Πήρε τη λεκάνη που ήταν κρεμασμένη στον τοίχο της αποθήκης, την έφερε στο μπάνιο, την ακούμπησε
στην μπανιέρα, άνοιξε τη βρύση και τη γέμισε νερό . Έβαλε μέσα τα ψαράκια του,
δώρο του θείου Πάνου, και άρχισε να παίζει. Τα έκανε να κολυμπούν άλλοτε με
ταχύτητα, άλλοτε με βραδύτητα, να
βυθίζονται, να αναδύονται, να κινδυνεύουν από φανταστικούς εχθρούς, να
κολυμπούν ανέμελα, απολαμβάνοντας τη μαγεία του βυθού. Η απόσταση που τον
χώριζε από το παιγνίδι δεν τον
ικανοποιούσε. Ήθελε να γίνει μέρος του. Έβγαλε τα ρούχα του, τ’άφησε προσεχτικά
στο καλάθι με τα άπλυτα και μπήκε στο νερό. Ένοιωσε τη δροσιά της υγρής
πραγματικότητας, αλλά παράλληλα έκπληξη από την αδυναμία του να διατηρηθεί στην επιφάνεια της. Σιγά σιγά το νερό ανέβαινε από τα πόδια του στη μέση, στο
στήθος, στο λαιμό, ώσπου τον κάλυψε ολόκληρο.
Όταν τον βρήκαν πνιγμένο, να επιπλέει στο κοκκινωπό νερό, τα ψαράκια
του είχαν αρχίσει να τρέφονται από το σώμα του.
Ο πίνακας "Fish" είναι του E.C.Escher
Ο πίνακας "Fish" είναι του E.C.Escher
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου