Τετάρτη, Αυγούστου 29, 2007

Η ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ

"Κάποτε, σύμφωνα με όσα υποστηρίζει ο σερ Τζορτζ Ντάρβιν, η Σελήνη βρισκόταν πολύ κοντά στη Γη. Οι παλίρροιες ήταν αυτές που την έσπρωξαν σιγά σιγά μακριά. Οι παλίρροιες που η ίδια η Σελήνη προκαλεί στα γήινα νερά και στη διάρκεια των οποίων η Γη χάνει αργά αλλά σταθερά ενέργεια."
Από το διήγημα του Ίταλο Καλβίνο "Η απόσταση της Σελήνης"

Όποιοι θέλουν να διαβάσουν ολόκληρο το διήγημα σε μετάφραση Ανταίου Χρυσοστομίδη.
http://www.esnips.com/web/spirospv

Κυριακή, Αυγούστου 26, 2007

ΜΕΡΑ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΕΝΘΟΥΣ





Βαρυπενθούντες επιστρέφουν από προσκύνημα στις παραλίες(ε!ε! συγγνώμη στα μοναστήρια της Ρόδου θέλω να πω) επ'ευκαιρία της μέρας εθνικού πένθους για τα θύματα των πυρκαγιών.
ΥΓ.1Έγκυροι!!!συνάδελφοι που παρακολουθούν επισταμένως τη νυχτερινή ζωή της Ρόδου με πληροφόρησαν ότι και χθες διατήρησε τη φρεσκάδα της, την πυκνότητα προσέλευσης πελατών στα clubs, και την έξαρση που την κατατάσσουν στις πρωτοπόρες του είδους.
Ελπίζω και άλλες μεγάλες πόλεις που δεν πληγώθηκαν από τις πυρκαγιές να διατήρησαν την νυχτερινή τους ταυτότητα.
ΥΓ. 2 Εγώ πάντως χθες βράδυ έτρωγα σουβλάκια, και έπινα μπύρες στο "Village tasty", ελληνικά "Χωριάτικη γεύση", (έχει δυο ονόματα).

Πέμπτη, Αυγούστου 23, 2007

ΤΟ ΝΤΕΡΜΠΥ

Θέλω να δηλώσω ότι είμαι Ολυμπιακός. Αυτό μπορεί να ικανοποιήσει αρκετούς, άλλους να δυσαρεστήσει, και τους πιο πολλούς να τους αφήσει αδιάφορους. Οι αναγνώστες άλλωστε, στην πλειοψηφία τους τουλάχιστον, δεν ενδιαφέρονται αν ο Νούνιες κάνει για τον Ολυμπιακό, αν η ΑΕΚ έχει πάγκο, αν ο Παναθηναικός ενισχύθηκε στην μεταγραφική περίοδο. Έχουν τη δική τους άποψη, και δεν χρειάζονται εμένα τον αυτόκλητο μπασκίνα να επιβεβαιώσω ή να αναιρέσω τις επιλογές τους.
Γιατί λοιπόν τα γράφω όλα αυτά; Μήπως είμαι ένας ψωνισμένος κειμενογράφος που δεν μπορεί να κάτσει σε ησυχία, και διαρκώς προσπαθεί να γνωστοποιήσει τη μίζερη ενδοσκόπησή του, μέσα από το μπλογκ του, που σε λίγο καιρό θα κουραστεί να δημοσιεύει τις εκκεντρικότητες του ή οι ορθολογικώς σκεπτόμενοι αναγνώστες θα του δείξουν το δρόμο για την οικειοθελή αποχώρηση από τη δημόσια θέα; Σαν καλός πολίτης , διαπαιδαγωγημένος σε όλες τις βαθμίδες της κοινωνικής εξέλιξης, οικογένεια, σχολείο, στρατός, εργασία, απαντώ αμέσως και με παρρησία όχι! Αυτό που με ενδιαφέρει, με προκαλεί μπορώ να πω, είναι ότι η παρέα που υπερασπίζεται το άθλημα του ποδοσφαίρου, δεν θεωρεί την περιοχή αυτή δική της αποκλειστικότητα. Δεν περιχαρακώνεται χρησιμοποιώντας δικούς της κώδικες, που είναι αναγνωρίσιμοι μόνο από τους ειδικούς, αλλά εμπεριέχει μια δημοκρατικότητα που το εύρος και η ποιότητά της, όσον αφορά τον ανιδιοτελή πυρήνα της, είναι μοναδική. Εδώ όλοι καταθέτουν τη γνώμη τους, επεξεργάζονται τα επιχειρήματά τους, χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις. Άνθρωποι που σε άλλες περιπτώσεις νοιώθουν φοβίες, ανασφάλεια, ο οικείος χώρος του ποδοσφαίρου τους μεταμορφώνει σε άφοβους υπερασπιστές μιας δυναμικής άποψης, που την υπερασπίζονται με πάθος και ανιδιοτέλεια. Οχυρωμένοι με πεποιθήσεις που έχουν αποκτήσει με προσπάθεια και πειθαρχία, διψασμένοι για εικονική επιτυχία, ικανοποιημένοι από την επιλογή τους, αυτάρεσκοι, δεν σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους. Αυτό τους κάνει γοητευτικούς, μοναδικούς, συνεπώς άξιους να ξεφύγουν από την ανυποληψία που τους έχουν καταδικάσει οι κλακαδόροι της αδιαφορίας, και να διεκδικήσουν τη θέση τους στην προαποφασισμένη κοινωνική ευπρέπεια, που θα κινδυνεύσει όμως από τη δυναμική τους, με κίνδυνο να αποκαλυφθεί η κενότητα του περιεχομένου της.
Πηγαίνω λίγες μέρες πριν τον αγώνα, και βρίσκω τον Δελακούρα. Έχει ανοίξει συζήτηση για το χωράφι του, για τις ελιές που φέτος δεν είναι η χρονιά τους και δεν κάρπισαν αρκετά. Μπαίνω ύπουλα στη συζήτηση, αγενέστατα, τους διακόπτω, χωρίς προφάσεις, και κάνω την ερώτηση για τον Καραγκούνη. Η συζήτηση μετατίθεται, ο Καραγκούνης κυριαρχεί, η συζήτηση ανάβει, εγώ υπερασπίζομαι την ανικανότητά του, τα γεγονότα με διαψεύδουν, οχυρώνομαι, γίνομαι περίγελος, κι εκεί που νομίζω ότι η μάχη έχει κριθεί και θα φύγω ηττημένος, ως από μηχανής θεός, έρχεται ο Βαγγέλης, ο επονομαζόμενος «το καρφί», και ρωτάει σαν να είναι συνεννοημένος μαζί μου, αν πρέπει να κλειδώσει την πόρτα της αποθήκης. Λυτρωμένος, ευγνωμονώ τον σωτήρα μου, αποσύρομαι όπως ήρθα, αθόρυβος, και συνεχίζω τη δουλειά μου. Καιροφυλακτώ βέβαια για άλλη ευκαιρία, αφού βελτιώνω τα επιχειρήματά μου, και αλλάζω στόχο. Πλησιάζω τον πιο ευάλωτο. Ο πιο ευάλωτος, ως γνωστόν, είναι εκείνος ο οποίος πιστεύει ακράδαντα στις ιδέες του. Διότι δεν μπορεί να ξεφύγει λίγο πιο πέρα από εκεί που φτάνει το βλέμμα του. Δεν θέλει και πολύ να αντιστρέψει τις σκέψεις του, και εκεί που παραδείγματος χάριν σκεφτόταν αν το φαγητό θα είναι έτοιμο στην ώρα του , αρχίζω να του μιλώ για το αυριανό ντέρμπυ, μπαίνοντας κατευθείαν στο θέμα. Υποστηρίζω απόψεις που είναι τελείως αντίθετες με τις πεποιθήσεις του, εκείνος τις εξορκίζει με κραυγές και συνθήματα , σε ρυθμούς επιβεβαίωσης. Η επιφωνηματική έκλιση «ΠΑΟ Ολέ,», τον αυτοπροσδιορίζει όταν αρχίζει η αμφισβήτηση. Ο κυρίαρχος λοιπόν είναι εκείνος που όχι μόνο νίκησε αλλά σε ταπείνωσε. Αντιμετωπίζει τον νικημένο επιτιμητικά και σκέφτομαι με όνειδος ότι αν αύριο νικήσει η ομάδα του, θα με υποδεχτεί με την άσεμνη αλλά εύστοχη στην προκειμένη περίπτωση φράση «σας γαμήσαμε».
Δευτέρα πρωί, έρχεται λοιπόν ο Μ , εγώ δήθεν αδιάφορος, αφοσιωμένος στην εργασία μου, με οικειότητα που με ξαφνιάζει, εισβάλλει στο γραφείο μου, εγώ υποψιασμένος σκύβω στα χαρτιά μου, αποφεύγω το βλέμμα του, και πριν εκτοξεύσει την θριαμβευτική ατάκα του, προσπαθώ να τον αποδιοργανώσω, να τον μετατοπίσω από τον προγραμματισμένο λόγο του. Άνοιξες το μπαρ, τον ρωτάω, και ανασηκώνω λίγο το κεφάλι μου, για να δει την αποφασιστικότητά μου. Εκείνος πεισματικά, ξεφεύγει το σκόπελο, μουλάρι αληθινό, αισιόδοξος, με σημαδεύει με εκείνο το αηδιαστικό χαμόγελό του, απλωμένο στο λιπαρό του πρόσωπο, ελεήμονας όπως όλοι οι θριαμβευτές, με οικτίρει για τα λεχθέντα της προηγούμενης μέρας, όπου υπερασπιζόμουν αναφανδόν υπέρ της επιτυχίας της ομάδος μου, λες και αρμόζει ηττοπαθής στάση σε έναν οπαδό του Ολυμπιακού, έτοιμος να αποτελειώσει το συντετριμμένο πνεύμα μου. Δεν χρειάζεται να λιγοψυχώ, τον αντιμετωπίζω στα ίσα, ψάχνω λεπτομέρειες, προσπαθώ να βρω δικαιολογίες για την διάψευση της πρόβλεψής μου, φτάνω μέχρι τη γελοιότητα, υπερασπίζομαι κάτι που δεν πιστεύω, και όταν φτάσω σε αδιέξοδο, όπως προβλεπόταν, κολλημένος στον τοίχο, επιστρατεύω την αλαζονεία μου, αρχίζω τις εκκεντρικότητες, κι αυτό είναι που με εξορίζει στην ανυποληψία. Κρεμασμένος στο καναβάτσο, ο διαιτητής ήδη έχει αρχίσει να μετράει, επιστρατεύω τις δυνάμεις μου, και αποχωρώ αφήνοντας εμβρόντητο τον ανίσχυρο να συνεχίσει το σφυροκόπημά του συνομιλητή μου, ρίχνοντας ένα απαξιωτικό βλέμμα, στον απελπισμένο. Μένει για λίγο άφωνος, επανακάμπτει, σφοδρότερος, όταν με ξανασυναντά. Να χρησιμοποιήσω τον αυταρχισμό μου και να τον αποπέμψω; Επιφυλάσσομαι, θα τον αφήσω να με ταπεινώσει, να αποκαλυφθεί, να τινάξει τη ζοφερή του ύπαρξη, να σκληρύνει, τον προκαλώ να γίνει αδίστακτος, είναι πια κυρίαρχος, με εξουσιάζει, αποκαλυπτικός, ενστικτώδης, απύθμενος, μειδιών ασυστόλως, και εγώ ο νουνεχής, ο αγλαός, αφήνω το παραλήρημά του να οδηγήσει στο θρίαμβο της ουτοπίας.





Τρίτη, Αυγούστου 21, 2007

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ 7

Αισθανόμαστε ίσως τώρα καλύτερα τι σημαίνει αυτή η μικρή λέξη: βλέπω. Η όραση δεν αποτελεί έναν ορισμένο τρόπο σκέψης, ούτε και αυτοπαρουσία: είναι το μέσον εκείνο που μου επιτρέπει να απουσιάζω από τον ίδιο τον εαυτό μου, να παρίσταμαι από τα μέσα στη διάσπαση του Είναι, στο τέρμα της οποίας και μόνο κλείνομαι στον εαυτό μου.

Από το βιβλίο του Μωρίς Μερλώ-Ποντύ "Το μάτι και το πνεύμα"




Κυριακή, Αυγούστου 19, 2007

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ 6


Το σώμα είναι για την ψυχή ο γενέθλιος τόπος της και η μήτρα κάθε άλλου υπαρκτού χώρου. Έτσι, η όραση διχάζεται: υπάρχει η όραση πάνω στην οποία στοχάζομαι και την οποία δεν μπορώ να σκεφτώ διαφορετικά παρά μόνο ως σκέψη, διευρεύνηση του πνεύματος, κρίση και ανάγνωση των σημείων. Και υπάρχει και η όραση εκείνη η οποία η οποία γίνεται, σκέψη επίτιμη ή θεσπισμένη, συνθλιμμένη μέσα σ’ένα οικείο σώμα, για την οποία δεν μπορούμε να σχηματίσουμε την παραμικρή ιδέα παρά μόνον εξασκώντας την και η οποία εισάγει, ανάμεσα στο χώρο και τη σκέψη, την αυτόνομη τάξη του συνθέματος ψυχής και σώματος. Το αίνιγμα της όρασης λοιπόν δεν απαλείφεται: παραπέμπεται από τη «σκέψη του οράν» στην όραση εν δράσει.
Από το βιβλίο του Μωρίς Μερλώ-Ποντύ "Το μάτι και το πνεύμα"

Τετάρτη, Αυγούστου 15, 2007

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ 5


Αυτή η εσωτερικότητα δεν προηγείται της υλικής διάταξης του σώματος, ούτε πολύ περισσότερο προκύπτει απ’αυτήν. Αν τα μάτια μας ήταν φτιαγμένα κατά τέτοιον τρόπο, ώστε το βλέμμα μας να μην μπορεί να αγγίξει κανένα μέρος του σώματός μας, ή αν εξαιτίας κάποιου κακόβουλου σχεδίου, τα χέρια μας ήταν ελεύθερα να περιπλανιούνται στα πράγματα, αλλά ανίκανα να αγγίξουν το κορμί μας- ή αν απλώς, όπως ορισμένα ζώα, είχαμε τα μάτια μας τοποθετημένα πλάγια, έτσι ώστε να μην υπάρχει επικάλυψη των οπτικών πεδίων- τότε, αυτό το σώμα το οποίο δεν θα αντανακλούσε τον εαυτό του, το οποίο δεν θα αισθανόταν τον ευατό του, αυτό το σχεδόν αδαμάντινο, το σχεδόν άσαρκο σώμα, δεν θα ήταν ένα σώμα ανθρώπινο και δεν θα είχε ανθρώπινη υπόσταση. Η ανθρώπινη υπόσταση, όμως, δεν παράγεται ως αποτέλεσμα των αρθρώσεών μας ή της τοποθέτησης των ματιών μας,( και ακόμα λιγότερο εξαρτάται από την ύπαρξη καθρεφτών, οι οποίοι, ωστόσο, είναι οι μόνοι που καθιστούν ορατό για μας ολόκληρο το σώμα μας). Αυτές οι ενδεχομενικότητες, καθώς και άλλες παρόμοιες, δίχως τις οποίες δεν θα υπήρχε άνθρωπος, δεν μπορούν, με την απλή άθροισή τους και μόνον, να κάνουν να υπάρξει έστω και ένας μόνον άνθρωπος. Η ζωογόνηση του σώματος δεν οφείλεται στη συναρμογή αυτών των μερών- ούτε άλλωστε στην κάθοδο ενός απ’ αλλού ερχόμενου πνεύματος σ’ένα αυτόματον, πράγμα το οποίο θα εξακολουθούσε να σημαίνει ότι το ίδιο το σώμα στερείται εσωτερικότητας και «εγώ». Ένα ανθρώπινο σώμα βρίσκεται εδώ μόνον όταν, ανάμεσα σ’ εκείνον που βλέπει και το ορατό, ανάμεσα σ’ εκείνον που αγγίζει κι εκείνο που αγγίζεται, ανάμεσα στο ένα μάτι και το άλλο, ανάμεσα στο ένα χέρι και το άλλο υπάρχει ένα είδος διασταύρωσης, όταν ανάβει η σπίθα του αισθανόμενου- αισθητού, όταν πιάνει εκείνη η φωτιά η οποία δεν θα σταματήσει να καίει μέχρι τη στιγμή που ένα κάποιο σωματικό ατύχημα θα αποδομήσει αυτό που κανένα τυχαίο συμβάν δεν ήταν σε θέση να δημιουργήσει....
Από το βιβλίο του Μωρίς Μερλώ-Ποντύ "Το μάτι και το πνεύμα"

Δευτέρα, Αυγούστου 13, 2007

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ 4


Ορατό και κινητό, το σώμα μου συμπεριλαμβάνεται στον αριθμό των πραγμάτων, είναι ένα απ’αυτά, εμπεριέχεται στο υφάδι του κόσμου και η συνοχή του δεν είναι παρά η συνοχή ενός πράγματος. Επειδή όμως κινείται και βλέπει, τοποθετεί τα πράγματα σε κύκλο γύρω του. Τα πράγματα αποτελούν ένα παράρτημα ή μια προέκταση του ευατού του, είναι κολλημένα στη σάρκα του, μετέχουν του πλήρους ορισμού του. Όσο για τον κόσμο, αυτός είναι φτιαγμένος από την ίδια τη στόφα του σώματος. Αυτές οι ανατροπές, αυτές οι αντινομίες, συνιστούν διαφορετικούς τρόπους για να πούμε ότι η όραση εμπεριέχεται ή επισυμβαίνει στο μέσον των πραγμάτων, εκεί όπου ένα ορατό αρχίζει να βλέπει και να γίνεται ορατό δι’εαυτό και μέσω της όρασης όλων των πραγμάτων. Εκεί όπου, όπως το νερό το εγκλωβισμένο μες στο κρύσταλλο, εμμένει η αδιαιρετότητα του αισθανόμενου και του αισθητού.
Από το βιβλίο του Μωρίς Μερλώ - Ποντύ "Το μάτι και το πνεύμα"

Σάββατο, Αυγούστου 11, 2007

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ 3


Το γεγονός ότι το σώμα μου ταυτόχρονα ορά και οράται συνιστά ένα αίνιγμα. Αυτό το οποίο κοιτάζει όλα τα πράγματα, μπορεί επίσης να κοιτάζει και τον εαυτό του και να αναγνωρίζει σ’αυτό που βλέπει την «άλλη όψη» της ορώσας δύναμής του. Βλέποντας βλέπει τον ίδιο τον ευατό του, αγγίζοντας αγγίζει τον ίδιο τον ευατό του. Είναι ορατό και αισθητό για τον ίδιο τον ευατό του. Είναι ένα εγώ, όχι όμως λόγω διαφάνειας, όπως η σκέψη, η οποία δεν μπορεί να σκεφτεί οτιδήποτε παρά μόνον αφομοιώνοντάς το, συγκροτώντας το και μεταμορφώνοντάς το σε σκέψη. Είναι ένα εγώ το οποίο προκύπτει μέσα από τη σύγχυση, το ναρκισσισμό, το συμφυές εκείνου ο οποίος βλέπει μ’αυτό που βλέπει, εκείνου ο οποίος αγγίζει μ’αυτό που αγγίζει, του αισθανόμενου με το αισθητό- ένα εγώ λοιπόν το οποίο εμπεριέχεται μέσα στα πράγματα, το οποίο έχει μια καλή και μια ανάποδη όψη, ένα παρελθόν και ένα μέλλον.....
Από το βιβλίο "Το μάτι και το πνεύμα" του Μωρίς Μερλώ - Ποντύ

Πέμπτη, Αυγούστου 09, 2007

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ 2


Αρκεί να δω κάτι και αμέσως γνωρίζω και πώς να το πλησιάσω, πώς να το φτάσω, έστω κι αν δεν γνωρίζω πως ακριβώς λειτουργεί ο μηχανισμός του νευρικού συστήματος. Το κινούμενο σώμα μου μετέχει του ορατού κόσμου, αποτελεί ένα μέρος του κόσμου τούτου και ακριβώς εξαιτίας αυτού του γεγονότος μπορώ να το κατευθύνω μέσα στο ορατό. Από την άλλη πλευρά, είναι αλήθεια ότι και η όραση επίσης εξαρτάται από την κίνηση. Δεν βλέπει κανείς παρά μόνο αυτό το οποίο κοιτάζει. Τι θα ήταν η όραση δίχως την κίνηση των ματιών; Αλλά και αυτή η κίνηση πάλι δεν θα μπέρδευε τα πράγματα, αν ήταν τυφλή ή αν αποτελούσε ένα απλό αντανακλαστικό, αν δεν διέθετε τις δικές της κεραίες και τη δική της οξυδέρκεια, αν η όραση επροηγείτο αυτής της κίνησης; Όλες οι μετακινήσεις μου, αξιωματικά, φιγουράρουν σε μια γωνιά του τοπίου μου, αναφέρονται στο χάρτη του ορατού. Οτιδήποτε βλέπω βρίσκεται μέσα στο πεδίο βολής μου, ή , τουλάχιστον, μέσα στο πεδίο βολής του βλέμματός μου και σημειώνεται στο χάρτη του «δύναμαι». Ο καθένας απ’ αυτούς τους δύο χάρτες είναι πλήρης. Ο ορατός κόσμος, καθώς και ο κόσμος των κινητικών προταγμάτων μου αποτελούν πλήρη μέρη ενός και του αυτού Είναι.
Από το βιβλίο "Το μάτι και το πνεύμα" του Μωρίς Μερλώ - Ποντύ

Τρίτη, Αυγούστου 07, 2007

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ 1


"Η επιστημονική σκέψη-αυτή η σκέψη της επισκόπησης, αυτή η σκέψη του αντικειμένου εν γένει- πρέπει να επανατοποθετηθεί στο πλαίσιο ενός εκ των προτέρων «υπάρχειν», στο τοπίο, στο έδαφος τόσο του αισθητού όσο και του διαμορφωμένου κόσμου, έτσι όπως αυτοί υπάρχουν μέσα στη ζωή μας, έτσι όπως υπάρχουν για το σώμα μας. Όχι όμως αυτό το δυνάμει σώμα το οποίο εύκολα μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι αποτελεί μια μηχανή πληροφοριών, αλλά αυτό το σώμα το πραγματικό το οποίο ονομάζω δικό μου, αυτόν τον φρουρό που στέκει σιωπηλά κάτω απ’όλα μου τα λόγια, κάτω απ’όλες μου τις πράξεις. Πρέπει μαζί με το σώμα μου να εγερθούν και τα συνημμένα σώματα, οι «άλλοι», οι οποίοι δεν είναι απλώς ομογενείς μου, όπως λέει η ζωολογία, αλλά αυτοί που με διακατέχουν, αυτοί τους οποίους εγώ διακατέχω και μαζί με τους οποίους κατοικούμε ένα μοναδικό Είναι, πραγματικό, παρόν, κατά τρόπο που κανένα άλλο ζώο δεν ενδημεί στους άλλους του είδους του, της περιοχής ή του περιβάλλοντός του."
Από το βιβλίο "Το μάτι και το πνεύμα" του Μωρίς Μερλώ-Ποντύ

Σάββατο, Αυγούστου 04, 2007

Ο ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ ΤΟΥ ΦΛΩΜΠΕΡ


Διαβάζοντας πριν από αρκετά χρόνια την «Αισθηματική Αγωγή», την εποχή που εργαζόμουν στο εργοστάσιο του Μαρινόπουλου, αλλάζοντας τις τιμές των φαρμάκων, «το δόγμα της ψυχρότητας» που χαρακτηρίζει το έργο, η «έγνοια του συγγραφέα για την φόρμα», «η αναλογία με το επικό είδος», «σ’ένα ρυθμό ομοιόμορφο», με απομάκρυναν από το έργο το οποίο δεν κατάφερα να ολοκληρώσω. Σημείωσα όμως ορισμένες φράσεις που αναφέρονταν στον έρωτα του Φρεντερίκ για την κ. Αρνού, σαν ένα είδος βοήθειας στον πλατωνικό, όπως εξελίχθηκε , έρωτα, λόγω της δειλίας μου, με την κοπέλα που δούλευε στο λογιστήριο, ακριβώς απέναντι από τον πάγκο που έβαζα σφραγίδες. Ο μύθος που ακολουθούσε την «Μαντάμ Μποβαρύ», με οδήγησε να αγοράσω και τελικά να διαβάσω, με δυσκολίες μπορώ να ομολογήσω, εξ αιτίας της γλώσσας του Θεοτόκη, που μου προκαλούσε αποστροφή, αν και κεινο τον καιρό ήμουν εξοικειωμένος με τη γλώσσα του, λόγω των βιβλίων του, που είχα διαβάσει, για να κατανοήσω καλύτερα την εργασία του Vitti για την ηθογραφία. Τώρα που γράφω σκέφτομαι πόσα χρόνια χαμένα για βιβλία, που όμως έπαιξαν το ρόλο τους στον αναγνωστικό δρόμο που βρίσκομαι τώρα.
Ξανάπιασα τα βιβλία του Φλωμπέρ επ΄ευκαιρία των προσφορών της «Ελευθεροτυπίας». Μαζί με τα προαναφερόμενα, διάβασα το «Μπουβάρ και Πεκυσέ» και το «Πειρασμός του Αγ. Αντωνίου». Η φράση του ίδιου του Φλωμπέρ σ’ένα γράμμα του στον Ζολά ότι «φοβάμαι μήπως θα είναι βαρετό μέχρι θανάτου», αναφερόμενος στο «Μπουβάρ και Πεκυσέ», η γνώμη του Valery για το έργο του Φλωμπέρ, όπου γράφει ότι «το έργο του δεν με γοήτεψε ποτέ», «η μικρόχαρη αλήθεια της, κατεγραμένη τόσο εξαντλητικά» για την «Μαντάμ Μποβαρύ», «το απατηλό θεμέλιο της πολυμάθειας», που τόσο με απομάκρυνε από το έργο του, με έκαναν να απορώ πως ορισμένοι σύγχρονοι νέοι Έλληνες συγγραφείς τοποθετούσαν το έργο του Φλωμπέρ στην καταγωγική βάση των έργων τους.
Πέρα από τις κριτικές αποτιμήσεις που βρίσκονται στο επίμετρο των βιβλίων «Μπουβάρ και Πεκυσέ» και ο «Ο πειρασμός του Αγ. Αντωνίου», ο πρόλογος του Γεράσιμου Βώκου για τα διηγήματα του Μπέκετ με στοίχειωνε. Γράφει: «Αυτό που ο αναγνώστης κέρδισε σε αυτογνωσία από την ανάγνωση του κειμένου θα το χάσει διαβάζοντας τις ερμηνείες. Σε τι χρησιμεύει να ξυπνήσεις στο κείμενο, όταν θα κοιμηθείς στα σχόλια;»
Εδώ παρέμενα όταν στο μυαλό μου ζωντάνεψε η παλαιότερη ανάγνωση του βιβλίου «Ο παπαγάλος του Φλωμπέρ» του Τζούλιαν Μπάρνς. Μια βιογραφία ή ένα ανεξάρτητο μυθιστόρημα για τον Φλωμπέρ, μου είναι αδιάφορο. Διαβάζοντας ξανά το βιβλίο ένιωσα ότι το σχόλιο πάνω στο Φλωμπέρ, που απαρτίζει ολόκληρο το βιβλίο, ανατρέπει τη σκέψη του Γεράσιμου Βώκου. Είναι μια μοναδική ευκαιρία για να επανεκτιμήσουμε το έργο του Φλωμπέρ. Αυτό έκανα. Διάβασα ξανά Φλωμπέρ αλλά ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν έχω αποφασίσει, το έργο του Μπαρνς υπερβαίνει το έργο του Φλωμπέρ. Μοναδική ίσως περίπτωση στην λογογεχνική ιστορία;

Τετάρτη, Αυγούστου 01, 2007

ΙΔΑΝΙΚΗ ΜΕΡΑ ΓΙΑ ΜΠΑΝΑΝΟΨΑΡΑ





Έγραφα χθες για πατζάρια και κόκκινες κολοκύθες, και θυμήθηκα το διήγημα του Σάλιντζερ "Ιδανική μέρα για μπανανόψαρα".
Ας το ακούσουμε, λοιπόν, σε δική μου ανάγνωση


http://www.esnips.com/doc/5eab280a-d9e8-47e9-9223-e03c169d7575/ΙΔΑΝΙΚΗ-ΜΕΡΑ-ΓΙΑ-ΜΠΑΝΑΝΟΨΑΡΑ