ


Τέλος τα ενδόμυχα ερωτήματα, οι αμφιβολίες και το άγχος.(Σαν διαφήμηση ακούγεται)! Το μηχάνημα που βλέπετε στην φωτογραφία δίνει απαντήσεις σ’όλα αυτά με το άγγιγμα ενός δαχτύλου.
Η αξιοπιστία του είναι διαπιστωμένη διότι δυο φορές που δοκίμασα να επιβεβαιώσω, όχι να μάθω τι είμαι, το αποτέλεσμα ήταν επιτυχές. Και τις δυο φορές έδειξε αυτό που είμαι: Σεξουλιάρης! Με ήτα και όχι με γιώτα.

Παρασκευή, Μαΐου 18, 2007

ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΗ

Επιτέλους ο Μονσινιόρε Φαμπρίτσιο δραπέτευσε!

Πέμπτη, Μαΐου 17, 2007

ΣΤΙΓΜΕΣ Ν

Ο Μπεμπίνης έκλεισε το ραντεβού. Η Ρένα με τον Πάσσαρη θα συναντιόντουσαν στο σπίτι της. Η μάνα της δούλευε και ο χώρος ήταν κατάλληλος. Ο Πάσσαρης ειδοποιημένος από εμάς ήρθε λίγο καθυστερημένος. Μετά την αρχική αμηχανία άρχισε να φιλάει τη Ρένα άγαρμπα, αδέξια. Εμείς αποσυρθήκαμε και κρυφτήκαμε στη γωνιά της αυλής βλέποντας τις νεανικές ερωτικές διαχύσεις. Είμασταν χαρούμενοι και αυτό φαινόταν στα πρόσωπά μας που έλαμπαν. Είχαμε βρεθεί μάρτυρες σε κάτι απαγορευμένο και μάλιστα οργανωμένο από εμάς. Σε ανταπόδοση η Ρένα μας άφησε να χαιδεύουμε τα μπούτια της ενώ εκείνη έβλεπε τη «Σίσυ» στον κινηματογράφο «Αιολία».












Ότι απέμεινε από τον κινηματογράφο"Αιολία"

Τρίτη, Μαΐου 15, 2007

ΕΝΑΣ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ




«Αρχίζοντας να περιγράφω τη ζωή του ήρωά μου, του Αλεξέι Φιοντόροβιτς Καραμάζοβ, νιώθω κάπως άβολα. Να τι συμβαίνει: Αν αποκαλώ τον Αλεξέι Φιοντόροβιτς ήρωά μου, το καταλαβαίνω ωστόσο και μόνος μου πως τούτος δω δεν είναιι δα κάνας μεγάλος άνθρωπος, έτσι προβλέπω μερικές αναπότρεπτες ερωτήσεις σαν κι αυτή: Τι άξιο λόγου έχει ο Αλεξέι Φιοντόροβιτς και τον διαλέξατε για ήρωά σας; Τι έξαιρετικό έχει κάνει; Σε ποιον και πως είναι γνωστός; Για ποιο λόγο εγώ ο αναγνώστης πρέπει να χάσω τον καιρό μου για να μάθω τα γεγονότα της ζωής του;» Αυτά γράφει ο Ντοστογιέφσκι στον πρόλογό του με τον τίτλο «Δυο Λόγια του Συγγραφέα» στο βιβλίο του «Αδελφοί Καραμάζοβ».
Το ερώτηματα είναι κρίσιμα και κεφαλαιώδη. Αφορούν την αγωνία του δημιουργού για την συγγραφική πράξη. Συμπυκνώνουν την αμφιβολία του συγγραφέα για την αναγκαιότητα της γραφής. Στον πρόλογό του ο Ντοστογιέβσκι προσπαθεί να βρει ορισμένους λόγους γιατί πρέπει να διαβάσουμε για τη ζωή του Αλεξέι Καραμάζοβ, και κατ’επέκταση ουσιαστικά γιατί έγραψε αυτό το βιβλίο. Κατά τη γνώμη μου ο ήρωάς μου, γράφει, είναι αξιοπρόσεχτος. Αναρωτιέται πως όμως θα το αποδείξει στον αναγνώστη. Είναι άνθρωπος αλλόκοτος, παράξενος, συνεχίζει, αποτελεί τον πυρήνα της ολότητας που κάποτε αποκοπήκαμε από αυτήν. Πως μπορούμε να γράφουμε για ασήμαντους και ακαθόριστους ήρωες; Ο Ντοστογιέφκσι δεν μπορεί να βρει λύση σε αυτά τα προβλήματα. Αποφασίζει να τα προσπεράσει. «Έχανα τα λόγια μου και τον πολύτιμο καιρό πρώτον από ευγένεια και δεύτερον από σιγουριά» γράφει. Επειδή λοιπόν είναι ευγενής σημειώνει ότι δεν είναι κανείς υποχρεωμένος να το διαβάσει και μπορεί να το παρατήσει από τη δεύτερη σελίδα. Βέβαια πιστεύει ότι υπάρχουν αναγνώστες με πολύ τακτ που θα το διαβάσουν μέχρι το τέλος για να μην λαθέψουν στην αντικειμενική τους κρίση. Ετσι μας παραδίδει το αριστούργημά του ο Ντοστογιέφσκι μέσα στην αβεβαιότητα και τα ερωτήματα που τον κατατρύχουν.
Η απάντηση στα έρωτήματα αυτά έρχεται από ένα άλλο μεγάλο συγγραφέα τον Σωλ Μπέλοου, εκατό περίπου χρόνια αργότερα και μάλιστα μέσα σε μια πρόταση με την οποία ξεκινά το βιβλίο «Χέρτσοκ». «Κι αν μου χει στρίψει,τι μ’αυτό, σκέφτηκε ο Μόοουζες Χέρστοκ
Τα διλήμματα, οι αμφιβολίες, τα ερωτήματα παύουν να υπάρχουν για τον συγγραφέα μέσα σε αυτές τις γραμμές. Ο αναγνώστης βουτάει στην ανάγνωση και δεν απογοητεύται ποτέ.
***Στην προσφορά της εφημερίδας «Το Βήμα της Κυριακής» περιλαμβάνεται και το «Χέρτσοκ» του Σωλ Μπέλοου.

Κυριακή, Μαΐου 13, 2007

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ

Διαβάζοντας τις περιπέτειες του Φαμπρίτσιο, και όχι του Φαμπρίς, ντελ Ντόνγκο, λέω: Καλά περνάς, Σπύρο. Μην έχεις παράπονο γιατί υπάρχουν και χειρότερα!

Παρασκευή, Μαΐου 11, 2007

Η ΤΡΙΧΟΠΤΩΣΗ

Αρκετά χρόνια τώρα τα μαλλιά μου πέφτουν. Έχω λοιπόν τριχόπτωση. Στην αρχή προσπάθησα να την περιορίσω. Άλλωστε ήμουν μόνο 20 χρονών και όλη η ζωή βρισκόταν μπροστά μου. Έφτασα μέχρι το δερματολογικό του νοσοκομείου Συγγρός. Εκεί είδα γραμμένα σε ξύλινους πάγκους σημειώματα όπως «Φλενόροια . Βασίλης 16/5/71», «Γιάννης, Σύφιλη 14/1/69», που με τρομοκράτησαν, άσχετα αν και δεν είχα κανένα φόβο να κολλήσω τέτοια αρρώστια γιατί δεν είχα κάνει ποτέ έρωτα με πουτάνες και οι ελάχιστες ερωτικές μου σχέσεις ήταν υπεράνω πάσης υποψίας. Αν και δεν ξέρεις καμμιά φορά. Τόσα έχουν δει τα μάτια μας. Η θεραπεία δεν είχε κανένα αποτέλεσμα άσε που τα μαλλιά που μου απόμειναν λάδωναν και έχανα κάτι από την ελάχιστη λάμψη μου. Αργότερα στον στρατό απέφευγα όταν έβρισκα ευκαιρία να φοράω το κράνος μου ή το τζόκευ υπακούοντας στην αποδεκτή άποψη «το κράνος ρίχνει τα μαλλιά». Το γεγονός αυτό μου στοίχησε πολλές τιμωρίες. Τελείωσα το στρατό διατηρώντας ένα μέρος των μαλλιών μου, αρκεί να χρησιμοποιήσω το απολύτως αληθές επιχείρημα ότι κανείς, είτε χάριν αστεισμού είτε χάριν μνησικακίας, με φώναζε καράφλα. Δεν είχε δηλαδή επαρκείς αποδείξεις. Γιατί οι φθονεροί αντίζηλοί μου, και από αυτούς είχα αρκετούς, χρησιμοποιούσαν όλα τα μέσα για να με απαξιώσουν, ώστε να βρουν το έδαφος ελεύθερο να πετύχουν τους σκοπούς τους, που συνέπιπταν με τους δικούς μου. Όπως ξέρουμε σε αυτές τις μάχες τα χτυπήματα για να είναι πετυχημένα πρέπει να είναι κάτω από τη μέση. Στην προκειμένη περίπτωση το χτύπημα είναι πολύ πάνω από τη μέση και μάλιστα στην κορυφή του σώματος. Τις τρίχες του κεφαλιού. Γιατί όπως και να το κάνουμε η έλλειψη μαλλιών μειώνει τη λάμψη του προσώπου που είναι ο καθρέφτης της προσωπικής ευτυχίας. Το πρόσωπό μας τρέφει τη ματαιοδοξία μας. Είναι το απαραίτητο στήριγμα στην φιλοδοξία μας να αρέσουμε. Η φιλαρέσκειά μας τρέφεται από την ανάγκη να μεταφέρουμε κάτι από τον εαυτό μας που το θεωρούμε μοναδικό στον άλλο, και συγκεκριμένα στο γυναικείο φύλλο.
Επικέντρωσα λοιπόν τις προσπάθειες μου για να αρέσω στην πνευματικότητά μου, τον ψυχικό μου κόσμο, όπως τον ονομάζουν, καταφύγιο κάθε κατατρεγμένου από την φύση ανθρώπου, με θετικά αποτελέσματα. Φυσικά και αυτό τώρα στράφηκε εναντίον μου, αλλά αυτό είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Λίγες, μέχρι ελάχιστες σχέσεις , αλλά μια γνωστική βάση για να αντιμετωπίσω τις προκλήσεις της ανεπάρκειας μου.
Όλα αυτά βρίσκονταν στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου, εκτός από μερικές απονεννοημένες προσπάθειες κατά την διάρκεια των τελευταίων χρόνων, να αλλάξω σαμπουάν που υπόσχονταν θαυματουργά αποτελέσματα παραθέτοντας στατιστικά στοιχεία, που είναι ως γνωστόν η εικόνα της αποτελεσματικότητας. Τώρα που αισίως πενηντάρησα έχω αποδεχθεί τον ευατό μου μετά από τόσες μάχες. Ο Γιάννης ο Σεφ, όπως τον ονομάζουμε, μου επανέφερε ακούσια τις παλιές σκέψεις για την κατακράτηση των λιγοστών μαλλιών μου. Ο Γιάννης λοιπόν έχει εντελώς διαφορετική όψη φαλάκρας από τη δική μου. Η δική μου ξεκινάει από την κορυφή του κεφαλιού, που εκτός από μερικές ηρωικά αντιστούμενες τρίχες στη φθορά του χρόνου και της μοίρας μου, προχωρά στο μπροστινό μέρος του κεφαλιού, αντιγράφοντας ανερυθρίαστα την διαδρομή της φαλάκρας του πατέρα μου.
Του Γιάννη λοιπόν το άτριχο μέρος του κεφαλιού του που λάμπει εξαίσια, δίχως ίχνος τρίχας, ξεκινά από μπροστά και σταματά λίγο πριν από ένα δάσος περήφανων ξανθόγκριζων τριχών που στεφανώνουν μεγαλόπρεπα την κορυφή του κεφαλιού του.
Αυτό τον βοηθά να αφήνει το αξιόμαχο αυτό το μέρος του κεφαλιού του ακούρευτο και με το μάκρος των τριχών του, με τη βοήθεια ζελέ, προσπαθεί αδέξια και ανεπιτυχώς, κατά τη γνώμη μου, να υπερασπίσει το γυμνό μέρος του κεφαλιού του. Έχω την εντύπωση ότι η τριχόπτωση και στον Γιάννη εξακουλουθεί να διαρκεί, γιατί πως εξηγείται ότι δεν φοράει το κράνος του όταν οδηγεί την μηχανή του όταν έρχεται το πρωί στη δουλειά και το κρύο στο πρόσωπο είναι διαπεραστικό. Στηριζόμενος σε αυτό προσπαθώ σε συζητήσεις που έχω μαζί του, στην προσπάθεια μου, επειδή τον εμπιστεύομαι, τον θεωρώ δηλαδή αφελή, να εκμαιεύσω τι τρόπους χρησιμοποιεί για να διατηρήσει τα έστω λιγοστά μαλλιά του, αποφεύγοντας σαν το διάβολο το λιβάνι τις προτάσεις του. Έμαθα λοιπόν ότι χρησιμοποιεί ένα είδος θεραπευτικού σαπουνιού. Η αποκάλυψη αυτή επανέφερε στη σκέψη μου τις δραστικές προσπάθειες , όπως τις θεωρούσα αφελώς, που έκανα να σταματήσω την τριχόπτωση, απομακρύνοντας βέβαια από τον προγραμματισμό μου κάθε πρόταση που θα μου έθετε, με κυρίαρχο απαγορευτικό γεγονός τη λέξη σαπούνι.
Διαβάζοντας στο έγκυρο περιοδικό «ΒΗΜΑGASINO” ότι υπάρχει μια ουσία που με την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή σταματά την τριχόπτωση και ακόμα δημιουργεί νέες τρίχες, έσπευσα στο διαδίκτυο για περισσότερες πληροφορίες. Οι παρενέργειες του θαυματουργού χαπιού με την ουσία "φιναστερίδη" που αφορούν την στυτική λειτουργία με απομάκρυναν από αυτή τη λύση. Τι δηλαδή, να έχουμε μαλλί πουντραρισμένο όπως γινόταν παλαιότερα και να μην μου σηκώνεται; Προς τι οι προσπάθειες;
Τη λύση μου την έδωσε ο φιλεύσπλαχνος , γενναιόδωρος, δερματολόγος που επισκέφτηκα απελπισμένος. Η προσπάθεια να κάνω τον Γιάννη τον Σεφ να τρέχουν τα σάλια του βλέποντας το απαστράπτοντα μαλλιά μου μετά από έξη μήνες ή τουλάχιστον ένα χρόνο βρισκόταν σε αδιέξοδο. Ευτυχώς ο γιατρός κατάλαβε τη δυσχερή θέση που βρισκόμουν και μελετώντας με ένα μεγενθυτικό φακό τον τριχωτό της κεφαλής μου απεφάνθη ότι η σωτηρία μου βρισκόταν στη μεγαλοπρεπή λέξη “REGAINΕ”. Το περίφημο αυτό φάρμακο σε μορφή σπρέι, δίχως παρενέργειες , υποσχόταν ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Ο θρίαμβος μου δεν θα ήταν ολοκληρωτικός , σαρωτικός όπως ονειρευόμουν αλλά δεν θα έπαυε να είναι μια νίκη στην αλαζονεία , την επάρκεια των αυτεξούσιων όπως νόμιζε ο τελματωμένος Σεφ. Τι είναι η ματαιοδοξία μπροστά στην έπαρση;
Τα αποτελέσματα ήταν ικανοποιητικά μετά από τέσσερεις μήνες θεραπεία, αλλά όχι ορατά. Στους πέντε μήνες άρχισε το κεφάλι μου στην κορυφή , εκεί δηλαδή που επικεντρωνόταν η θεραπεία να έχει φαγούρα. Σταμάτησα τη θεραπεία απογοητευμένος. Είχα για μια ακόμη φορά νικηθεί. Τώρα πια δεν έχω καμμιά πιθανότητα όταν κάνω sex η γκόμενα να μου τραβάει τα μαλλιά όπως ισχυρίζεται ότι συμβαίνει στον Γιάννη τον Σεφ. Γιατί άλλη χάρη έχει να σου τραβάει τα πίσω μαλλιά η γκόμενα όταν κάνεις sex και άλλο τα μαλλιά που πέφτουν εκστασιασμένα , όπως όλο το κορμί σου συμμετέχοντας στην έξαψη, στο μέτωπο. Γιαυτό στην κατηγορία που έχω υποβιβαστεί το μοναδικό ερώτημα που μου απέμεινε είναι: Pregaine ή Κορρές;

Πέμπτη, Μαΐου 10, 2007

ΚΟΛΟΣΣΟΣ ΜΕΡΟΣ Β'


Υπάρχει κάποια σύγχυση! Βρέθηκε κι άλλος Κολοσσός! Αυτή τη φορά στο Αφάντου Ρόδου.

Η φωτογραφία για επιβεβαίωση της αλήθειας.

Τετάρτη, Μαΐου 09, 2007

ΣΤΙΓΜΕΣ Μ

Το καλοκαίρι συνήθιζα να επισκέπτομαι καθημερινά τη νονά μου. Έμενε κοντά στο σπίτι μας σέ ένα σπίτι με αυλή, κληματαριά και πολλά λουλούδια. Κάθε φορά που πήγαινα μου έδινε λεφτά για παγωτό. Μια μέρα το ξέχασε; Δεν είχε λεφτά; Δεν μου έδωσε. Έκανα δεκαοχτώ χρόνια να την ξαναδώ.

Κυριακή, Μαΐου 06, 2007

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

Εμπνεόμενος από την "διαμάχη" για την αυθεντικότητα των στίχων του ποιητή κ.Κοζία στη στήλη της κ. Κέζα "Βιβλιογραφίες", θυμήθηκα ένα παλιό μου ποιήμα που κράτησα φυλαγμένο στο συρτάρι μου μαζί με αρκετά άλλα, απουσία εκδότη που θα δεχόταν να το δημοσιεύσει.
Αντιγράφω
Μέσα σε αυγά παραμονεύουν οι φονιάδες
Όταν τα σπάσεις
Πετιέται το μάτι τους
Και πλημμυρίζει το δωμάτιο

Πέμπτη, Μαΐου 03, 2007

Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ

-Τιμώρησέ με για τον φριχτό εγωισμό μου, μου έλεγε καθώς με έσφιγγε δυνατά στην αγκαλιά της. Είσαι ο αφέντης κι είμαι η σκλάβα σου, πρέπει να σου ζητήσω γονατιστή συγγνώμη που θέλησα να επαναστατήσω. Άφηνε την αγκαλιά μου για να ριχτεί στα πόδια μου. Ναι είσαι ο αφέντης μου, μου έλεγε ξανά, μεθυσμένη από ευτυχία και έρωτα. Ας με εξουσιάζεις πάντα, κι ας τιμωρείς τη σκλάβα σου αν κάνει να επαναστατήσει.


Ύστερα έφυγε από την αγκαλιά μου, άναψε ένα κερί, και πήγε να κόψει σύρριζα τα μαλλιά της από τη μια πλευρά.


-Θέλω να θυμάμαι, μου είπε, ότι είμαι σκλάβα σου: αν ποτέ με κυριέψει ο απαίσιος εγωισμός μου, δείξε μου αυτά τα μαλλιά και πες μου: δεν με νοιάζει αν με αγαπάς, ούτε τι νοιώθεις αυτή τη στιγμή μέσα σου, ορκίστηκες να με υπακούς και πρέπει να να τιμήσεις τον όρκο σου.

- Ελένη ονειρεύεσαι, της είπα, και προσπάθησα να την αγγίξω. Το πρωί όταν ξύπνησα δίπλα στο κομοδίνο είδα τη φωτογραφία της . Για του λόγου το αληθές δημοσιεύω τη φωτογραφία την ώρα της εξομολόγησης.

ΚΙ ΟΜΩΣ ΥΠΑΡΧΕΙ

Η αναστύλωση του Κολοσσού της Ρόδου είναι γεγονός!
***Για τους ενδιαφερόμενους βρίσκεται στο Φαληράκι Ρόδου.

Τρίτη, Μαΐου 01, 2007

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΟΥΖΙΛ

Έγραφα στην προηγούμενη σημείωσή μου ότι ο Μούζιλ είναι ένα συγγραφέας δύσκολος, χωρίς εισαγωγικά. Ίσως αυτή να ήταν μια αυθαίρετη γνώμη για αυτό συμβουλεύτηκα την εισαγωγή του Αλέξανδρου Ίσαρη στο έργο '"Ο νεαρός Τέρλες" έκδοσεις Ύψιλον 1984. Ακόμη αναρωτιέμαι γιατί οι κατεξοχήν μεταφραστές του Μούζιλ δεν καταπιάστηκαν μ'αυτό το έργο. Αντιγράφω:























Η άποψη ενός έγκυρου μελετητή και μεταφραστή του Μούζιλ επικυρώνει την άποψή μου η οποία αφού προέρχεται από έναν ερασιτέχνη είναι επισφαλής και θα χρειαζόταν πολλή δουλειά για να τεκμηριωθεί. Την ίδια άποψη έχει και ο έτερος των βασικών μεταφραστών του Μούζιλ, ο Γιώργος Κεντρωτής http://alonakitispoiisis.blogspot.com/