Βέβαια σε αυτά τα ερωτήματα αρμόδιος να απαντήσει είναι ο συγγραφέας. Αλλά επειδή όλοι οι συγγραφείς
δεν μιλούν για τα έργα τους, ούτε είναι υποχρεωμένοι, αφετέρου κάθε αναγνώστης δεν θέλει ούτε μπορεί να
παρακολουθεί τη εξωαναγνωστική πορεία του συγγραφέα, ο συγγραφέας
αναγνωρίζοντας αυτή την αμοιβαία στάση, αφήνει μέσα στο έργο του
ίχνη, αφηγηματικούς υπαινιγμούς, λεκτικούς πυρήνες που βοηθούν τον αναγνώστη να δώσει απάντηση στο ερώτημά του. Εξαρτάται από την αναγνωστική ικανότητα και παίδευση
του αναγνώστη να αναγνωρίσει τα ίχνη αυτά και να τα ερμηνεύσει. Αν και δεν
πιστεύω στην παιδευτική λειτουργία της ανάγνωσης, αλλά στο ταλέντο του
αναγνώστη να αντιλαμβάνεται αυτό που διαβάζει. Ένα κείμενο γίνεται αντιληπτό,
ναι , απ’όλους, αλλά η πρόσληψή γίνεται
με διαφορετικούς τρόπους, που δεν έχουν σχέση με την μορφωτική κληρονομιά του
αναγνώστη.
Ο Μπολάνιο στον
«Αρτσιμπόλντι», πέμπτο μέρος του βιβλίου «2666”, απαντάει, έμμεσα, σε αυτά τα
ερωτήματα. Γιατί γράφει, για ποιον και πως γράφει, ποιον αφηγηματικό τρόπο προκρίνει για να μας διηγηθεί την ιστορία του.Το κάνει, όμως, , όπως ένας μεγάλος συγγραφέας μπορεί
να απαντήσει. Έμμεσα, αλληγορικά, με συγκαλυμμένο τρόπο, αν και μένα δεν μου
αρέσει αυτή η κρυψίνοια. Γιατί να κρύβεται ο συγγραφέας σε άλλα πρόσωπα, ενώ
το μοναδικό, κυρίαρχο πρόσωπο μέσα στο μυθιστόρημα είναι αυτός και κανένας
άλλος. Γιατί να υιοθετεί αυτό το επικοινωνιακό τέχνασμα, γράφοντας ιστορίες που
λένε άλλοι, αλλά είναι δικές του; Γιατί που αλλού θα τις μάθαινε, αν δεν
έβγαιναν από το μυαλό του. Μήπως θα συναντούσε τους ήρωες του να μιλούν γι’αυτές;
Ο Μπολάνιο μιλάει
για πρόσωπα, τόπους, για την οικογένεια, τον πόλεμο, την καταστροφή, τον
παραλογισμό, για συγγραφείς, τη συγγραφή, τη λογοτεχνία, για
το Χωριό των Γαλάζιων γυναικών, το
χωριό των Κόκκινων Ανθρώπων, το χωριό των Χοντρών, το Αυγουλοχώρι, το
Γουρουνοχώρι, το χωριό με τα Πολυλογάδικα Κορίτσια, για το Φαράγγι του Χαμένου
προβάτου, το Φαράγγι των λουλουδιών, το Σκοτεινό Φαράγγι, το Φαράγγι των
παιδιών του Κρέουζε, το φαράγγι του Διαβόλου, το Φαράγγι της Παρθένου, το
Φαράγγι του Σαν Μπερνάντο, το Φαράγγι των Βράχων, για το φύκι Laminaria digitata,
τη Laminaria hyperborea, τη Saccorhiza polyschides, τη Chorda filum, τη
Laethesia difformis, την Ascophyllum nodosum, τη Laminaria saccharina, την Padiana pavonia, τη Sargassum
vulgare, την Porphyra umbilicalis, για τον βυθό της θάλασσας, για ποτάμια,
δάση, πόλεις, για την τρέλα, για τις πουτάνες της Σπένγκρλερστρασσε, για
εφευρέσεις, για την τέταρτη διάσταση, για τον φόβο, τον απόλυτο φόβο και τον φόβο λογοτεχνικής φύσης, για τούνελ, σπηλιές, κρύπτες, κρυψώνες, για
δολοφονίες, για την κουλτούρα,
τη ζωγραφική, για όνειρα, εφιάλτες, για τον Κόμη Δράκουλα, τον Χριστό, τον Φλάβιο Ιώσηπο, για μυστηριώδεις αριθμούς, κάστρα, τους Αζτέκους, την απελπισία,
τη θλίψη, τον Χίτλερ, τους Ναζιστές, για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τον
Κόκκινο Στρατό, την Οκτωβριανή Επανάσταση,τις εκκαθαρίσεις, για μυθιστορήματα
επιστημονικής φαντασίας, για τεράστια πέη, ομαδικούς έρωτες, για βιταμινούχα
σπέρματα, για εραστές, για τον αυνανισμό, τον σοδομισμό, αλλά και την αγάπη,
τον έρωτα, για ένα αρουραίο που λεγόταν Νικήτας, ο οποίος κουβεντιάζει για τα
παιδικά του χρόνια, για το σεξ, για τη μελαγχολία,
τον Τζουζέππε Αρτσιμπόλντο, τον Κουρμπέ, την Κομμούνα του Παρισιού, την
αυτοκτονία, για την επίφαση, την περιπλάνηση, για τον χώρο και χρόνο, την
αταξία, το σύμπαν, για δερμάτινα σακάκια, Άγγλους κατασκόπους, εκδοτικούς
οίκους, για βιβλία, την ανάγνωση, για νεκροτομεία, την εμπειρία, την αθωότητα,
την παρηγοριά, τη δύναμη, τη χαρά, την ελαφρότητα, τη φιλοσοφία, για τον Σίσυφο, για τους κριτικούς
λογοτεχνίας αλλά και για δακτυλογράφους, για τη σκέψη του θανάτου.
Με λίγα λόγια
μιλάει για τη ζωή.
Ο πίνακας είναι του Giuseppe Arcimboldo
"Rudolf II as Vertumnus"