Πέμπτη, Ιανουαρίου 31, 2008

ΚΑΛΑ ΠΛΑΚΑ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙΣ;

Τι 'ναι άραγε μετά την παρουσία μου
Το κυριώτερο τι δεν είναι
Η προέκταση του Λυκαβηττού
Ή το αφρώδες μισό της Ανατολής
Εσένα ρωτώ
Που ξέρεις από ξηλώματα θαλασσών
Ότι ο πρωινός κωπηλάτης ήταν κάτι πρόωρο
Εσένα που μέτρησες τις αποστάσεις φωτός από φως
Που είπες την καλημέρα σου
Πάνοπλος στην Αικατερίνη των Μεδίκκων
Η μόνη απόκριση ήταν
Ορίστε λοιπόν
Η Αυγουστιάτικη πλευρά του μύθου

Άντε τώρα να τους πεις
Για αδιάβλητα ακροατήρια και τα τέτοια

Δευτέρα, Ιανουαρίου 28, 2008

ΣΤΙΓΜΕΣ

Πηγαίναμε με το πούλμαν στην Πάτρα. Έπαιζε ο «Εθνικός Αστέρας» με την ομώνυμη ποδοσφαιρική ομάδα. Στην διαδρομή ο κυρ Γιάννης μας αφηγήθηκε μια ιστορία για τον Κολοκοτρώνη. Φαίνεται εμπνεύστηκε από τον τόπο που επισκεπτόμασταν. Παρακολουθούσαμε μαγεμένοι, ούτε καταλάβαμε πως πέρασαν τρεις ώρες. Κερδίσαμε 1-0 και η χαρά μου ήταν διπλή.

Σάββατο, Ιανουαρίου 26, 2008

ΥΠΟΚΛΙΝΟΜΑΣΤΕ ΣΤΗΝ ΕΞΟΧΟΤΗΤΑ ΣΑΣ!

By defeating Ana Ivanovic 7-5, 6-3 to win the Australian Open, Maria Sharapova captured her third Grand Slam singles title

Πέμπτη, Ιανουαρίου 24, 2008

ΣΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Βρέθηκα σήμερα πρωί στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Αιγαίου για να δανειστώ κάποια βιβλία. Ήταν η πρώτη φορά που επισκεπτόμουν την βιβλιοθήκη και οι υπάλληλοι, όπως ήταν φυσικό, με κοίταξαν με δυσπιστία και ερευνητικό βλέμμα. Φαινόντουσαν απρόθυμοι, δύσκολα απαντούσαν στις ερωτήσεις μου. Ίσως έφταιγε το μπουφάν που φορούσα, τα μαλλιά μου που ήταν πατικωμένα από το βάρος του κράνους , τα γυαλιά μου που παρόλο ότι ήταν μοδάτα δεν τους γέμιζαν το μάτι, ίσως, το πιο λογικό, να βαριόντουσαν. Προσπάθησα να είμαι ευγενικός, αυτό είναι χάρισμα από γεννησιμιού μου, πόσες φορές προσπάθησα να απαλλαγώ από το βάρος του και δεν τα κατάφερα, άρα άνθρωπος με μόρφωση, για να με αποδεχθούν, αφού ο χώρος, υπέθεσα, προσφέρεται για τέτοιες μανούβρες. Επιστράτευσα τις πιο δύσκολες, άρα προφανείς ερωτήσεις για να εντυπωσιάσω. «Έχετε την «Ίστορία» του Αργυρίου;”, ρώτησα, και το μάτι μου εστίαζε στις εκφράσεις του προσώπου τους. Η μια υπάλληλος εκείνη την ώρα έκοβε ένα κομμάτι από το ψωμί που είχε μπροστά της στον μπάγκο, και δεν έδωσε σημασία. Η άλλη, γιατί ήταν δυο, με ρώτησε αν έχω την αστυνομική ταυτότητα μαζί μου, αποφεύγοντας να απαντήσει στο θεμελιώδες ερώτημά μου. Προσπέρασα την αδιαφορία της απαντώντας, φυσικά ναι, επανερχόμενος στην προσπάθεια να κεντρίσω τον ενδιαφέρον της, ώστε να λάβω απαντήσεις γι’αυτό που πραγματικά χρειαζόμουν. «Wittgenstein”, ψιθύρισα σίγουρος ότι είχα περάσει στην αντεπίθεση. «Πηγαίνετε κύριε στον υπολογιστή και ψάξτε ότι ζητάτε», απάντησε δίχως ίχνος εντυπωσιασμού. Ήμουν αποφασισμένος να πάρω αυτό που ήθελα και δεν θα υποχωρούσα με τίποτα. Τι δηλαδή, άδικα τόσα χιλιόμετρα που έκανα για να φτάσω εδώ από το χωριό μου; Βρίσκοντας τα βιβλία που χρειαζόμουν, σημείωσα τον κωδικό τους σ’ένα φύλλο χαρτιού, το κράτησα ακουμπώντας επιδεικτικα τα χέρια μου στον πάγκο, σχεδόν κοντά στο πρόσωπό τους, γιατί ο πάγκος που μας χώριζε δεν ήταν και τόσο δα μεγάλος, και περίμενα να σηκώσουν το βλέμμα, και οι δυο τους ή τουλάχιστον η μια από τις δύο, μεταξύ μας αυτή που συνέχιζε να τρώει δεν θα μου έδινε σημασία, αυτό έπρεπε να το αποδεχθώ, σιγά τα ωά δηλαδή, από κάτι χαρτιά που διόρθωναν ή δεν ξέρω τι άλλο έκαναν με δαύτα, για να το πάρουν. «Με τον κωδικό αυτό ψάξτε στα ράφια», δήλωσε αποφασιστικά , η λιτοδίαιτη, την στιγμή που μια μπουκιά ψωμί εξαφανιζόταν αστραπιαία στην σπηλιά του στόματος της άλλης υπαλλήλου.
Φεύγοντας, με τα βιβλία, επιτέλους, στα χέρια, τους απεύθυνα το τελευταίο επιχείρημα μου, την επίσημη ιδιότητά μου, μήπως τους εντυπωσιάσω, για να με καλοδεχθούν την επόμενη φορά που θα τους επισκεπτόμουν.
«Είμαι συναλωνιστής, ξέρετε», είπα κρατώντας σφιχτά τα βιβλία στα χέρια μου.

Τρίτη, Ιανουαρίου 22, 2008

Δευτέρα, Ιανουαρίου 21, 2008

Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ




ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΑΣ
Ταυτότητα, διαβατήριο, voucher, εισιτήρια αεροπορικά, ευρώ, πορτοφόλι,
Visa και Master card, business cards, ατζέντα ηλεκτρονική, σετ- 3 στυλό(roller ball), ντοσιέ με τα απαραίτητα, άδεια οδηγήσης, γυαλιά ηλίου, ρολόι, κομπολόι, κλειδαριά μικρή(κωδ. 256), κλειδιά σπιτιού, βιβλία (2), οπωσδήποτε ο «Παπαγάλος του Φλωμπέρ», χάρτες, συνδετήρες, συραπτικό, δημοσιογραφικό κασετοφωνάκι, CD(Nick Cave).

NOTE BOOK
Μπαταρία, ποντίκι έξτρα, CD εγγραφής, καλώδιο ρεύματος

ΤΣΑΝΑΚΙ ΜΕ ΦΑΡΜΑΚΑ
Κρέμα NIVEA, Counterpain, Canesten, Zorivax, Zirtex για αλλεργία, Vicks για μύτη, Revitalose μαγνησίου, Lanes βιταμίνες, Postan, τσιρότα, χάπια για το στομάχι, Amoxil αντιβιοτικό, σετ ραπτικής.

ΤΣΑΝΤΑΚΙ ΚΑΛΛΥΝΤΙΚΩΝ
Κολόνια, αποσμητικό μασχάλης, οδοντόπαστα, οδοντόβουρτσα, ζελέ, mouth wash υγρό, μπατονέτες για αυτιά, οδοντογλυφίδες, σαμπουάν, αφρόλουτρο, ξυριστική μηχανή, ξυραφάκια(2), σφουγγαράκι σώματος, liposan για τα χείλη(βατόμουρο)

ΔΙΑΦΟΡΑ
Πιστολάκι, σίδερο, βερνίκι παπουτσιών(μαύρο-καφέ).

ΡΟΥΧΙΣΜΟΣ
Κάλτσες, σλιπάκια, μπλούζες εσώρουχο με μανίκι(3), μπλούζες εσώρουχο άσπρες κανοτιέρα(3)
Παπούτσια μαύρα, παπούτσια καφέ, μποτάκια καφέ, παπούτσια αθλητικά, ζώνη καφέ, ζώνη μαύρη.
Παντελόνι καφέ, παντελόνι γκρί, παντελόνι μαύρο τζην, παντελόνι μπλου τζην, παντόφλες.
Πουκάμισο μπλε, πουκάμισο γκρι, πουκάμισο άσπρο, πουλόβερ με V.
Σορτσάκι μπλε, μπλούζα μπλε, μπλούζα μαύρη.
Σακάκι γκρι, μπουφάν δερμάτινο μαύρο.
Πλαστικές τσάντες (για άπλυτα ρούχα).

ΡΟΥΧΙΣΜΟΣ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟΥ
Παντελόνι τζην, πουκάμισο, γραβάτα, σακάκι γκρι, καρφίτσα γραβάτας, παπούτσια μποτάκι, ζώνη, κάλτσες.

ΤΣΑΝΤΑΚΙ ΒΙΝΤΕΟΚΑΜΕΡΑΣ
Βιντεοκάμερα, μπαταρία, φορτιστής μπαταρίας, κασέτες , καλώδια σύνδεσης.

DISCMAN
Discman Philips, μπαταρίες, ακουστικά.

ΨΗΦΙΑΚΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ
Ψηφιακή φωτογραφική, memory stick 128 και 16, memory stick 64 και 8(εταιρείας), καλώδιο ρεύματος και σύνδεσης, δεύτερη μπαταρία(από Γιώργο), memory stick adaptor.

ΚΙΝΗΤΑ ΤΗΛΕΦΩΝΑ
Κινητό τηλέφωνο Nokia, φορτιστής τηλεφώνου Nokia.

Οδηγίες Vodafone εξωτερικού, adaptor ρεύματος.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 18, 2008

ΣΤΟ ΧΡΗΣΤΟ ΤΟΝ CHEF ΠΟΥ ΑΚΟΜΑ ΕΠΙΜΕΝΕΙ

Μέχρι τότε, η μεγάλη μάχη που έδωσε μ’όλες τις δυνάμεις και που έχασε άδοξα, ήταν η μάχη με την φαλάκρα. Από τότε που είδε τις πρώτες τρίχες που έμεναν στη χτένα κατάλαβε πως ήταν καταδικασμένος σε μια κόλαση που τα μαρτύριά της είναι αφάνταστα για όσους δεν τη γνώριζαν. Αντιστάθηκε πολλά χρόνια. Δεν υπήρξαν ματζούνια και καταπλάσματα που να μη τα δοκιμάσει, ούτε θεωρίες που να μην πιστέψει, ούτε θυσία που να μην αντέξει για να υπερασπίσει από την αδηφάγα λεηλασία κάθε εκατοστό της κεφαλής του. Έμαθε απ’έξω τις οδηγίες του Αλμανάκ Μπρίστολ για τη γεωργία, γιατί είχε ακούσει να λέει κάποιος πως η ανάπτυξη των μαλλιών έχει άμεση σχέση με τον κύκλο της σοδειάς. Εγκατέλειψε τον κουρέα που είχε μια ολόκληρη ζωή κι ο οποίος ήταν ένας φαλακρός γουλί και τον άλλαξε μ’έναν νεοφερμένο ξένο που έκοβε τα μαλλιά μόνο όταν το φεγγάρι βρισκόταν στο πρώτο τέταρτο. Ο καινούργιος κουρέας είχε αρχίσει να δείχνει πως στην πραγματικότητα είχε καλό χέρι, όταν ανακαλύφθηκε πως επρόκειτο για κάποιον που βίαζε δόκιμες μοναχές και καταζητιόταν από διάφορες αστυνομίες στις Αντίλλες, τον πήραν δεμένο με αλυσίδες.
Ο Φλορεντίνο Αρίσα έκοβε, μέχρι τότε, κάθε αγγελία για φαλακρούς που συναντούσε στις εφημερίδες όλης της Καραβαικής ακτής κι όπου δημοσίευαν δυο φωτογραφίες του ίδιου άντρα, πρώτα άτριχου σαν πεπόνι κι ύστερα πιο τριχωτού κι από λιοντάρι: πριν και μετά τη χρησιμοποίηση του αλάνθαστου φάρμακου. Μετά από έξι χρόνια είχε δοκιμάσει εκατόν εβδομήντα δύο, εκτός από τις άλλες συμπληρωματικές μεθόδους που βρίσκονταν γραμμένες στις ετικέτες των βάζων και το μόνο που κατάφερε με κάποιαν απ’αυτές ήταν ένα έκζεμα του κρανίου που βρόμαγε και δημιουργούσε φαγούρα κι ονομαζόταν τριχοφυία βόρειον σέλας, από τους άγιους πατέρες στη Μαρτινίκα, γιατί ακτινοβολούσε σε μια φωσφορίζουσα λάμψη μες στο σκοτάδι. Τελικά κατέφυγε σ’όσα βότανα πουλούσαν οι ιθαγενείς στη λαική αγορά κι όσα ειδικά μαγικά κι ανατολίτικα κατατόπια πουλούσαν στην Πύλη των Γραφιάδων, μα όταν πλέον ανακάλυψε την απάτη είχε πια κάνει ένα κόψιμο σαν άγιος. Στο χρόνο μηδέν, ενώ ο εμφύλιος πόλεμος των Χιλίων Ημερών ματοκυλούσε τη χώρα, πέρασε απ’ την πόλη ένας Ιταλός που έφτιαχνε επί παραγγελία περούκες από φυσικά μαλλιά. Στοίχιζαν μια περιουσία κι ο κατασκευαστής δεν έδινε καμμιά εγγύηση μετά από τους πρώτους τρεις μήνες χρήσης, αλλά ήταν λίγοι οι αξιόπιστοι φαλακροί που δεν μπήκαν στον πειρασμό. Ο Φλορεντίνο Αρίσα ήταν ένας από τους πρώτους. Δοκίμασε μια περούκα τόσο όμοια με τα πρώτα του μαλλιά, που κι αυτός ο ίδιος φοβόταν πως θα σηκώνονταν όρθια με τις αλλαγές του καιρού, αλλά δεν μπόρεσε να χωνέψει την ιδέα να κουβαλάει στο κεφάλι του τα μαλλιά ενός πεθαμένου. Η μόνη του παρηγοριά ήταν πως η αδηφαγία της φαλάκρας δεν τον άφησε να γνωρίσει τα γκρίζα του μαλλιά. Μια μέρα, ένας από τους χαρούμενους μεθύστακες του λιμανιού όταν τον είδε να βγαίνει από το γραφείο, του έβγαλε το καπέλο, μέσα στις κοροιδίες των αχθοφόρων και του έδωσε ένα ηχηρό φιλί στην κορυφή.
«Θεία φαλάκρα», του φώναξε.
Εκείνη τη νύχτα, στα σαρανταοχτώ του χρόνια, έβαλε να του κόψουν τα λίγα χνούδια που του έμεναν στους κροτάφους και στο σβέρκο και πήρε απόφαση το πεπρωμένο του τελείως φαλακρού. Σε τέτοιο σημείο μάλιστα που κάθε πρωί, πριν από το μπάνιο, σκέπαζε με αφρό όχι μόνο το πηγούνι, αλλά και τα σημεία του κρανίου όπου άρχιζαν να φυτρώνουν τρίχες και το έκανε όλο σαν μπουτάκι νεογέννητου με το ξυράφι του κουρέα. Μέχρι τότε δεν έβγαζε το καπέλο ούτε και μέσα στο γραφείο, γιατί η φαλάκρα του έδινε μια αίσθηση γύμνιας που του φαινόταν άπρεπη. Αλλά, όταν τη συνήθισε για τα καλά, της απέδωσε αρρενωπά προσόντα, για τα οποία είχε ακούσει να μιλούν και που εκείνος υποτιμούσε σαν απλές φαντασιώσεις των φαλακρών. Αργότερα, κατάφυγε σε μια καινούργια συνήθεια, να σκεπάζει το κρανίο του με τα μακριά μαλλιά από τη δεξιά πλευρά της χωρίστρας, που ποτέ δεν την εγκατέλειπε. Όμως, ακόμα κι έτσι, συνήθισε να χρησιμοποιεί το καπέλο, πάντα σε πένθιμο στυλ, ακόμα κι όταν ήρθε η μόδα του ταρταρίτα, που ήταν το τυπικό όνομα για το canotie.

«Έρωτας στα χρόνια της χολέρας» σ. 360-362
Μετάφραση ΚλαίτηΣωτηριάδου-Μπαράχας

Παρασκευή, Ιανουαρίου 11, 2008

ΤΟ ΝΤΕΡΜΠΥ(ΞΑΝΑ)

Θέλω να δηλώσω ότι είμαι Ολυμπιακός. Αυτό μπορεί να ικανοποιήσει αρκετούς, άλλους να δυσαρεστήσει, και τους πιο πολλούς να τους αφήσει αδιάφορους. Οι αναγνώστες άλλωστε, στην πλειοψηφία τους τουλάχιστον, δεν ενδιαφέρονται αν ο Νούνιες κάνει για τον Ολυμπιακό, αν η ΑΕΚ έχει πάγκο, αν ο Παναθηναικός ενισχύθηκε στην μεταγραφική περίοδο. Έχουν τη δική τους άποψη, και δεν χρειάζονται εμένα τον αυτόκλητο μπασκίνα να επιβεβαιώσω ή να αναιρέσω τις επιλογές τους. Γιατί λοιπόν τα γράφω όλα αυτά; Μήπως είμαι ένας ψωνισμένος κειμενογράφος που δεν μπορεί να κάτσει σε ησυχία, και διαρκώς προσπαθεί να γνωστοποιήσει τη μίζερη ενδοσκόπησή του, μέσα από το μπλογκ του, που σε λίγο καιρό θα κουραστεί να δημοσιεύει τις εκκεντρικότητες του ή οι ορθολογικώς σκεφτόμενοι αναγνώστες θα του δείξουν το δρόμο για την οικειοθελή αποχώρηση από τη δημόσια θέα; Σαν καλός πολίτης , διαπαιδαγωγημένος σε όλες τις βαθμίδες της κοινωνικής εξέλιξης, οικογένεια, σχολείο, στρατός, εργασία, απαντώ αμέσως και με παρρησία όχι! Αυτό που με ενδιαφέρει, με προκαλεί μπορώ να πω, είναι ότι η παρέα που υπερασπίζεται το άθλημα του ποδοσφαίρου, δεν θεωρεί την περιοχή αυτή δική της αποκλειστικότητα. Δεν περιχαρακώνεται χρησιμοποιώντας δικούς της κώδικες, που είναι αναγνωρίσιμοι μόνο από τους ειδικούς, αλλά εμπεριέχει μια δημοκρατικότητα που το εύρος και η ποιότητά της, όσον αφορά τον ανιδιοτελή πυρήνα της, είναι μοναδική. Εδώ όλοι καταθέτουν τη γνώμη τους, επεξεργάζονται τα επιχειρήματά τους, χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις. Άνθρωποι που σε άλλες περιπτώσεις νοιώθουν φοβίες, ανασφάλεια, ο οικείος χώρος του ποδοσφαίρου τους μεταμορφώνει σε άφοβους υπερασπιστές μιας δυναμικής άποψης, που την υπερασπίζονται με πάθος και ανιδιοτέλεια. Οχυρωμένοι με πεποιθήσεις που έχουν αποκτήσει με προσπάθεια και πειθαρχία, διψασμένοι για εικονική επιτυχία, ικανοποιημένοι από την επιλογή τους, αυτάρεσκοι, δεν σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους. Αυτό τους κάνει γοητευτικούς, μοναδικούς, συνεπώς άξιους να ξεφύγουν από την ανυποληψία που τους έχουν καταδικάσει οι κλακαδόροι της αδιαφορίας, και να διεκδικήσουν τη θέση τους στην προαποφασισμένη κοινωνική ευπρέπεια, που θα κινδυνεύσει όμως από τη δυναμική τους, με κίνδυνο να αποκαλυφθεί η κενότητα του περιεχομένου της. Πηγαίνω λίγες μέρες πριν τον αγώνα, και βρίσκω τον Δελακούρα. Έχει ανοίξει συζήτηση για το χωράφι του, για τις ελιές που φέτος δεν είναι η χρονιά τους και δεν κάρπισαν αρκετά. Μπαίνω ύπουλα στη συζήτηση, αγενέστατα, τους διακόπτω, χωρίς προφάσεις, και κάνω την ερώτηση για τον Καραγκούνη. Η συζήτηση μετατίθεται, ο Καραγκούνης κυριαρχεί, η συζήτηση ανάβει, εγώ υπερασπίζομαι την ανικανότητά του, τα γεγονότα με διαψεύδουν, οχυρώνομαι, γίνομαι περίγελος, κι εκεί που νομίζω ότι η μάχη έχει κριθεί και θα φύγω ηττημένος, ως από μηχανής θεός, έρχεται ο Βαγγέλης, ο επονομαζόμενος «το καρφί», και ρωτάει σαν να είναι συνεννοημένος μαζί μου, αν πρέπει να κλειδώσει την πόρτα της αποθήκης. Λυτρωμένος, ευγνωμονώ τον σωτήρα μου, αποσύρομαι όπως ήρθα, αθόρυβος, και συνεχίζω τη δουλειά μου. Καιροφυλακτώ βέβαια για άλλη ευκαιρία, αφού βελτιώνω τα επιχειρήματά μου, και αλλάζω στόχο. Πλησιάζω τον πιο ευάλωτο. Ο πιο ευάλωτος, ως γνωστόν, είναι εκείνος ο οποίος πιστεύει ακράδαντα στις ιδέες του. Διότι δεν μπορεί να ξεφύγει λίγο πιο πέρα από εκεί που φτάνει το βλέμμα του. Δεν θέλει και πολύ να αντιστρέψει τις σκέψεις του, και εκεί που παραδείγματος χάριν σκεφτόταν αν το φαγητό θα είναι έτοιμο στην ώρα του , αρχίζω να του μιλώ για το αυριανό ντέρμπυ, μπαίνοντας κατευθείαν στο θέμα. Υποστηρίζω απόψεις που είναι τελείως αντίθετες με τις πεποιθήσεις του, εκείνος τις εξορκίζει με κραυγές και συνθήματα , σε ρυθμούς επιβεβαίωσης. Η επιφωνηματική έκλιση «ΠΑΟ Ολέ,», τον αυτοπροσδιορίζει όταν αρχίζει η αμφισβήτηση. Ο κυρίαρχος λοιπόν είναι εκείνος που όχι μόνο νίκησε αλλά σε ταπείνωσε. Αντιμετωπίζει τον νικημένο επιτιμητικά και σκέφτομαι με όνειδος ότι αν αύριο νικήσει η ομάδα του, θα με υποδεχτεί με την άσεμνη αλλά εύστοχη στην προκειμένη περίπτωση φράση «σας γαμήσαμε».
Δευτέρα πρωί, έρχεται λοιπόν ο Μ , εγώ δήθεν αδιάφορος, αφοσιωμένος στην εργασία μου, με οικειότητα που με ξαφνιάζει, εισβάλλει στο γραφείο μου, εγώ υποψιασμένος σκύβω στα χαρτιά μου, αποφεύγω το βλέμμα του, και πριν εκτοξεύσει την θριαμβευτική ατάκα του, προσπαθώ να τον αποδιοργανώσω, να τον μετατοπίσω από τον προγραμματισμένο λόγο του. Άνοιξες το μπαρ, τον ρωτάω, και ανασηκώνω λίγο το κεφάλι μου, για να δει την αποφασιστικότητά μου. Εκείνος πεισματικά, ξεφεύγει το σκόπελο, μουλάρι αληθινό, αισιόδοξος, με σημαδεύει με εκείνο το αηδιαστικό χαμόγελό του, απλωμένο στο λιπαρό του πρόσωπο, ελεήμονας όπως όλοι οι θριαμβευτές, με οικτίρει για τα λεχθέντα της προηγούμενης μέρας, όπου υπερασπιζόμουν αναφανδόν υπέρ της επιτυχίας της ομάδος μου, λες και αρμόζει ηττοπαθής στάση σε έναν οπαδό του Ολυμπιακού, έτοιμος να αποτελειώσει το συντετριμμένο πνεύμα μου. Δεν χρειάζεται να λιγοψυχώ, τον αντιμετωπίζω στα ίσα, ψάχνω λεπτομέρειες, προσπαθώ να βρω δικαιολογίες για την διάψευση της πρόβλεψής μου, φτάνω μέχρι τη γελοιότητα, υπερασπίζομαι κάτι που δεν πιστεύω, και όταν φτάσω σε αδιέξοδο, όπως προβλεπόταν, κολλημένος στον τοίχο, επιστρατεύω την αλαζονεία μου, αρχίζω τις εκκεντρικότητες, κι αυτό είναι που με εξορίζει στην ανυποληψία. Κρεμασμένος στο καναβάτσο, ο διαιτητής ήδη έχει αρχίσει να μετράει, επιστρατεύω τις δυνάμεις μου, και αποχωρώ αφήνοντας εμβρόντητο τον ανίσχυρο να συνεχίσει το σφυροκόπημά του συνομιλητή μου, ρίχνοντας ένα απαξιωτικό βλέμμα, στον απελπισμένο. Μένει για λίγο άφωνος, επανακάμπτει, σφοδρότερος, όταν με ξανασυναντά. Να χρησιμοποιήσω τον αυταρχισμό μου και να τον αποπέμψω; Επιφυλάσσομαι, θα τον αφήσω να με ταπεινώσει, να αποκαλυφθεί, να τινάξει τη ζοφερή του ύπαρξη, να σκληρύνει, τον προκαλώ να γίνει αδίστακτος, είναι πια κυρίαρχος, με εξουσιάζει, αποκαλυπτικός, ενστικτώδης, απύθμενος, μειδιών ασυστόλως, και εγώ ο νουνεχής, ο αγλαός, αφήνω το παραλήρημά του να τον οδηγήσει στο θρίαμβο της ουτοπίας.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 09, 2008

STRANGE FRUIT

The photograph that was cited by the songwriter as the inspiration for the song: Thomas Shipp and Abram Smith, August 7, 1930.
ABEL MEEROPOL

Southern trees bear strange fruit,
Blood on the leaves and blood at the root,
Black bodies swinging in the southern breeze,
Strange fruit hanging from the poplar trees.

Pastoral scene of the gallant south,
The bulging eyes and the twisted mouth,
Scent of magnolias, sweet and fresh,
Then the sudden smell of burning flesh.

Here is the fruit for the crows to pluck,
For the rain to gather, for the wind to suck,
For the sun to rot, for the trees to drop,
Here is a strange and bitter crop.

ΜΕ ΣΧΟΛΙΟΝ! ΦΟΒΕΡΟ

Billie Holiday - Strange Fruit

Τρίτη, Ιανουαρίου 08, 2008

Δευτέρα, Ιανουαρίου 07, 2008

KAREL KRYL

Για τον κ.Κεντρωτή που με έκανε με τους Moody Blues!!!! να ψαχτώ

KAREL KRYL_Bratricku zavirej vratka

Τετάρτη, Ιανουαρίου 02, 2008

ΑΠΟ ΤΟΝ HENRY LEE ΣΤΗΝ ANNABEL LEE TOY POE

Αφιερωμένο στον αγαπητό φίλο Locus Solus που μου το θύμισε με τη σημερινή του ανάρτηση.


Get down, get down, little Henry Lee
And stay all night with me
You won't find a girl in this damn world
That will compare with me
And the wind did howl and the wind did blow
La la la la la
La la la la lee
A little bird lit down on Henry Lee
I can't get down and I won't get down
And stay all night with thee
For the girl I have in that merry green land
I love far better than thee
And the wind did howl and the wind did blow
La la la la la
La la la la lee
A little bird lit down on Henry Lee
She leaned herself against a fence
Just for a kiss or two
And with a little pen-knife held in her hand
She plugged him through and through
And the wind did roar and the wind did moan
La la la la la
La la la la lee
A little bird lit down on Henry Lee
Come take him by his lilly-white hands
Come take him by his feet
And throw him in this deep deep well
Which is more than one hundred feet
And the wind did howl and the wind did blow
La la la la la
La la la la lee
A little bird lit down on Henry Lee
Lie there, lie there, little Henry Lee
Till the flesh drops from your bones
For the girl you have in that merry green land
Can wait forever for you to come home
And the wind did howl and the wind did moan
La la la la la
La la la la lee
A little bird lit down on Henry Lee