Κυριακή, Νοεμβρίου 02, 2025

ΧΑΛΑΡΩΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ



 Δεν έκανε κάτι επικίνδυνο 

Ήταν εντελώς ακίνδυνο 

Κάθε δεύτερο δίμηνο 

Ξάπλωνε σε κρεβάτι δίκλινο 

Κι έπαιζε με έναν κύλινδρο

Πέμπτη, Οκτωβρίου 23, 2025

TAXI DRIVER

 

Το καλοκαίρι του 1976 είχαν έρθει να δώσουν μια συναυλία στο Λυκαβηττό οι Έμερσον, Λέικ και Πάλμερ. Το επόμενο βράδυ, μετά τη συναυλία, με κάλεσαν από την ρεσεψιόν του ξενοδοχείου όπου διέμεναν να τους πάω στην ταβέρνα του Κολλημένου στην Καισαριανή. Έφτασα στο ξενοδοχείο γύρω στις οκτώ. Στο ταξί επιβιβάστηκαν μόνο ο Έμερσον και ο Πάλμερ και κάθισαν στο πίσω κάθισμα. Κατά τη διάρκεια της κούρσας ήταν κι οι δυο αμίλητοι. Όταν βρεθήκαμε στις αρχές της Φορμίωνος, στο ύψος του κινηματογράφου «Πτι Παλαί», άρχισαν να λογομαχούν ξαφνικά, χωρίς να καταλαβαίνω τι λένε. Από αγγλικά ήμουν στο επίπεδο του Lower κι έτσι δεν μπορούσα να σταυρώσω λέξη από αυτά που λέγανε, ώστε να καταλάβω ποιος ήταν ο λόγος αυτές της διένεξης. Σε λίγο η ένταση ανέβηκε, σταμάτησαν τα λόγια και επιδόθηκαν στην πράξη. Άρχισαν να τσιμπούν ο ένας τον άλλον. Πρώτος ξεκίνησε ο Πάλμερ, απ’ό,τι είδα από το καθρεφτάκι, και ο Έμερσον ανταπέδωσε. Οι τσιμπιές επεκτάθηκαν σε ολόκληρο το σώμα, το επεισόδιο στο οποίο στην αρχή δεν έδωσα σημασία πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις, οπότε αναγκάστηκα να τους χαλιναγωγήσω, λέγοντας με σκληρό ύφος και φωνή αυστηρή, απαιτητική «Stop, please». Όμως δεν εισακούστηκα, η μάχη συνεχιζόταν με την ίδια ένταση. Αγανακτισμένος από την ανυπακοή τους, αναγκάστηκα να τους πω, σε άθλια αγγλικά, αλλά με άψογες χειρονομίες, ότι αν συνεχίσουν θα τους κατεβάσω κάτω. Συνέχισαν να αλληλοτσιμπιώνται και έτσι πραγματοποίησα την απειλή μου. Δεν πρόβαλαν καμία αντίρρηση αναγνωρίζοντας την παραβατικότητά τους. Τους αφησα στην έβδομη στάση του αστικού λεωφορείου «Ακαδημία-Ανάληψη». Δεν ξέρω τι αποφάσισαν να κάνουν, αλλά απομακρυνόμενος τους είδα συμφιλιωμένους να καπνίζουν, κοιτάζοντας τον δρόμο, για κάποιο άλλο ταξί ίσως.


Κυριακή, Οκτωβρίου 05, 2025

ΤΡΙΑΝΤΑ ΜΟΝΟΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗ





 ΜΟΝΟΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗ

1) Ο Γιάννης Ευσταθιάδης είναι ένας αλάνθαστος δοκιμαστής των θερμίδων του χρόνου.

2) ) Μπορεί να διακρίνει εύκολα, πίσω απ’ τα φυλλώματα του χρόνου, τη γεύση ακόμα του ανέμελου.

3) Προσπαθεί να θυμηθεί, σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης της μνήμης, επαναφέροντας αποσπάσματα ήχων, ριπές αρωμάτων, θρύμματα φωνών και τη συνηγορική αφή μέσα από αποξηραμένα αγγίγματα

4) Υπηρετεί την επίμονη θητεία της μοναξιάς, ασκείται κάθε μέρα στη μη λήθη και αποστηθίζει την παραδοχή του τετελεσμένου.

5) Από φωνές, τριξίματα μοναξιάς, σιωπές, κληρονομεί την θερμοκρασία των διαδοχικών μεταμορφώσεων, τη σύνοψη των ηλικιών, τους έρωτες, την πλήξη, τα πένθη και τις οδύνες, διατηρώντας το αρνητικό του σώματός του μέσα από τις πολλαπλές ακτινογραφίες του χρόνου

6) Αυτοβιογραφείται μέσα από στέρεα αντικείμενα και ρευστούς ήχους, που εξωραΐζονται και παίρνουν τη βλοσυρή ακινησία του ανεπίστρεπτου

7) Τα διηγήματα του Γιάννη Ευσταθιάδη δεν δηλώνουν τίποτα, δεν υπονοούν τίποτα, αδιαίρετα και απροσπέλαστα δεν παραπέμπουν πουθενά, δεν συμβολίζουν το παραμικρό· γεμίζουν απλώς ένα κενό στην καθημερινή περιήγηση του βλέμματος.

8)Έτσι είναι η μνήμη: σταγονομετρική, άχρωμη και αποξηραμένη.

Ένα ξερό λουλούδι σε φάκελο.

9) Ο Γιάννης Ευσταθιάδης είναι ένας βουλιμικός της αναδρομής που μπορεί να φτάσει κάποτε μέχρι το ψευδαισθητικό καρβέλι του Γιάννη Αγιάννη και να συναντήσει, ως ύστατη φαντασίωση, τον θαλερό Ουγκό, συνοφρυωμένο, με την πένα υγρή πάνω από το πορώδες χαρτί.

10) Προπονεί τη μνήμη του με επίμονες αναδρομές, πιστεύοντας ότι η αμνησία, ίσως να σημαίνει και αμνηστία.

11) Γράφει από μια παρωχημένη αίσθηση καθήκοντος προς τον μικρόκοσμό του, επιθυμώντας κατά βάθος να είναι μεταρρυθμιστής της κοινόχρηστης ερημίας που τον κυκλώνει.

12) Έχει την ψευδαίσθηση πως αποτυπώνει τον κόσμο (στον βαθμό που χρησιμοποιεί το σώμα σαν πειραματόζωο) και αποκωδικοποιεί τα συναισθήματά του, καταγράφει εντυπώσεις, έχοντας τη βεβαιότητα πως αυτές έπονται της γραφής-άρα αυθαιρετεί-, κι όταν καταθέτει μνήμες, θλίβεται γιατί τις παραδίδει στην τελεσιδικία της μελάνης.

13) Αυτά που γράφει ο Γιάννης Ευσταθιάδης δεν είναι μόνο μνήμη, αλλά και ονειροπόληση της επιθυμίας. Μέσα από τα κείμενα αντλεί τη διαρκή νεότητα του μη τετελεσμένου.

Αν η ζωή του είναι μια σειρά σβησμένα στιλό, προσπαθεί να ατενίσει τη φλόγα των αχρησιμοποίητων που δεν έγραψαν ακόμη.

14) Ξέρετε τι είμαι; ρωτάει. Ευμετάβλητος και δια βίου συνηρημένος-το «αω» της λύπης γίνεται «ω» της χαράς-, μικρογραφημένος στις ηλικίες, υψίκομος κατά στιγμές, ευθυτενής στη μελαγχολία, λεπτοφυής στη μοναξιά

15) Είναι ένας ερμηνευτής του λεξιλογίου των συναισθημάτων.

Το ομολογεί ως κύριος Πασκάλ.

16) Αισθάνεται πως βρίσκεται διαρκώς στο κέντρο ενός αόρατου στούντιο που τεχνητά αποψύχει τις αναμνήσεις και τεχνητά θερμαίνει τη συσκευασία των συνθετικών υλικών των ονείρων του.

17) Αισθάνεται ένοχος μνήμης, άτομο με ειδικές ανάγκες λησμονιάς, θέλει να ξεχάσει και να ξεχαστεί, θέλει να βαδίσει μόνος σε σιωπηλούς νεκρότοπους.

Θέλει όλος ο κόσμος να γίνει ένα δωμάτιο με τέσσερις τοίχους, ένα λευκό κελί που να τον προστατεύει από την ακτινοβολία της ανάμνησης, που να τον κάνει να περπατήσει στη λευκή ρυμοτομία του τίποτα. Θέλει ένα δωμάτιο παντού.

18) Ομολογεί ότι δεν κατάφερε η ευσπλαχνία της γραφής να τον διασώσει. Τα αισθήματά του παραμένουν ατελή. Δειλιάζει μέσα στην επηρμένη μετριοφροσύνη του. Θα τολμήσει, ρωτά, ιδανικός αυτόχειρας, να πεθάνει μ'αυτές τις λέξεις;.

19) Αναπολεί τη χαμένη ικανότητα να πλάθει ιστορίες · την ευκολία να στήνει μύθους και, το κυριότερο, να γεννά ήρωες. Ομολογεί ότι δεν ξέρει αν έμαθε ποτέ να φτιάχνει χαρακτήρες, τουλάχιστον να μπορεί να τους προσδώσει ψυχή και οντότητα

Ξέρει, όμως, να δημιουργεί εφέ. Έχει την ικανότητα να επινοεί. Να εφευρίσκει. Μπορεί να προχωρεί με τεχνάσματα που εντυπωσιάζουν. Κάτι σαν φακίρης των λέξεων. Σαν Παγκανίνι των συναισθημάτων. Ξέρει την τέχνη της κλιμάκωσης – αλίμονο!-του πάθους.

20) Άραγε στην υπεριώδη συννεφιά του χρόνου που διέρρευσε να βρήκε στη ζωή του δείκτη προστασίας ο Γιάννης Ευσταθιάδης; Το δραστικό αντίδοτο για την γκρίζα σαν τέφρα βροχή της μοναξιάς, την αφήγηση για τις εσωστρεφείς καταιγίδες ή μάλλον τις λιτές εξομολογήσεις που απλώνει με κινήσεις πανικού κατά των δακρύων, ώστε όταν η σταγόνα κυλά να μην απορροφάται από το δέρμα, αλλά από ένα παχύ στρώμα σιωπής;

21) Μία επιλεκτική μνήμη εξαφανίζει διακριτικά, με φαιά αχλύ, πρόσωπα, συμβάντα, στιχομυθίες, πόλεις και τοπία, και συντηρεί μόνο το γαλάζιο άπλετο φως των ματιών σου, τις εκτάσεις του δέρματός σου και τα χιλιόμετρα που επάνω του έχω διανύσει, το σάλιο σου που ευλαβικά έχω μεταλάβει.

Με αυτά τα λόγια επιλέγει να απευθυνθεί στο απόν ερωτικό αντικείμενο του πόθου του, ο αυτουργός μοναξιάς Γιάννης Ευσταθιάδης, καταδικασμένος σε ποινή στείρας αναδρομής.

22) Θέλει να θυμάται αλλά μην νοσταλγεί. Αγαπά τη μνήμη αλλά μισεί τη νοσταλγία. Εγκλωβισμένος σε μια ιδιότυπη απομόνωση, επιθυμεί κάποια χρονοκτόνο απασχόληση που να τον ανακουφίζει.

23) Ξέρει να θυμάται. Γνωρίζει άριστα όλους τους μηχανισμούς της αναδρομής, την τεχνική να γυρίζει πίσω στον χρόνο, σαν ανάποδο γύρισμα ταινίας, να επαναφέρει εικόνες, να ανασυνθέτει χώρους, και να ξανακούει φωνές, να μηρυκάζει διαλόγους και επιφωνήματα.

24) Μικροσκοπεί τον χρόνο.

Ασυναισθήτως, ονειρεύεται μια ράφτρα μνήμη που θα φέρει επιτέλους την κλωστή.

25) Μεθοδικά ανακαλεί τις παλιές εικόνες, και με στρατιωτική πειθαρχία ανασκαλεύει τις αναμνήσεις του. Ζητά απ' τους παλιούς του έρωτες να κάνουν ένα βήμα μπροστά, διατάζει τα θλιβερά συμβάντα να εξαφανιστούν. Ανασυνθέτει την θαλπωρή των χώρων, την ιδιαιτερότητα των ενδυμάτων, ανακαλύπτει το συμβολισμό των αντικειμένων. Κερματίζει τις εικόνες σε εποχές και καιρικές συνθήκες. Ακριβοδίκαια κατανέμει το φως του ήλιου και τη θλιμμένη όψη της σελήνης σε μνήμες. Κάνει τα χρόνια και τις μέρες ώρες και στιγμές. Μα πιο πολύ, ταξινομεί φωνές.

26) Θέλει μια μνήμη χωρίς τεχνητά βοηθήματα, χωρίς εικονική υποστήριξη, χωρίς τεκμήρια. Θέλει μια μνήμη σαν δύσκολη άσκηση αναδρομής με κλειστά μάτια.

27) Καταθέτει την όσφρηση παρελθόντων ετών, την επικράτεια τετελεσμένων ερώτων, και εκλιπαρεί για περισσότερες λέξεις.

Αντιλαμβάνεται βέβαια ότι είναι ψευδαίσθηση πως με τις λέξεις θα καλύψει το αυτάρεσκο κενό, αλλά επιμένει.Ευτυχώς.

28) Έχει επιλέξει την ενικότητα της σιωπής, τη μη αντήχηση των άδειων δωματίων, την έσχατη περισυλλογή της λήθης. Χρειάζεται μόνο έναν μονόλογο μοναξιάς.

Αν βέβαια συμφωνούμε να επικοινωνήσουμε αβοήτως μαζί του, με μια τρυφερή αγλωσσία, τότε ναι, θα μας καλέσει αμέσως.

Μετά τον ήχο της απόγνωσής του μπορούμε να αφήσουμε το μήνυμα μας στον αυτόματο τηλεφωνητή του.

29) Αναζητεί την ορθή σύνταξη των συναισθημάτων, τον ενικό της μοναξιάς, τον δυϊκό του έρωτα, τον πληθυντικό της θλίψης. Πετά σαν αστροναύτης του νοήματος και προσπαθεί ακόμα να ανακαλύψει πώς γράφεται ένα φιλί.Ζητά χρόνο να του δώσουμε. Από τη μεριά μου έχει απεριόριστο.

30) Ο Γιάννης Ευσταθιάδης αρνείται να γίνει η μνήμη εύκολη υπόθεση.


Ανέβηκε στο facebook σαν σήμερα το 2024

Δευτέρα, Ιουνίου 16, 2025

ΠΡΩΤΗ ΕΠΙΣΚΕΨΗ

 


Φαινόταν να βρίσκεται σε κινητική αναταραχή καθισμένος στην πολυθρόνα του, μια δερμάτινη καφέ, με έντονα τα σημάδια της πολυχρησίας.

Τα μάτια του έκαναν μεγάλη προσπάθεια να εστιάσουν στο πρόσωπό μου. 

-Καθίστε παρακαλώ, μου λέει και δείχνει μια καρέκλα ξύλινη, ντυμένη με βυσσινί ύφασμα, κάτω από ένα πεύκο.

-Τι  ονειρεύεστε περισσότερο, ήταν η πρώτη του ερώτηση.

-Συνήθως αλσύλια, πάρκα, δάση, κήπους, πουλιά, του απαντώ.

Κυριακή, Ιουνίου 15, 2025

ΝΙΚΟΣ ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


 














Κάθε φορά που βλέπω, έστω εξ αποστάσεως, μέσω φωτογραφιών, καινούργια δουλειά του Νίκου Κακουλίδη, μεταφέρομαι σε ένα κόσμο όπου η πρόσληψή του ως επινοημένη πραγματικότητα γίνεται τρόπος επανεκκίνησης της νοηματικής επεξεργασίας ώστε η μεταφορά τού βλέμματος σε μορφές και τόπους ανοίκειους να λειτουργεί ως οπτική κάθαρση στον πληθωρισμό εικόνων που εισβάλλουν από παντού .

Ο καμβάς λοιπόν που ο Κακουλίδης στήνει τον κόσμο του για να συνομιλήσει μαζί μας, στον πυρήνα της οπτικής μας αντίληψης μας, είναι η αισθητική του πρόταση για την απελευθέρωση του βλέμματος από την υποβολή της εικονοποιημένης πραγματικότητας που κυριαρχεί στην σύγχρονη εποχή. Αυτής της αναπαραστατικής Εδέμ που μας χειραγωγεί και μας ευδαιμονεί ταυτόχρονα, προτείνοντας μια εσωτερική μεταστροφή που θα αποκαλύψει έναν κόσμο ονειρικό, προκλητικό και ανατρεπτικό. Με τα έργα του επανατοποθετεί την οπτική μας σε ένα κόσμο πέρα των πεπερασμένων ορίων της “αλήθειας” της ορατής πραγματικότητας.

 Ο Κακουλίδης ζωγραφίζει με το βλέμμα προς τα εσωτερικά του τοπία, η ζωγραφική απεικόνιση του κόσμου, εξ αντανακλάσεως, είναι γκρίζα, σκοτεινή, αινιγματική, παράδοξη, μοναχική, συγχρόνως όμως παιγνιώδης της οπτικής αναπαραστατικής συμβατικότητας, αντιμέτωπη με ένα κοινό εκπαιδευμένο στην οικειότητα της άμεσης οπτικής εντύπωσης, Ένα επιβαρυμένο οπτικά κοινό που εκπλήσσεται και αντιδρά σ’αυτές τις εικόνες οι οποίες προκαλούν με τον αιφνιδιασμό της αινιγματικότητάς τους τον απεικονιστικό κόσμο στον οποίο έχει εθιστεί. Η συγκινησιακή φύση της εικόνας όμως βοηθά τον θεατή να υπερνικήσει τις λογικές συνειρμικές επιφυλάξεις και συναισθηματικές αντιφάσεις.

Η «συνομιλία» του καλλιτέχνη με το κοινό δεν περιορίζεται σε μια επικοινωνία μορφής και θεμάτων κατανοητών, εμπειρικών προσλήψεων, αλλά σε μια επέκταση της αντιληπτικότητας του βλέμματος που λειτουργεί στην κατανόηση της σχέσης δημιουργού και αποδέκτη, όπου η δυσπιστία, η ενόχληση, ο θαυμασμός, όλα αυτά μαζί, μπορούν να είναι ο κοινός τόπος αποδοχής μιας επικοινωνίας που δημιουργεί γέφυρες με καινούργια, πρωτότυπα υλικά, που διαρκώς, κι αυτό είναι το ενδιαφέρον, βρίσκονται σε διαρκή αμφισβήτηση, αποδοχή και διαλεκτική σχέση ανοιχτών λογαριασμών.

Πεπεισμένος ότι ο Κακουλίδης έχει πλέον κυριαρχήσει στα εκφραστικά του μέσα τελειώνω με κάποια λόγια που έγραψα πριν λίγα χρόνια και διατηρούν ακέραια την επικαιρότητά τους:

«Αυτόνομος, με δικούς του κανόνες, μας καλεί να τον επισκεφτούμε, κουβαλώντας το βαρύ διανοητικό φορτίο της καθημερινότητας. Οι εικόνες του υποδέχονται το βλέμμα μας απελευθερωτικά, η καλλιτεχνική συγκίνηση που μας προκαλεί, με τις παγιδευμένες, ακίνητες μορφές του, μας εμβαπτίζει σ'έναν αυτογενή κόσμο, δίνοντας τέλος στη νυχτική γαλήνη της μακάριας πραγματικότητας. Το ελλαμπές σκότος της ζωγραφικής του Νίκου Κακουλίδη μας προσφέρει τον δικό του εκπωματισμό της αλήθειας, ανάμεσα στις τόσες που προτείνονται και συνιστούν τον κόσμο μας. Μόνο που αυτή η αλήθεια, υπερούσια από τη μυστηριακή καταγωγή της, τα όριά της ανιχνεύονται πέρα από μουσειακά σύνορα της αποδεικτικής πραγματικότητας».

Σάββατο, Ιουνίου 14, 2025

ΤΟ ΑΔΥΝΑΤΟΝ ΦΥΓΕΙΝ ΑΔΥΝΑΤΟΝ



Προνοητικός καθώς είμαι, κάνω μελετημένα και προσεκτικά βήματα μέχρι να φτάσω στο στόχο μου, σίγουρος ότι το πλάνο μου δεν θα παρεκκλίνει από απρόβλεπτους παράγοντες και το σχέδιό μου θα πραγματοποιηθεί με απόλυτη επιτυχία.

Κι όμως ένα απόγευμα, ο κατεργάρης, ήρθε αθόρυβα πίσω μου, έσπρωξε το σκαμνί κάτω από τα πόδια μου κι έτρεξε προς την κουζίνα.

Όταν με άκουσε να βογκάω, πεσμένος στο πάτωμα του υπνοδωματίου μου, επέστρεψε, με πλησίασε, στην αρχή κάπως διστακτικά, κι άρχισε γλείφει τα χτυπημένα μου πλευρά.

Ευτυχώς δεν είχα περάσει τη θηλιά στο λαιμό μου.

Παρασκευή, Ιουνίου 13, 2025

Ο ΣΟΜΕΛΙΕ

 


Ευδιάθετος από την εύρεση του ονόματός του, επτά καθέτως με οκτώ γράμματα, στο στο σταυρόλεξο του διεθνούς κυκλοφορίας περιοδικού οινολογίας «Wine”, ως ένας από τους πιο διακεκριμένους sommelier στον κόσμο και αναμφισβήτητα ο καλύτερος στην Ελλάδα, ανοίγει ένα παγωμένο λευκό κρασί, εσοδείας 2016, που ο τίτλος «Ευγεσία» είναι γραμμένος με χρυσά γράμματα στην ετικέτα, παίρνει ένα πούρο από το humidor, πατάει το κουμπί You Tube στο τηλεκοντρόλ και παρακολουθεί, αφήνοντας συννεφάκια καπνού στον αέρα, τη συνέντευξη του με τα 75.584 views στον τηλεοπτικό σταθμό «Νέα Εποχή».  

Όταν ακούει τον ήχο κλήσης του κινητού τηλεφώνου, με τον ύμνο αφιερωμένο στ’ όνομα του, ευγενική προσφορά του φίλου του συνθέτη Λικόφιλου, δεν το σηκώνει. Πατάει το pause στο τηλεκοντρόλ και απολαμβάνει τον μελωδικό χείμαρρο της μουσικής και τα λόγια που τρέφουν την ματαιοδοξία του, επιβεβαιώνοντας τον θρίαμβο του στον επαγγελματικό χώρο.

Ευμήχανος στην ονειρική αληθοφάνεια συνέχισε να πίνει με μικρές απολαυστικές γουλιές το κρασί του μέχρι που όλα έσβησαν όπως ακριβώς είχαν αρχίσει.







  



Τετάρτη, Ιουνίου 11, 2025

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ


 Ο Δ. ακμαιότατος, εβδομήντα επτά χρονών παλικάρι, ανάβει το κερί του στο εκκλησάκι του Αγίου Χριστόφορου και επαναλαμβάνει χρόνια τώρα την ίδια παράκληση:

«Άγιε Χριστόφορε, να σε ‘χει ο Θεός πάντα καλά εκεί που βρίσκεσαι, να μας δίνεις την βοήθειά σου όταν σε χρειαζόμαστε».

Μέχρι στιγμής του πάνε όλα καλά.

Κυριακή, Ιουνίου 08, 2025

Η ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ ΔΑΛΙΔΑ


 Η γιαγιά μου Δαλιδά ισχυρίζεται, όταν την επισκέπτομαι στο γηροκομείο, πως οφείλει τη δύναμή της στα μακριά μαλλιά της. Χάρις σ’αυτά διατήρησα τη δύναμη, την τιμή και την αξιοπρέπεια στην ζωή μου ενάντια στις πατριαρχικές απαιτήσεις του παππού σου, λέει.

Για να αποδείξει τον ισχυρισμό της, με μια κίνηση του χεριού της, συντρίβει τον ναό που έχει μπροστά της, φτιαγμένο με υλικά από το «Παίζω και μαθαίνω».


Ο πίνακας «My Great Grandmother» είναι του James Archer

Τρίτη, Ιουνίου 03, 2025

ΣΧΟΛΙΚΑ ΛΕΟΦΩΡΕΙΑ

 

Μου αρέσει να οδηγώ σχολικά λεωφορεία. Χειροκίνητα ή ηλεκτρικά. Είναι οικονομικά, οικολογικά, δεν χρειάζονται σέρβις, έχουν άνεση χώρου, δεν έχουν φθορές, βρίσκεις εύκολα πάρκινγκ. 

Όταν δεν τα χρησιμοποιείς, γίνονται όμορφα στολίδια για τα έπιπλα του σπιτιού.

Κυριακή, Ιουνίου 01, 2025

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΒΟΛΤΑ

 


Είμαι έτοιμος για την Κυριακάτικη βόλτα μου. Έξω έχει έναν καυτό ήλιο, αφόρητο. Ντυμένος με ελαφρά ρούχα παίρνω το καπέλο μου που έχω αφήσει στον καναπέ. Από μέσα πετάγεται ένας λαγός.

Η έξοδός μου δεν αναβάλλεται. Μόνο που αυτή τη φορά θα είμαστε δύο.


Ο πίνακας

«Rabbit In Front Of The Mirror»

Michael Sowa

Πέμπτη, Μαΐου 29, 2025

ΚΡΙΜΑ ΜΟΡΦΩΜΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

 



Φαινόταν μορφωμένος. Η θήκη με τα δύο στυλό που βρέθηκε στην εσωτερική τσέπη τού σακακιού του, το σημειωματάριο με τις λευκές σελίδες, το βιβλίο με τίτλο «Μέρες ανησυχίας» του John Leventis, υπογραμμισμένο και με σημειώσεις στο περιθώριο, επιβεβαίωναν ότι ήταν άνθρωπος με πνευματικές ανησυχίες. Άλλωστε το στοχαστικό ύφος παρέμεινε αναλλοίωτο στο νεκρικό, αιματοβαμμένο πρόσωπό του, ένα αναμφισβήτητο, επιβεβαιωτικό στοιχείο ανθρώπου εγκλωβισμένου στον σκοτεινό λαβύρινθο της διανοητικής αναζήτησης.
Κάποια εσωτερική, επιτακτική διέγερση τον έκανε να παρατήσει τον καφέ του στη μέση, να βάλει το βιβλίο που διάβαζε στο σακίδιο, να πληρώσει γρήγορα, δίχως να περιμένει τα ρέστα, που δεν ήταν ευκαταφρόνητο ποσό για έναν καφέ, δίχως να σταθεί να ακούσει τον γλυκύτατο ήχο της φράσης «Ευχαριστώ πολύ!» της ευεργετημένης σερβιτόρας, βγήκε από το «Coffee Restaurant» φουριόζος, διέσχισε την λεωφόρο απρόσεχτα, δίχως να ελέγξει την κυκλοφορία, απόφαση καταδικαστική ώστε να μην αντιληφθεί το σκούρο μπλε Fiat Punto που τον γκρέμισε από τον κόσμο της ορθοστασίας, στέλνοντάς τον, εν ακαρεί, στον ανάπνευστο κόσμο της αιώνιας, οριζόντιας κατάκλισης.



Ο πίνακας "Accident Painting" είναι του Juan De La Rica

Τρίτη, Απριλίου 08, 2025

ΜΑΙΡΗ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ «ΣΤΩΜΑ»

 ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ «ΣΤΩΜΑ»


Εκδόσεις «Ο μωβ σκίουρος»

Κάπου κάπου βρίσκονται περιοδικά που φιλοξενούν κείμενά μου. 

Όπως είναι φυσικό είμαι χαρούμενος και ευχαριστώ το περιοδικό «Ο αναγνώστης».

https://www.oanagnostis.gr/to-vivlio-ta-kritiria-i-proslipsi-me-aformi-to-ergo-tis-m-stathopoyloy-grafei-o-spyros-payloy/


Τρίτη, Μαρτίου 18, 2025

Ίστορία τών μεταμορφώσεων


Ένα πολύτιμο γλωσσικό κόσμημα, η κατοχή του οποίου είναι μια πνευματική ευωχία, δείγμα του πεπρωμένου που ορίζει κάποιους ως προνομιούχους αναχωρητές της προσφοράς και της ζήτησης, σε μια εκδοτική αγορά που συνθλίβει τις επιλογές μέσα στην ακατάσχετη χοάνη της. 
Πολύτιμα δώρα που μας προσφέρουν κάποιοι παραμυθάδες τεχνουργοί με τη λεπτοφυΐα της τέχνης τους, το περίτεχνο κέντημα της αφηγηματικής ευφυΐας, την κομψότητα του ύφος, την καθαρότητα και απλότητα της καλλιγραφικής εξιστόρησης.
Παράλληλα όμως σκέφτομαι την αμηχανία και αδυναμία, κυρίως αυτή, των ελλήνων λογοτεχνών, κριτικών και αναγνωστών μπροστά σε αυτό το καλλιεπές δημιούργημα, που ομολογουμένως, απ’όσο βέβαια γνωρίζω, παραμένει μοναδικό και μοναχικό στη λογοτεχνική μας παράδοση.
Δίκαια λοιπόν αναρωτιέται ο Αριστοτέλης Σαΐνης στον πρόλογο τού αφιερώματος για τον Γιάννη Πάνου στο περιοδικό «Χάρτης» γιατί οι συνεργάτες του αφιερώματος προτίμησαν, σ’ένα μεγάλο ποσοστό, να ασχοληθούν με το άλλο εμβληματικό βιβλίο του «...από το στόμα της παλιάς Remington...». 
Η επιδραστικότητα του βιβλίου στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία είναι μηδαμινή, ελάχιστη. Αλλά αν κάτι βρίσκεται έξω από τα χωρικά σου ύδατα και αποφεύγεις να βουτήξεις σε άγνωστα νερά τότε θα χρειάζεσαι πάντα σωσίβιο για να κολυμπήσεις.


Σάββατο, Μαρτίου 08, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(100)

 


-Αν μπορούσες να συνοψίσεις σε μία λέξη όλα αυτά που έχεις γράψει ποια θα ήταν;

-Μπλε!

Πέμπτη, Μαρτίου 06, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(99)

 


-Τι ακούγεται; 

-Η γάτα είναι, θέλει να μπει μέσα. 

-Διώξε την! Είπαμε ότι δεν θα ξαναμπεί στο σπίτι. Το γέμισε όλο τρίχες.

-Επιμένει. Περίμενε να δω τι συμβαίνει.

Άνοιξε το παράθυρο της κουζίνας και κοίταξε έξω.

-Νίκο! Είναι μπλε!

-Παράτα την. Αλλάζει χρώματα για να μας εντυπωσιάσει. Καλά λέω ότι είναι διάολος μεταμορφωμένος.

Δευτέρα, Μαρτίου 03, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(98)

 


-Σε είδε κανείς να μπαίνεις;

-Όχι.

-Ακούμπα το εδώ σιγά-σιγά. Είναι ακόμα μπλε;

-Ελπίζω.

-Για να δούμε. Μπράβο! Τα κατάφερες.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 28, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(97)

 


-Ξέρεις τι έλεγες στο παραλήρημά σου;

-Τι;

-Επαναλάμβανες συνεχώς τη λέξη μπλε.

-Μόνο αυτό;

-Ναι.

-Δυστυχώς.

-Γιατί;

-Εκκρεμεί και κάτι άλλο.

-Τι άλλο;

-Να την έγραφα.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 26, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(96)


-Θα σου εμπιστευτώ κάτι, αλλά να μείνει μεταξύ μας.

-Αφού με ξέρεις. Τάφος!

-Είναι μπλε.

-Είσαι σίγουρος;

-Αφού το είδαμε κι οι δυο μας.

-Τι αποφασίσατε;

-Να το κρατήσουμε.

 

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 24, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(95)

 


-Βρέθηκε;

-Ναι

-Έχουμε νέα;

-Δυστυχώς, καταστράφηκε ολοσχερώς. Μόνο το χρώμα έμεινε.

-Τώρα να δούμε τι θα κάνουμε.

-Έχω όμως κάτι ευχάριστο.

-Πες το λοιπόν.

-Το χρώμα έγινε μπλε.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 23, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(94)

 


-Συνέβη ποτέ να σου ξεφύγει η λέξη "μπλε" την ώρα που μιλούσες δίχως να το καταλάβεις;
-Ποτέ. Εσένα;
-Συχνά.


Πέμπτη, Φεβρουαρίου 20, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(93)



-Είναι όμορφος, ευγενικός, εργατικός, με χιούμορ. Έχει όμως ένα ελάττωμα, πες το εμμονή, ναρκισσισμό.

-Τι ελάττωμα;

-Δεν κλείνει ποτέ τα μάτια του.

-Δηλαδή;

-Να, ακόμη και όταν κοιμάται τα αφήνει ανοιχτά

-Γιατί αυτό;

-Θέλει να φαίνονται συνέχεια, διότι έχουν μια μοναδική απόχρωση του μπλε, που δεν διαθέτει κανείς στον κόσμο, όπως τον έχουν διαβεβαιώσει ζωγράφοι, εκτιμητές έργων τέχνης, ακόμα και οφθαλμίατροι.

Είναι ένα χρωματιστό αριστούργημα, του είπε κάποτε ένας διάσημος ζωγράφος, που πρέπει να το βλέπουν ακόμη και τα όνειρα.

 

Τρίτη, Φεβρουαρίου 18, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(92)

 


-Γιατί σου το πήρε;

-Είπε ότι απαγορεύεται σύμφωνα με τον κανονισμό.

-Είχε δίκιο;

-Δεν ξέρω, ίσως. Όταν αμφισβήτησα ύπαρξή του με αποκάλεσε αυθάδη και προκλητική.

-Εντάξει μην στεναχωριέσαι, θα σου δώσω εγώ το δικό μου. Μόνο που είναι μπλε.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 14, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(91)

 


-Αν δεν τα καταφέρεις κι αυτή τη φορά θα μπεις στην μπλε λίστα. Κατάλαβες ή να το επαναλάβω;

-Θα τα καταφέρω.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 12, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(90)

 


-Μπράβο ρε θηρίο! Μόνο εσύ βρήκες τη λύση στο αίνιγμα;

-Ναι, ήμουν ο μοναδικός στην τάξη.

-Ήταν τόσο δύσκολο;

-Αρκετά.

-Ποια ήταν η λύση;

-Το μπλε.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 09, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(89)

 


-Το μελέτησες καλά; Σκέφτηκες τις συνέπειες; Τι είναι; Μπλε, το είπαμε, φύγαμε;

-Είμαι αποφασισμένος. Θα πάω και ό,τι βγει.

.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 07, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(88)

 


-Δεν ξέρεις ποιον είδα χθες.

-Λέγε ρε, ποιον;

-Τον Creperie

-Απίστευτο! Μήπως του έμοιαζε;

-Μα τι λες τώρα; Πήγα κοντά για να διακρίνω το πιο χαρακτηριστικό του γνώρισμα μήπως έκανα λάθος. Σχεδόν το άγγιξα.

-Ήταν ακόμα μπλε;

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 05, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(87)

 

-Αν είναι δυνατόν! Εμπιστεύεσαι να το βάλεις σπίτι σου;

-Βέβαια, αν είναι μπλε.

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 03, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(86)

 


-Ξεκίνα! Τι περιμένεις, να ανάψει το μπλε;

-Δίκιο έχεις.



Πέμπτη, Ιανουαρίου 30, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(85)

 


-Κοίτα τι μπορεί να κάνει. 

Το τοποθέτησε πάνω στο τραπέζι της κουζίνας και γύρισε τον διακόπτη στο on. Τότε άρχισε να παίζει μουσική, να χορεύει και να κάνει μια βαθιά υπόκλιση στο τέλος της ολιγόλεπτης παράστασης.

-Πολύ ωραίο, μπράβο! 

-Περίμενε, δεν τελειώσαμε ακόμα. Πες κάτι, πρόσταξε στο απόκτημά της.

-Μπλε.



Τρίτη, Ιανουαρίου 28, 2025

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΧΑΚΚΑ




 

«Τί γύρευα ἐγώ, τί γύρευα νὰ μπλεχτῶ σὲ μιὰ ἐξ ἀρχῆς καταδικασμένη ὑπόθεση;»

σ.34

ΤΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ


ΕΙΣΑΓΩΓΗ


‘Ηρθε νομίζω ο καιρός να δημοσιεύσω το κείμενο για το συγγραφικό έργο του Μάριου Χάκκα στο λογαριασμό μου του Facebook μετά την σιωπηρή απαξίωση του από το περιοδικό «Φρέαρ» που διήρκησε σαράντα πέντε μέρες περίπου παρά τις «ενοχλήσεις» μου στην διεύθυνση του περιοδικού για την τύχη του κειμένου μου.

 Το κείμενο αυτό με μορφή σημειώσεων άρχισε να γράφεται στις αρχές φθινοπώρου και παραδόθηκε στο περιοδικό στην τελική του μορφή 12 Δεκεμβρίου 2024. Κατά τη διάρκεια αυτών των μηνών διάβασα και άκουσα αρκετές ενδιαφέρουσες απόψεις για το έργο του Μάριου Χάκκα, οι οποίες, αντί να αμβλύνουν κάποια συμπεράσματα για το έργο του, τα οποία μπορεί να είναι λανθασμένα, ώστε να τα αποποιηθώ ως εσφαλμένα, αντιθέτως ενδυνάμωσαν την άποψη που είχα σχηματίσει για το ιδεολογικοπολιτικό μέρος της γραφής του. Αναγκάστηκα λοιπόν να γράψω το κείμενο που ακολουθεί αφού στα κείμενα που διάβασα και τις ομιλίες που άκουσα διαδικτυακά δεν βρήκα τις απαντήσεις εκείνες που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν τις ιδέες μου και να θέσουν σε ενέργεια τους μηχανισμούς ανατροπής τους. Ένας διάλογος καταπραϋντικός της διανοητικής φλυαρίας που με κατέτρεχε εκείνο το διάστημα, θα έδινε ένα τέλος στην αχρείαστη επάνοδό μου στην διαδικτυακή αρένα των εύχαρων χαριεντισμών και επιδοκιμασιών.

 Δεν βρήκα όμως κάτι που να με ικανοποιεί, και όπως καταλαβαίνετε συνεχίζω με τα γνωστά και επαναλαμβανόμενα επιχειρήματα της αναγκαιότητας, του διαλόγου, της αντιπαράθεσης απόψεων και της δημοκρατικότητας του λόγου.

 Βέβαια δεν έχω την αυταπάτη ότι θα βρεθούν πολλοί που θα αποτολμήσουν να φτάσουν μέχρι το τέλος του κειμένου. Η παρουσία του είναι ένα νοητικό βάρος, μια θηλιά στο μυαλό μου που με ρυθμούς, αργούς και βασανιστικούς, συνεχίζει να με οδηγεί σ’έναν διαρκή στροβιλισμό , αν και κάτι μου λέει, παρόλο που δεν θέλω να το παραδεχτώ. ότι βρίσκομαι πάντα στο ίδιο σημείο. 

 Εύχομαι η ματαιοδοξία να μην είναι αυτή που με αναγκάζει να γεμίζω λευκές σελίδες, ανώφελα και ανέξοδα, μόνο και μόνο να δηλώνω παρών, τουλάχιστον εγγράφως.


ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ


Να γράψεις για το έργο του Χάκκα το συναισθηματικό φορτίο είναι ανασταλτικός παράγοντας για μια αντικειμενική αποτίμηση του έργου του, ή μάλλον μια πλευρά του έργου του, την ιδεολογικοπολιτική . Δεν βγαίνουν οι λέξεις στο χαρτί, το χέρι δυσκολεύεται να γράψει αυτό που το μυαλό πιστεύει. Είναι η συγκίνηση που κυριαρχεί από την γραφή του Χάκκα, η μεταφορά στην αφήγηση ενός σώματος που πάσχει παλεύοντας με το αναπόφευκτο τέλος, ένα σώμα που συνδιαλέγεται με στιγματισμένους από τη μοίρα απολογισμούς, πολιτικές και ιδεολογικές διαψεύσεις, την απαγκίστρωση από ουτοπικά οράματα, δογματικούς κομματικούς μηχανισμούς, φυλακές, στέρηση ελευθερίας, από πνευματικές εξαρτήσεις, εκπληρωμένους και ανεκπλήρωτους έρωτες. Ένα σώμα στιγματισμένο από τον επερχόμενο θάνατο, που παλεύει να προλάβει τον χρόνο, το ατομικό δράμα ενός ανθρώπου σε αναμέτρηση με τις αναπόφευκτες υπαρξιακές επανατοποθετήσεις, τις μεταμέλειες, τα ματαιωμένα σχέδια, την επανερμηνεία της ζωής που ακολούθησε, τον επαναπροσδιορισμό μιας ιδεολογίας που πίστεψε, τα τραύματα που του άφησε, την εθελοντική αποχώρηση από την οργανωμένη πάλη, τους μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς, την προσπάθεια προσαρμογής του με νύχια και με δόντια στην καθημερινότητα της ιδιωτικής σφαίρας, την καταναλωτική ευμάρεια, τις αναλώσιμες, μα τόσο ευεργετικές κοινωνικές σχέσεις, την ασφάλεια της συνήθειας, δίχως κραδασμούς και ανατροπές, και τελικά η διάψευση αυτής της αναπροσαρμογής λόγω της έλλειψης χρόνου.

Αυτή η άδικη απόφαση της μοίρας περνάει συγγραφικά στα πιο ώριμα κείμενα του Χάκκα, όχι για να ξορκίσει αλλά να επεκτείνει συγγραφικά το επερχόμενο τέλος. Και καταφέρνει να επεκτείνει τον χρόνο, ας είναι αφηγηματικός, είναι όμως παρηγορητικός. Από την άλλη πλευρά, κάτι μέσα σου σε τρώει, σε αναγκάζει να μιλήσεις για αυτό που θεωρείς πως πρέπει να καταθέσεις, πέρα από συναισθηματικούς περιορισμούς και αυτολογοκρισίες.

Διάβασα τα τρία βιβλία με διηγήματα του Μάριου Χάκκα πριν σαράντα πέντε χρόνια, τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Ενταγμένος στο πολιτικό κλίμα της εποχής, την αμφισβήτηση της νεότητας, η απαραίτητη ανάγνωση πολιτικών βιβλίων για την κατανόηση της εποχής και της συμμετοχής στους αγώνες με τα κατάλληλα ιδεολογικά και πολιτικά εφόδια δεν με εμπόδισε να διαβάζω λογοτεχνικά βιβλία, κυρίως συγγραφείς που αμφισβητούσαν την πολιτική και ιδεολογική ταυτότητα του κόμματος στο οποίο ήμουν οργανωμένος, αν και η πολιτική εμπειρία δεν ήταν αρκετή για επαναπροσδιορισμούς, μεταστροφές, πόσο μάλλον για οριστικά συμπεράσματα.  

Η μεταεφηβική αμφισβήτηση και αιρετικότητα ήταν μάλλον η κινητήρια δύναμη που μου έδινε την ώθηση για νέους αναγνωστικούς προσανατολισμούς, υποστηρικτικούς της πολιτικής, ιδεολογικής και πολιτισμικής διαμόρφωσής μου, πέρα από την καθημερινή συμμετοχή μου στην τριβή της κοινωνικής συμμετοχής.

Ένας από τους συγγραφείς της περιόδου που διάβαζα εκείνη την εποχή, περιβαλλόμενος από το μύθο της υπαρξιακής και σωματικής συντριβής του από τον επερχόμενο θάνατο και την πολιτική αιρετικότητά του ήταν ο Μάριος Χάκκας. Συγγραφέας που η Καισαριανή, ο τόπος που μεγάλωσα, ήταν μία από τις θεματικές επιλογές του. Συντοπίτες λοιπόν, θεωρούσα ότι αναγνωστική συνομιλία μαζί του θα μου έδινε την ευκαιρία να βρω στο έργο του κάποιες συνισταμένες που θα προσέγγιζαν την ιδέα μου για τον τόπο που ζούσα, αλλά περισσότερο αφορμές για την συνέχιση της πολιτικής και ιδεολογικής μου ένταξης.

Διαβάζοντας το έργο του αντιλήφθηκα ότι πέρα από την υπαρξιακή αναφορά στο αναπόφευκτο τού θανάτου, ειδικά σε τόσο μικρή ηλικία, αυτή η «σωματική γραφή και η ιαματική της διάσταση» έδωσε εξαιρετικά διηγήματα, ιδίως της ύστερης περιόδου του, όμως η πολιτική ρητορική της αφήγησής με ενόχλησε. Η προβολή και υποστήριξη του αντικομματισμού του, η τοποθέτησή του απέναντι στην ιστορική μνήμη με σχεδόν μηδενιστικές αναφορές, η υποβάθμιση του ιστορικού υποκειμένου κατά τη διάρκεια των απελευθερωτικού αγώνα κατά των Γερμανών, αυτής της λαμπρής περιόδου της ελληνικής ιστορίας, με τις αστοχίες και λάθη, αλλά και ηρωικές πράξεις, εκατοντάδες βασανισμούς, δολοφονίες και εκτελέσεις, ακόμη και σε περιόδους κοινοβουλευτικού βίου(μην ξεχνάμε τις εκτελέσεις του Πλουμίδη,του Μπελογιάννη και τόσων άλλων αγωνιστών, τις εξορίες και φυλακίσεις του μεταεμφυλιακού κράτους), η αναφορά του στην επιλογή της αυτόνομης, ατομικής, μιας «αναρχικής» ελευθερίας που οδηγεί στην ευδαιμονία της ιδιωτικής οδού, με την αφοριστική λογική της διαγραφής των ερμηνειών της ιστορικής εξέλιξης, πέρα από την πολιτική, ιδεολογική και ταξική πάλη στα πλαίσια του αυταρχικού μεταπολεμικού κράτους.

Οι συνθήκες της ζωής, άλλες προτεραιότητες, κοινωνικές και αναγνωστικές , δεν επέτρεψαν να σχηματιστούν σε ένα συγκροτημένο σύνολο ιδεών οι πρώτες αταξινόμητες σκέψεις μου εκείνης της περιόδου. Η επανέκδοση του έργου του από τις εκδόσεις «Άγρα» ήταν η αφορμή να βάλω σε μια σειρά τις σκέψεις μου για το πολιτικό και ιδεολογικό μέρος του έργου του, τώρα που ο χρόνος είναι περισσότερος και οι κοινωνικές υποχρεώσεις λιγότερες.

Οφείλω να ομολογήσω ότι οι πρώτες εντυπώσεις που μου άφησε η ανάγνωση του έργου του πριν πολλά χρόνια δεν άλλαξαν. Μπορώ να πω ότι ενδυνάμωσαν την πρώτη εκτίμηση του έργου του. Εκείνο όμως που μου κάνει τώρα εντύπωση είναι η ένθερμη επικύρωση της ιδεολογικής και πολιτικής θεματικής του έργου του από τους φιλελεύθερους, κριτικούς. Η πλευρά του έργου του Χάκκα που αναφέρεται στην κριτική της κομματικού συγκεντρωτισμού του Κομμουνιστικού κόμματος, την αποστροφή του σε κάθε μορφή κομματικών διαδικασιών, ο ατομικός «αναρχισμός» του τυγχάνει ένθερμης υποστήριξης και προβολής από τους κριτικούς του έργου του. Θεωρούν, και δεν είναι οι μόνοι, ότι η καταγωγική αποτυχία του Κομμουνιστικού κόμματος είναι φυσικό επακόλουθο της πυρηνηματικής ιδεολογίας του κομμουνισμού, στοιχιζόμενοι με όλους τους εκπροσώπους της διανόησης, της εμπροσθοφυλακής της φιλελεύθερης αστικής τάξης στη μάχη των ιδεών.

Η αποστροφή του Χάκκα δεν εστιάζει μόνο στον ασφυκτικό κλοιό της κομματικής ένταξης στην αριστερά αλλά επεκτείνει την ελευθερία της μικροαστικής ιδεολογίας σε όλους τους θεσμικούς μηχανισμούς. Φυσικά, επιγραμματικά αναφέρω, ότι η αναφορά στην αντισυστημικότητά του, για να μιλήσω με σημερινούς όρους, ο μηδενισμός του θεσμού των κομμάτων ως μέρος της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, λειτουργεί ως δυνητικός κίνδυνος που οδηγεί στην ίδια την αμφισβήτηση της δημοκρατίας. Η υιοθέτηση τέτοιων απόψεων μπορεί, και φαίνεται να είναι, η κερκόπορτα για την ενδυνάμωση φασιστικών ιδεών και απόψεων και η νεκρανάστασή τους από το περιθώριο της Ιστορίας. Η παρουσία τέτοιων ιδεών, η μικροαστική ερμηνεία της ιστορικής εξέλιξης και η περιθωριοποίηση της ιστορικής μνήμης, κατέχουν κεντρική θέση στα μεταφασιστικά κόμματα, όσον αφορά την ιδεολογική και πολιτική συγκρότησή τους. Η άρνηση και ο αποχωρητισμός από τη δημόσια πολιτική σφαίρα και η ανάδειξη τέτοιων απόψεων σε πρωταγωνιστή της κοινωνικής και πολιτικής επιλογής είναι βασικός λόγος αντιδημοκρατικών πρακτικών εκ μέρους του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος.

Μήπως αυτά που γράφω φαντάζουν ως αυθαιρεσίες και η παραπάνω καταγραφή των απόψεων μου είναι έωλη και στηρίζεται μόνο στο φαντασιακό μου; Σταχυολογώ από τα διηγήματά του κάποια αποσπάσματα, ικανά νομίζω για να υποστηρίξω τη θέση μου, ίσως δώσουν κάποιο διέξοδο στις αμφιβολίες μου ή να τις διαψεύσουν.

«Τώρα γιατί παρακολουθοῦσε αὐτὴ τὴν ἀτέλειωτη σύσκεψη; Γιατί νὰ αἰσθάνεται αἰχμάλωτος γιὰ μῆνες, γιὰ χρόνια, μιᾶς πόρτας καὶ μάλιστα ὀρθάνοιχτης; Βέβαια μπορεῖ νάταν κλειστὰ τὰ παράθυρα, βουλωμένες οἱ χαραμάδες κι οἱ τρύπες, ἀλλὰ ἡ πόρτα ἔχασκε ὀρθάνοιχτη; Βέβαια μπορεῖ νὰ ἦταν κλειστὰ τὰ παράθυρα, βουλωμένες οἱ χαραμάδες κι οἱ τρῦπες, ἀλλὰ ἡ πόρτα ἔχασκε φαρδιά, μεγάλη καὶ εὔκολη. Φαίνοταν ἀπὸ κεῖ ποὺ καθόταν φαρδιά, μεγάλη καὶ εὔκολη. Θὰ σηκώνοταν ἥσυχα ἥσυχα, θὰ περνοῦσε ἀπαρατήρητος ανάμεσα ἀπ' τοὺς ἀκροατὲς μὲ τὰ πεσμένα βλέφαρα καὶ τὶς ξαναμμένες παλάμες, μιὰ καὶ χρόνια ἦταν ἀπών, ἀπὸ τὴ σύσκεψη,ἀφοῦ ὅλοι ἀπουσίαζαν, ἀφοῦ κανέναν ἀπὸ τοὺς ὁμιλητὲς δὲν κατανοοῦσε, θὰ περνοῦσε τὴν πόρτα καὶ φορώντας τὴν καπαρτντίνα ἀνεμπόδιστα μὲ τὴν ὀμπρέλα καὶ τὸ καπέλο στὸ χέρι, ν'αναχωρούσε χωρὶς χαιρετοῦρες»

σ.132-133

ΤΥΦΕΚΙΟΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ

«Γιατί λοιπὸν νὰ μὴν κάνει κι ὁ ἴδιος αὐτὴ τὴ μικρὴ προσαρμογή, πάντα θὰ περπατοῦσε παράταιρα; Ένα τίποτε εἶναι ἡ ἀποδοχὴ τῆς κατάστασης κι ἔπειτα γυρίζεις στὸ σπίτι σου. Βέβαια μπορεῖ ἐκεῖ νὰ μὴν τὸν περίμενε μια γυναίκα μὲ τὸ νυχτικό, ἕνας μπατζανάκης, οἱ γείτονες νὰ κάνουν παρέα, ὅμως εἶχε ἐκεῖνο τὸ ψαράκι στὴ γυάλα, καὶ ποιός θὰ τοῦ ἀλλάζει τὸ νερό;»

σ.152

ΤΥΦΕΚΙΟΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ

«Δὲ θέλω οπαδούς, χειροκροτήματα, ισοκρατήματα, ἀνθρώπους ν᾿ ἀκουμπᾶνε ἐπάνω μου, ἰδέες, προπαντός ιδέες, οποιεσδήποτε ιδέες ποὺ σὲ κάνουν ν᾿ ἀγαπᾶς τὸ φορτίο σου, σοῦ ἀνοίγουν ἕνα κάποιο παράθυρο και τραβᾶς πρὸς τὰ κεῖ, κι αὐτὸ ἀντὶ νὰ μεγαλώνει γίνεται ὁλοένα μικρότερο, ὅλο καὶ πιὸ μακρινό, τελειώνει ἡ ζωή σου καὶ μένεις μ' ἕνα νεκρικό χαμόγελο προς τ᾽ ὅραμά σου».


σ.49

Ο ΜΠΙΝΤΕΣ

«Λευτεριὰ τῆς αὐλῆς, τοῦ οὔζου καὶ τοῦ ταβλιοῦ, παρέα μὲ τὸν μπατζανάκι μου, ἐσένα προσκυνάω. Λευτεριὰ τῆς βδομαδιάτικης δουλειᾶς καὶ τῆς Κυριακάτικης ἐκδρομῆς, ἐσένα λατρεύω. Λευτεριά, μ᾿ ἕνα οικοπεδάκι σ᾿ ἐξαγόρασα κι ἕνα βιβλιάριο καταθέσεων. Λευτεριά, τ' αὐτοκίνητό μου τρέχει μ' ἑκατὸν εἴκοσι τὴν ὥρα, μεγάλη ἡ ταχύτητα, οὔτε τὰ δέντρα δὲν προλαβαίνω να κοιτάξω, ποῦ νὰ διακρίνω χέρια κι ἁλυσίδες. Λευτεριά, πῶς σοῦ φαίνεται ἡ καινούρια μου γραβάτα καὶ τὸ πουκάμισο μὲ τὰ μοντέρνα γιακαδάκια; Ποιό κουστούμι νὰ φορέσω ὅταν ἔρθεις κι ἂν ἔρθεις; Καὶ τὸ πατούμενο; Καλό, ἔ; Όπου πατάω τρίζει, ὄχι βέβαια ἡ γῆ. Κάποτε πατοῦσα ξυπόλυτος κι ἔτριζε ἡ γῆ. Αλλα χρόνια. Τώρα, Λευτεριά, κάνω δίαιτα γιατί ξέρω πώς ἐσὺ στεφανώνεις πάντα τοὺς σπαθάτους ἄντρες. Μᾶς πῆραν καὶ τὰ χρόνια σβάρνα, κοιλίτσα (λὲς νάναι ἀπ' τὴ γραβάτα αὐτὸ τὸ πράγμα που φουσκώνει;) ἴχνη σαφὴ ἀλωπεκίας, τί νὰ κάνουμε; Πίνω τὸ ουίσκι μου καὶ σὲ ξεχνάω. Αν αὔριο μὲ χτυπήσει τὸ παπούτσι μου μπορεῖ νὰ σὲ συλλογιστῶ γιὰ λίγο».


σ.65-66

Ο ΜΠΙΝΤΕΣ

«Δὲν ἔχουμε χρόνο πιὰ γιὰ μιὰ δοκιμή, κι ἄλλωστε γιατὶ νὰ ἐπιχειρήσουμε ἀπὸ δρόμους ποὺ ξέρουμε πὼς δὲν ὁδηγοῦν πουθενά; Μήπως φταῖγαν τὰ πρόσωπα κι οἱ ἀρχὲς παραμένουν ἀλώβητες;

Νὰ τελειώνει αὐτὸ τὸ μπέρδεμα, ἀρχὲς καὶ πρόσωπα, μορφὴ καὶ περιεχόμενο, ἰδέες καὶ πράξη, ὅλα εἶναι ἕνα, ὅταν τὰ ξεχωρίζετε πᾶτε νὰ περισώσετε κάτι. Φταίει λοιπὸν στὸ σύνολο αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ ὑπόθεση, οἱ ἀρχηγοί καὶ τὰ μέλη, ἱεράρχηση καὶ ἐπιτροπάτα, οἰκουμενικὲς καὶ μὴ σύνοδοι μὲ ἀποφάσεις «πιστεύω». Τίποτα πιὰ δὲν πιστεύω, ὅλα σαβούρα γιὰ πέταμα».


σ.14

ΤΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ

«Μόλις στὰ τριάντα πέντε μπόρεσα νὰ λυτρωθῶ ἀπὸ τὴν ἀνελευθερία, κι αὐτὸ ὄχι πλήρως. Δὲν εἶναι εὔκολο ν'αποτινάξεις τὸ ζυγὸ τοῦ κόμματος. Πάντα ἔνιωθα νὰ μοῦ κρατᾶνε τὸ χέρι. Κάθε φορὰ ποὺ πήγαινα νὰ τὸ τραβήξω, τὴν πλήρωνα με τιμωρίες, ἐπιπλήξεις, ἀπομονώσεις, προσωρινές διαγραφές. Τελικὰ τὰ κατάφερα νὰ ξεφύγω, ἔχω το χέρι μου ἐλεύθερο, τὸ διαθέτω ὅπως θέλω, μουντζώνω ἢ τὸ φέρνω στὰ σκέλια μου ἀνάμεσα λέγοντας “νά», ἄλλοτε πάλι τὰ ξύνω καὶ δὲ δίνω λογαριασμὸ σὲ κανένα.

Ἔτσι νομίζω, ἂν καὶ γιὰ τίποτα δὲν εἶμαι βέβαιος. Μπορεῖ ἀπὸ κάπου ἀλλοῦ νὰ ἔχει γραπώσει τώρα τὸ χέρι μου κι ὅλη ἡ ζωή μου να πάει σ' αὐτὴ τὴν προσπάθεια τῆς ἀπαγκίστρωσης, ἔστω ἀπὸ τὴν ἀγωνία τοῦ χρόνου, καὶ πῶς ν᾿ ἀπαλλαγῶ ἀπ᾿ αὐτόν, δὲν εἶναι τὸ ζήτημα κοινωνικὸ νὰ τὸ σιχτιρίσω, κι ὅσο θὰ λαβαίνω συνείδηση τῆς μέτρησής του, τόσο περισσότερο θὰ πανικοβάλλομαι. Ή ἐκεῖνο μὲ τὶς κυλιόμενες σκάλες, ποὺ εἶναι ἴδιο περίπου μὲ τ᾿ ἄλλο. Ἄρχισα νὰ τὶς ἀνεβαίνω ἀνάποδα. Πάντα ἐπεδίωκα τὰ δύσκολα, κι ὅταν ὁ καθηγητής μᾶς ἔβαζε ἔκθεση, ἔγραφα ἐντελῶς διαφορετικὰ ἀπ' τοὺς ἄλλους, παράξενες σκέψεις και φαντασιώσεις, ἐνῶ οἱ ἄλλοι ἀκολουθοῦσαν τὴν πεπατημένη.

Όσο ήμουνα νέος κέρδιζα μερικά σκαλοπάτια κόντρα στὴ φορὰ καὶ τὸ ρεῦμα. Τώρα ποὺ βάρυνα, ὅλο καὶ χάνω, βλέπω τοὺς στόχους μου ν' ἀπομακρύνονται, ξαναπερνάω ἀντίστροφα τὰ ἴδια σημεῖα, ἴσως πάω καὶ παρακάτω ἀπὸ κεῖ ποὺ ξεκίνησα, θὰ βρεθῶ στὸ τέλος στὸν πάτο».


σ.28-29

ΤΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ

«Τί γύρευα ἐγώ, τί γύρευα νὰ μπλεχτῶ σὲ μιὰ ἐξ ἀρχῆς καταδικασμένη ὑπόθεση;»

σ.34

ΤΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ

«Μονόλογος βέβαια, ἐσωτερικὸς ἢ ἐξωτερικός, όπως γουστάρω. Ξέρετε πόσα χρόνια άκουγα τὸ δικό σας μονόλογο, ἐξωπραγματικὸ ἢ ἀπολογητικό; Μέχρι τὸ θάνατό μου νὰ λέω, δὲν πατσίζουμε. Νομίζατε πὼς δὲ θὰ πληρωθοῦν ἐκεῖνα ποὺ μὲ βάζατε ν᾿ ἀκούω μὲ τὶς ὧρες στὴν εἰσήγηση, μοῦ δίνατε καὶ μένα πέντε λεπτά διορία ἴσα ἴσα γιὰ τὴν προσφώνηση κι ἀπὸ πάνω μὲ κατακεραυνώνατε καὶ μὲ τὸ «κλείσιμο», μήπως και παρανόησα καμιά σοφία σας. Κι ἔπειτα δὲν τὸν βρίζω, μόνο ποὺ δὲ θυμᾶμαι ἐπακριβῶς τὸ ὄνομά του. Τ᾽ ἄλλα ποὺ λέω τὰ ξεκίνησα μπὰς καὶ ὠφελήσω το κίνημα, κατὰ τὴ γνώμη μου φυσικά, ὅπως καταλαβαίνω ἐγὼ τὴν ἀλήθεια, ἔ, καὶ σιγὰ σιγὰ ἔφτασα ἐδῶ ποὺ βρίσκομαι καὶ λέω νὰ πάω παραπέρα, νὰ μὴ νοιάζομαι πιὰ γιὰ τίποτα, οὔτε καὶ γιὰ τοὺς Κούρδους, ποὺ κατὰ τὰ ἄλλα τοὺς ἀγαπάω, γιατὶ μὲ γεμίσατε μπουρμπουλήθρες καὶ δὲν εἶναι γίγαντες αὐτοὶ ποὺ θαυμάζαμε χρόνια, ἀνθρωπάκια κι αὐτοὶ σὰν ἐμᾶς, μάλιστα ράτσα κοντὴ καὶ ἀρκετοὶ στραβοκάνηδες. Ὅσο γιὰ τὸν τερματοφύλακά τους, μὴ νομίζετε πως στέκεται ἀκίνητος στὴ μέση τοῦ τέρματος κι ἁπλώνει στις γωνιὲς τὰ χέρια του νὰ πιάσει τὴν μπάλα. Πέφτει ξάπλες και τρώει ἀρκετὰ γκόλ κι αὐτός.

Δὲν πρόκειται νὰ ξανασχοληθῶ μὲ τὰ κοινά, μόνο μὲ τὶς κοινές, ὅσο μὲ θέλουν κι αὐτές. Βέβαια, νὰ ὑπάρχει καὶ κάποια κυβέρνηση, ἀλλὰ ὅσο γίνεται πιὸ γελοία, γιὰ νὰ μπορῶ νὰ τὴ χλευάζω. Μὴ μᾶς κολλήσουν στὸ σβέρκο τίποτα σοβαροφανεῖς κι ἄντε μετὰ νὰ ξεμπλέξεις, ἄντε μετὰ νὰ πιέσεις φίλους, πῶς κι αὐτοὶ ἴδιοι εἶναι, δὲν ἔχει σημασία ή πόζα, τὰ ὡραῖα λόγια φτάνει μόνο ποὺ εἶναι κυβέρνηση, σιχτὶρ πιλάφι καὶ χέστε τους».


σ.32-33

ΤΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ

«Ὑπάρχεις ἢ δὲν ὑπάρχεις κι ὅλα τ'άλλα παρηγοριές, γι'αυτό ὁ σκοπὸς εἶναι τόσο μεγάλος ἔτσι ποὺ νὰ χωράει πολλούς, γενιὲς ὁλόκληρες, ή μιὰ παραδίδει στὴν ἄλλη, παρατείνονται μυστικὲς συνεδριάσεις, λύνονται ὁρισμένα προβλήματα, ἀνακαλύπτονται ἄλλα, ξεχνιοῦνται ἐκεῖ μέσα οἱ ἄνθρωποι, κάποτε φτάνουν στὸ τέλος, «θὰ συνεχίσουν οἱ ἄλλοι», σκέφτονται ἥσυχα ἥσυχα καὶ παραδίνονται. Παίρνω τὸ λόγο καὶ μισοπνιγμένος ἀπὸ τὸ βήχα προλαβαίνω νὰ ρίξω το σύνθημα «Ο σώζων ἑαυτὸν σωθήτω». Φυσικὰ δὲν ἐγκολποῦται κανεὶς τὶς ἀπόψεις μου (παλιὰ δουλειά, καὶ πότε μὲ ἄκουσαν), κι εἶμαι ἀναγκασμένος νὰ τοὺς ἐξηγήσω πὼς ἐγὼ θὰ πεθάνω γιὰ τὸν ἑαυτό μου καὶ μόνο, δὲν ἔχω σκοπὸ νὰ πεθάνω γιὰ κανένα σκοπό, θὰ τὸ γλεντήσω λοιπόν, είναι δική μου, καταδική μου ὑπόθεση αὐτὴ ἡ καταδίκη καὶ δὲν πρόκειται νὰ τὴ φορτώσω σὲ ἄλλους. Φεύγω καὶ συνεχίζω τὴν περιπλάνηση».

σ. 52-53

ΤΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ

«Τὴν ἑπομένη ποὺ μοῦ εἶπαν νὰ ξαναμπῶ μέσα μὲ τὴ θέλησή μου τοὺς ἀπάντησα πὼς δὲ θὰ μπορέσω. «Μὰ γιατί, εἶσαι δικός τους», ἐπέμεναν οἱ ἄλλοι ἀπὸ πάνω, «εἶσαι δικός μας», ἔλεγαν οἱ ἄλλοι ἀπὸ κάτω. «Κανενός. Επιτέλους, εἶμαι δικός μου».  


σ.123

ΤΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ

Κυριακή, Ιανουαρίου 26, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(84)


-Το είδε;

-Ναι, το είδε.

-Τι χρώμα νομίζει ότι είναι;

-Μπλε.


Παρασκευή, Ιανουαρίου 24, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(83)

 


-Σε παρακαλώ, γίνε πιο σύντομος

-Μπλε.

Τρίτη, Ιανουαρίου 21, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(82)

 


-Ξέρεις πού είναι το σπίτι του;

-Όχι

-Στην οδό Πτολεμαίων.  Την γνωρίζεις;

-Όχι

-Να χρησιμοποιείς το Google map ξέρεις;

-Όχι

-Τότε θα σου φτιάξω ένα σχέδιο για να μπορέσεις να το βρεις. Είναι μία τετραώροφη πολυκατοικία.  Όταν φτάσεις χτύπα το μπλε κουδούνι.


Κυριακή, Ιανουαρίου 19, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(81)

 


-Είναι δυνατόν να χρησιμοποίησε το μπλε;

-Ήταν μια ριψοκίνδυνη ενέργεια, δεν λέω. Βέβαια του κόστισε, αλλά κάθε τέτοια προσπάθεια έχει το ρίσκο της. Μπορεί να το πληρώσεις με την ίδια σου τη ζωή.

.

Πέμπτη, Ιανουαρίου 16, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(80)

 


-Ήρθα γιατί άκουσα κάποιον να καλεί σε βοήθεια.

-Άκουσες τη λέξη μπλε;

-Όχι.

-Τότε πώς θα ήμουν εγώ;

Σάββατο, Ιανουαρίου 11, 2025

ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΜΕ ΜΠΛΕ(79)

 


Αντιλαμβάνεσαι τι είπες;

-Φυσικά.

-Μπορείς να το επαναλάβεις;

-Μπλε.