Σάββατο, Αυγούστου 24, 2019

Ο ΦΙΛΟΣ ΜΟΥ Ο ΓΙΑΣΙΝ

Ο φίλος μου ο Γιασίν βρίσκεται υπό  παρακολούθηση από τον τερματοφύλακα της Χόνβεντ Κορυδαλλού. Η ομάδα του Κορυδαλλού έχει δημιουργηθεί από Ούγγρους πολιτικούς πρόσφυγες, οι οποίοι διωγμένοι την εποχή του κομμουνιστικού καθεστώτος, βρήκαν πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, όπου έφτιαξαν μια πολυπληθή κοινότητα.  Ο τερματοφύλακας της Χόνβεντ, γνωστός από τον τοπικό αθλητικό τύπο ώς  «ο πορτιέρο με τα κίτρινα γάντια», παρακολουθεί τον Γιασίν από το παράθυρο του δευτέρου ορόφου της  πολυκατοικίας της οδού Στρατηγού Παπάγου,  κάθε φορά που ο Γιασίν βγαίνει από το σπίτι του. Εξοπλισμένος με πλήρη εξάρτηση ασύρματης ενδοεπικοινωνίας, δίνει εντολές για τις κινήσεις του Γιασίν σε κάποιον αόρατο αποδέκτη, ο οποίος στη συνέχεια τις μεταδίδει  σε κάποιον άλλον, ο οποίος τις μεταφέρει  στον επόμενο  κ.ο.κ. Όλα αυτά σύμφωνα με τα λόγια του Γιασίν, όταν βρίσκει τρόπο να επικοινωνήσει μαζί μας, πράγμα εντελώς επικίνδυνο και τολμηρό.
Αποτέλεσμα αυτής της ενδελεχούς και επίμονης παρακολούθησης είναι o Γιασίν να μην βρίσκεται ποτέ στον προορισμό τον οποίο έχει επιλέξει, αλλά σε κάποιον άλλον, ο οποίος είναι αναντίστοιχος με τη βούλησή του. Περιπλανιέται ατέρμονα, με ελιγμούς και παραπλανητικές διαδρομές , προσπαθώντας να βρει τρόπο να παραβρεθεί στον  χώρο των επιθυμιών και των αναγκών του, δίχως να γίνεται αντιληπτός απ’τους διώκτες του.
Η προσπάθειά του αυτή τον έχει οδηγήσει σε οικονομικό και κοινωνικό αδιέξοδο και οι προσπάθειές μας να τον βοηθήσουμε να βρει μια λύση, ώστε να τελειώσει αυτή η απρόσμενη διαταραχή της ζωής του, έχει εδώ και καιρό βαλτώσει. Πρέπει να αποδεχθούμε ότι,  πρώτον  η παρακολούθηση είναι πραγματική, πράγμα  για το οποίο έχουμε αρχίσει να αμφιβάλουμε τον τελευταίο καιρό, διότι τα στοιχεία που μας παρουσιάζει ο Γιασίν γίνονται όλο και πιο αντιφατικά,  δεύτερον,  οι αποδείξεις  για την στήριξη καταγγελίας να είναι πειστικές, τεκμηριωμένες, ώστε να ζητήσουμε τη βοήθεια των αστυνομικών αρχών. Στηριζόμαστε στις αφηγήσεις του, όταν τον συναντούμε, πράγμα σπάνιο, μετά από μια σειρά ευρηματικών σχεδίων και συνωμωτικών κανόνων, κατάλοιπο του πάλαι ποτέ επαναστατικού μας παρελθόντος, αλλά η μονοκρατορία του λόγου του δεν είναι ισχυρό κίνητρο για να πείσει τις αρχές να αναλάβουν την υπόθεση.
Είμαστε  μαζεμένοι εδώ οι φίλοι του, στο μπαρ «Το ναυάγιο» και τον περιμένουμε,  μπλεγμένοι και μεις σ’αυτό το ακατανόητο παιχνίδι, προσπαθώντας να ανακεφαλαιώσουμε και να μελετήσουμε την μέχρι τώρα πορεία μας, να συζητήσουμε τις επόμενες κινήσεις μας, ώστε ο Γιασίν να απαλλαγεί από το άχθος της παρανομίας , αλλά η ώρα περνάει κι ο Γιασίν δεν φαίνεται πουθενά. Κάπου αλλού βρίσκεται, κάτι δεν πήγε καλά στην προσπάθειά του να ξεφύγει από την παγίδα που του έχουν στήσει, κι εμείς έπρεπε να το είχαμε αντιληφθεί .
Από το διπλανό τραπέζι ακούω ένα ψηλό, με περιποιημένο μούσι, απρόσχετο ντύσιμο, ελαφρά καραφλό, να αναφέρεται  στο όνομα του Γιασίν. Στήνω αυτί και προσπαθώ να πιάσω τη συνομιλία. Μιλάει για κάποιον που βρίσκεται υπό  παρακολούθηση, από τον τερματοφύλακα της Χόνβεντ Κορυδαλλού. Τα λόγια του  αποκτούν ενδιαφέρον, «ο τερματοφύλακας της Χόνβεντ, γνωστός από τον τοπικό αθλητικό τύπο ώς  «ο πορτιέρο με τα κίτρινα γάντια», παρακολουθεί τον Γιασίν από το παράθυρο του δευτέρου ορόφου της  πολυκατοικίας της οδού Στρατηγού Παπάγου,  κάθε φορά που ο Γιασίν βγαίνει από το σπίτι του. Εξοπλισμένος με πλήρη εξάρτηση ασύρματης ενδοεποικινωνίας, δίνει εντολές για τις κινήσεις του, σε κάποιον αόρατο αποδέκτη, ο οποίος στη συνέχεια τις μεταδίδει  σε κάποιον άλλον, ο οποίος τις μεταφέρει  στον επόμενο  κ.ο.κ,» αφηγείται , οι άλλοι τον κοιτούν δύσπιστα, και για να τεκμηριώσει τη διήγησή του βγάζει  από την τσέπη του το κινητό του τηλέφωνο και κάτι τους δείχνει στην οθόνη. Οι άλλοι αρχίζουν να διαβάζουν, περνώντας το τηλέφωνο από χέρι σε χέρι. Η ανάγνωση διαρκεί ελάχιστα λεπτά και μόλις τελειώνουν, κοιτάζουν τον ψηλό αμίλητοι. «Και σου αρέσει αυτό που διαβάσαμε;» τον ρωτά, σπάζοντας  την αμήχανη σιωπή, αυτός που κάθεται δίπλα του, με το ρολόι Bergstern στο δεξί του χέρι, καπνίζοντας συνέχεια. Εκείνος στρέφει το βλέμμα του σε μένα, με κοιτάζει σαν να βλέπει κάποιον που γνωρίζει, αλλά δεν μπορεί να θυμηθεί πού.
«Καλό είναι, αλλά δεν δίνει διέξοδο, αφήνει την ιστορία μετέωρη» τους απαντά. 
Τα πράγματα περιπλέκονται περισσότερο, ο Γιασίν δεν φαίνεται πουθενά, και η ώρα περνά.

"Goalkeeper" 1950
Sergiy Grigoriev


Τρίτη, Αυγούστου 20, 2019

ΛΙΓΑ ΑΚΟΜΗ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ "ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ ΤΗΣ ΒΑΒΕΛ"



Βιβλία διαβάζουμε αρκετά, όσοι τέλος πάντων διαβάζουμε. Εγώ διαβάζω ελάχιστα  και πολύ καλά κάνω. Η ζωή δεν μπορεί να περιοριστεί στις σελίδες ενός βιβλίου. Η ομορφιά βρίσκεται έξω από το τυπωμένο χαρτί. Αυτή είναι η επιλογή μου και την χαίρομαι.
Από τα ελάχιστα βιβλία που διαβάζω , αναρωτιέμαι ποια είναι εκείνα που με κάνουν να σταθώ περισσότερο χρόνο μαζί τους,  που δεν θα τα εγκαταταλείπω μετά την ανάγνωσή τους στα ράφια της βιβλιοθήκης μου, αλλά νοιώθω την επιθυμία να επανέρχομαι συχνά σ’αυτά. Είναι τα  βιβλία που νοιώθω την ανάγκη  να μιλήσω γι’αυτά, να κάνω μια δημόσια εξομολόγηση για την αφηγηματική γενναιοδωρία  που μου πρόσφερε η ανάγνωσή τους.
Να μεταφέρω την απόλαυση που μου προκάλεσε η αφήγηση της ιστορίας, ενός αποσβεσμένου εγώ,στη δική μου επικράτεια,τ η λαχτάρα να αποκτήσει το εγώ μου νέα σύνορα, να διαρρήξει την μικροαστική ατομικότητα της ανάγνωσης, να γίνει ασύνορη ευχαρίστηση, και η μελαγχολία του αναγνωστικού εγωτισμού να διευρυνθεί σε μια συλλογικότητα που θα οικειώνει τον αναγνώστη με τους εσωτερικούς τόπους ενός άλλου σώματος και σκέψης.
Ωραία όλα αυτά, αλλά πώς ένα κείμενο που σε γοήτευσε, η μυθοπλαστική εικόνα ενός άλλου κόσμου, ανοίκειου με τον κόσμο που ζεις, μια εικασία για την πραγματικότητα, θα μεταφερθεί ώστε να γίνει προσβάσιμη και αποδεκτή από τον εμπράγματο κόσμο που κυριαρχεί στην νόηση των ανθρώπων στους οποίους απευθύνεσαι; Πώς το αλλότριο του πράγματος θα αποκτήσει γνωστικό ενδιαφέρον, δηλαδή από επιφύλαξη θα γίνει γνωστικό αντικείμενο; Ο περιορισμός γίνεται όλο και πιο περιοριστικός όταν θέλεις να γράψεις για βιβλία που δεν υιοθετούν  μια περιγραφική αφήγηση, αλλά είναι ένας υπαινικτικός σχολιασμός  για την νοητική υπερβολή της γλωσσικής γεωγραφίας;
Στα ερωτήματα αυτά δεν βρήκα κάποια ικανοποιητική απάντηση, που να με οδηγήσει σε μια ακόμη συμβατική παρουσίαση ενός βιβλίου που με εξέπληξε, εφαρμόζοντας τους δικούς μου κώδικες, που έτσι κι αλλιώς είναι αυθαίρετοι, καθαρά προσωπικοί, ελλειπτικοί και ενστικτώδεις .


Κυριακή, Αυγούστου 18, 2019

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ ΤΗΣ ΒΑΒΕΛ


Στο παρόν κείμενο δεν χρησιμοποίησα καμία δική μου λέξη. Είναι ένα μονταρισμένο κείμενο από τα επιλεγόμενα του μεταφραστή τού βιβλίου Συμεών Γρ. Σταμπουλού και από τη  συζήτηση για το βιβλίο που έγινε τον Απρίλιο του 2019 στο πατάρι του βιβλιοπωλείου των εκδόσεων Gutenberg. Ελπίζω να μην πρόδωσα το πνεύμα του συγγραφέα, αν και η τυχόν αδυναμία μου να τα καταφέρω, αναιρείται από την απ’ευθείας ανάγνωση των επιλεγομένων και την παρακολούθηση της συζήτησης https://www.youtube.com/watch?v=R6zgmBoXaT0&pbjreload=10, που είναι φυσικά περισσότερο τεκμηριωμένα. 
Μια αναγνωστική εμπειρία που εκλεπτύνει το βλέμμα μας για την μερική κατανόηση του κόσμου. 

ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ
1) Τα 34 πεζόμορφα ποιήματα με τον επινοημένο τίτλο «Γραμματική των γλωσσών της Βαβέλ» διά χειρός μαΐστορα Ρουστικέλο ντα Πίζα, ποιητή από την Πίζα, περιέχει τις συνομιλίες του μέσερ Μάρκο Πόλο, ευγενούς από τη Βενετία, με τον Ρουστικέλο, στο δεσμωτήριο Παλάτσο ντελ Καπιτάνο στη Γένουα, όπου κρατήθηκε μετά τη σύλληψή του την 1η Ιουλίου του 1298 , ύστερα από την ήττα του Βενετσιάνικου στόλου από τους Γενουάτες κατά τη ναυμαχία στη νήσο Κούρτσουλα. Το χειρόγραφο, κατά τον Jurgen Buchmann, χρονολογημένο στα 1299, εντοπίστηκε σην Ρώμη το 1985, από την ερευνήτρια Beatrice Signorelli (αγνώστων λοιπών στοιχείων!). 
Είναι ένα είδος σημειώσεων περιθωρίου, βασισμένων στις αφηγήσεις του Μάρκο Πόλο, που δεν εντάχθηκαν στο κυρίως έργο του, μεταφρασμένο στα Ελληνικά ως «Τα ταξίδια του Μάρκο Πόλο». Το βάρος της αφήγησης εδώ βρίσκεται στις λεπτουργικές παρατηρήσεις για τη λειτουργία των αρχέγονων γλωσσών, περισσότερο στις χειρονομίες και τη μιμική και λιγότερο στα λόγια των ανθρώπων. Το ταξίδι του Μάρκο Πόλο γίνεται τώρα εσωτερικό, πραγματεία γλωσσολογική, άναρχο σχόλιο στη δύναμη και τη φθαρτότητα της γλώσσας και της εκφοράς της ως ομιλίας απόπειρα ερμηνείας του μύθου για τον Πύργο τη Βαβέλ. Επιπλέον είναι  ένα πολυστρωματικό σχόλιο για τη λειτουργία της μετάφρασης. Τις(υποτιθέμενες) αφηγήσεις του Μάρκο Πόλο,τις οποίες η Signorelli μεταγράφει από  το βενετσιάνικο ιδίωμα στη σύγχρονη ιταλική, απ΄όπου ο Buchmann μεταφέρει το χειρόγραφο στη γερμανική γλώσσα•όθεν η μεταφορά στην ελληνική κ.ο.κ
Μία υψηλών προδιαγραφών λογοτεχνία καμωμένη από άηχους, δασείς φθόγγους και μετέωρες χειρονομίες.
 ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ κ.ΣΤΑΜΠΟΥΛΟΥ
2) Ο Buchmann είναι ένας μεταφραστής, ένας αναμεταφραστής μιας αρχέγονης αρχικής γλώσσας η οποία έχει χαθεί, μόνο από θραύσματα μπορούμε να την υποπτευτούμε, στις χειρονομίες των κατοίκων της Άπω Ανατολής της εποχής του Μάρκο Πόλο, που διατηρούσαν ίχνη της αρχέγονης εκείνης γλώσσας. Στη μιμική που υπήρχε ακόμη, στο ρήμα μιας ιδιολέκτου που χρησιμοποιούσαν με ένα ρήμα στο λόγο τους με πολλαπλές σημασίες, και αυτό ίσως είναι το ρήμα του Θεού.
Ο συγγραφέας παίρνει την persona του Μάρκο Πόλο, ταυτίζεται μαζί του, και αντί να βάλει στο κέντρο την πόλη βάζει τη γλώσσα. Γιατί βάζει τη γλώσσα; Εδώ μπαίνουμε στην ουσία του έργου, που παύει να είναι αλληγορία μόνο και μεταφορά, και κυριολεκτικά γίνεται λόγος στα πράγματα της Ευρώπης, στον σημερινό  πολιτικό λόγο , στο δημοσιογραφικό λόγο,  στην εφαρμοσμένη εμπράγματη δημοκρατία, στην εργαλειοποίηση της γλώσσας, η οποία έχει γίνει ακριβώς το όργανο για να χάσουμε την επαφή μας με αυτή.
Το βιβλίο δεν είναι παιγνίδι, είναι κυριολεξία, είναι γραμμένο από τον Buccmann, αφού κάθε μετάφραση δημιουργεί ένα νέο γεγονός. Η ουσία του βιβλίου βρίσκεται στο ότι υπάρχει μια αναγωγιμότητα της γλώσσας, η δημιουργία ενός υπερβατικού εγώ, όπου έχει καταληθεί η ουσίωση της ύπαρξής μας, που κάποτε ήτανε μέσω της γλώσσας. Κάποτε είμασταν συνομιλία(Χαίντερλιν), όχι εν διαλόγω, τώρα είμαστε σε συνομιλία. Αυτή η διαφορά που φαίνεται μικρή αλλά είναι ουσιώδης. Το βιβλίο αυτό μας βάζει στο όχι είμαι σε συνομιλία, αλλά είμαστε συνομιλία. Την εποχή που οι άνθρωποι ήταν κατηγορούμε νό, δεν ήταν κατάσταση.

υγ. Ας μου συγχωρεθούν οι τυχόν αβλεψίες στην μεταγραφή του προφορικού λόγου και οι συντελεστές του βιβλίου ας φανούν επιεικείς για την πρωτοβουλία μου.

Ιούλιος και μισός Αύγουστος 2019




Κυριακή, Αυγούστου 04, 2019

Η ΚΑΘΟΔΟΣ


Προσπαθούν να με πείσουν ότι βρίσκομαι σε κάθοδο, ενώ εγώ πίνω τον απογευματινό καφέ μου, καπνίζω τα Luckies τσιγάρα μου, τραβώντας εθιστικές καπνοφόρες τσούρες, καθισμένος αναπαυτικά στην πολυθρόνα μου στο μικροκαμωμένο μπαλκονάκι μου. Απολαμβάνω τον ουρανό που βάφεται πορφυρός,  από έναν ήλιο  που βυθίζεται σαν ένα ουράνιο κεράσι, επηρμένο από το μέγεθος και τη μεγαλοπρέπειά του. Το θεραπευτικό, ιλαρό αεράκι που κατεβαίνει από τον Υμηττό με γαληνεύει και με ζωοποιεί. Αλλάζω σταθμούς στο τραντζιστοράκι, που κληρονόμησα από τον πατέρα μου, χαϊδεύω το σκύλο μου, που είναι ξαπλωμένος δίπλα μου, ανταποδίδοντας την αφοσοίωσή του, ενώ σκέφτομαι να του χαϊδέψω την ουρά, αλλά το αναβάλω για μια ακόμη φορά, όπως κάνω χρόνια τώρα. Αλλάζω θέση στη στάση των ποδιών μου, προσπαθώντας να βρω την πιο ξεκούραστη θέση για το σώμα μου, κι αυτοί κάτω, οι οπαδοί της ευκοσμίας του βίου,  στο πεζοδρόμιο, έκπληκτοι και αναστατωμένοι,  περιμένουν ανυπόμονα την τελική και οριστική πρόσκρουσή μου στον πυρακτωμένο δρόμο. 
Η σύγκρουση στο έδαφος είναι ολέθρια και συντριπτική. Οι αυτόπτες μάρτυρες σε πανικό, άλλοι απομακρύνονται έξαλλοι και φοβισμένοι, μη μπορώντας να αντέξουν το αιματοβαμμένο θέαμα του διαλυμένου κορμιού μου, οι πιο ψύχραιμοι στέκονται πάνω από το άψυχο σώμα μου, που έχει πάρει μια αποκρουστική, ακατανόητη στάση, τσακισμένο και δύσμορφο, προσπαθώντας να συντάξουν τα λόγια τους με λογική αντιστοιχία,  με προοπτική να βρουν μια συναινετική απόφαση για το τι θα πρέπει να αποφασίσουν για μένα ή καλύτερα για το πτώμα μου.
Σκύβω ν’ακούσω τη συνομιλία τους. Η απόσταση είναι μεγάλη, ο θόρυβος από το δρόμο δυσκολεύει την ακοή. Το μόνο που φτάνει στα αυτιά μου είναι η τρεμάμενη φωνή ενός μεσήλικα, σκυμμένου πάνω μου, να λέει: «Είναι ο ένοικος του τρίτου ορόφου, εκείνος που σκέφτεται διαρκώς να χαϊδέψει την ουρά  του σκύλου του, αλλά δεν το κάνει ποτέ». 
Δεν ακούω σειρήνες ασθενοφόρου και έχει ήδη νυχτώσει.


Xanti Schawinsky on a Bauhaus balcony
Laszlo Moholy-Nagy
1928