Δευτέρα, Μαΐου 05, 2008

Ο ΜΟΥΣΤΑΚΙΑΣ


Η φωνή του ανέβαινε υπόκωφη σαν να προσέκρουε στο αψαλίδιστο μουστάκι του, που κάλυπτε ολόκληρο το πανωχείλι, χαρίζοντας το προνόμιο απ’ όλους τους συναδέλφους του να είναι ο μοναδικός που τον φώναζαν, ο μουστάκιας. Το πρόσωπό του μακρύ, μαυρισμένο, με ίχνη αξυρισιάς όταν τον συναντούσα, το μεσημέρι όταν πήγαινα στη δουλειά. Φαινόταν όμως αρρενωπό, μ’ένα αίσθημα μόνιμης δυσφορίας, που εξαφανιζόταν όταν το φιλοδώρημα του χορτασμένου κι ελεήμονος πελάτη, ξεπερνούσε τα καθιερωμένα στάνταρντς των απανταχού ευγενέστατων, μα ανυπόμονων σερβιτόρων. Το χαμόγελο απλωνόταν ως άκρη των χειλιών του με δυσκολία, αφήνοντας την υποψία ότι πίσω από αυτά τα χείλη, υπήρχαν δόντια, άσπρα ή κίτρινα, φαινόμενο σύνηθες στις σημερινές συνθήκες ανταγωνισμού της αγοράς. Πράγμα που επιβεβαιωνόταν, κατά την ταπεινή μου άποψη, από το γεγονός ότι κάθε μέρα στις δυόμιση έτρωγε τις σκληρές μπριζόλες, δίχως την παραμικρή προσπάθεια να διαλύσει τα ροδισμένα τεμάχια, που με επιμελημένη προσοχή είχαν κοπεί και τηγανιστεί στη μαύρη πλάκα που μύριζε καμένο λάδι. Πρόσφεραν στον προνομιούχο υπεύθυνο, τη χαρά να απολαμβάνει σε κάθε μικρή μπουκιά, την τέχνη του συνεχώς ανικανοποιήτου μάγειρα, και την ποιότητα του προιόντος που αναλωνόταν. Το βλέμμα του κυλούσε στο λιγδιασμένο τοίχο, με μάτια θολά σαν το νερό που πίναμε, όταν ήρθε η απαγόρευση ότι το εμφιαλωμένο ήταν μόνο για τους εκλεκτούς, δηλαδή τον μουστάκια, τον μαυριδερό κοντόχοντρο ιδιοκτήτη, τον αδύνατο με το χρόνιο κύρτωμα της πλάτης διευθυντή, και τον άμεμπτο μα άτριχο προσωπάρχη, να λάμπει σε κάθε γλίστρημα του καλομαγειρεμένου ζώου(προτιμούσε το χοιρινό). Με την γεύση απλωμένη στο εσωτερικό του στόματος, επισφράγιζε την ικανοποίηση του, με την επιμελή προσπάθεια απομάκρυνσης των μικρών κομματιών κρέατος, που είχαν εισχωρήσει στα πίσω δόντια, διατηρώντας μια φευγαλέα αίσθηση γεύσης, με ταυτόχρονη μεταφορά της γευστικής ικανοποίησης από τους σιαλοδόχους εκρίσεις, στη μοναξιά του στομαχιού του. Μασούσε πάντα από την δεξιά μεριά, δίνοντας την εντύπωση πως η αριστερή , τουλάχιστον, είχε πρόβλημα στη πάνω ή κάτω οδοντοστοιχία, αδιάφορο. Άρχισα να παρακολουθώ τους συναδέλφους για να αντιληφθώ την αντιστοιχία του τρόπου κατανάλωσης των εδεσμάτων, αφού η εφηβική αδιαφορία μου, είχε στερήσει τη φυσική δυνατότητα σύγκρισης με τη δική μου στοματική κοιλότητα. Ο συνάδελφος που αντικαθιστούσα αποτελούσε επαρκές στοιχείο για τη σύνθεση του πάζλ, λόγω του όγκου του, έτρωγε όμως πριν από μένα, μη δίνοντας την ευκαιρία να παρακολουθήσω τη διαδικασία καταβρόχθισης του φαγητού, που άλλωστε θα διαλυόταν σε μάζα σβόλων και με τους δυο σιαγόνες του ευτραφούς μεσήλικα. Η κοπέλα που δούλευε στο BAR, ένα κράμα πυγμαίου κι αποτυχόντος αποταμιευτή, ήταν ο επόμενος στόχος μου. Οι φαρδιές περιφέρειες και τα πλαδαρά μπράτσα που επιμελώς προσπαθούσε να καλύψει με μακρυμάνικα πουκάμισα, ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών, αναιρούσαν τη γυναικεία φιλαρέσκεια περί αδυνατίσματος. Σε συνδυασμό με τα κατάλευκα κι αστραφτερά δόντια, δείγμα υγείας και ομορφιάς του στόματος, αποτελούσε καθοριστικό στοιχείο για την ανεύρεση διεξόδου για τη λύση του μυστηρίου. Μα κι εδώ αποτύγχανα, για τον απλούστατο λόγο, ότι απέφευγε να τρώει όταν βρισκόμουν στη θέση μου, κι άγνωστο ποιες ώρες, δίχως να γίνεται αντιληπτή, απολάμβανε ποσότητες χοιρινού, κοτόπουλου, και τομάτας, μακριά από το αδιάκριτο βλέμμα του υπερασπιστή των συμφερόντων του καπιταλιστή αφεντικού της.
Δεχόμουν αδιαμαρτύρητα τις συνεχείς αποτυχίες, επικαλούμενος την τύχη, που δεν ήταν άλλωστε ευνοϊκή μαζί μου, σε όλη τη μέχρι τώρα διάρκεια του βίου μου. Αποφάσισα να εγκαταλείψω τις αστυνομικές μεθόδους παρακολούθησης, βέβαιος για τον φροντισμένο τρόπο διευθέτησης του γεύματος από το υπόλοιπο συμπαθέστατο, μα μονίμως παραπονούμενο προσωπικό. Άρχισα να χρησιμοποιώ ανορθόδοξους ή αν θέλετε δόλιους τρόπους, για να ξεδιαλύνω το μυστήριο. Ένα πρωινό με σκοτεινό, γαλανό ουρανό και με διάχυτη την αίσθηση του επερχόμενου καύσωνα, αποφάσισα να προσφέρω τσίχλα στον μουστάκια, δήθεν για την καλυτέρευση της αναπνοής του, ανθρώπινα σκεφτόμενος, παραλλήλως δε , πεισμένος ότι η φρεσκάδα που θα μετέδιδε δια της υπαλληλικής επαφής, αποτελούσε προσφορά υπηρεσιών προς τον πελάτη, με άμεσο αποτέλεσμα το στάνταρ του ξενοδοχείου να παραμείνει υψηλό, σύμφωνα με το σλόγκαν του υποχόντριου κι απαιτητικού προέδρου της εταιρείας, « προσφέρουμε για να έχουμε». Υπολόγιζα ότι αν δεχόταν δίχως ενδοιασμό, δεν θα υπήρχε πρόβλημα σφραγισμάτων, κάποιου σάπιου δοντιού, γνωρίζοντας ότι το εμπορεύσιμο αυτό καπιταλιστικό προιόν, κατά τα συνήθη, προτιμούσε να προσκολλάται στα πιο αδύνατα σημεία των δοντιών ή επάνω στην κατασκευασμένη από άγνωστα υλικά ενοχλητική συστοιχία οδόντων, που ευγενικά προσφερόμενοι ονομάζουμε «γέφυρες», προς αποφυγή ψυχολογικών προβλημάτων των αδιάφορων καταναλωτών. Η δυσκολία φυσικά βρισκόταν στο γεγονός ότι για δυο χρόνια που συνεργαζόμουν μαζί του, δεν είχα προβεί σε τέτοιου είδους προσφορά, ένα επί πλέον μειονέκτημα για την επιτυχία του φιλόδοξου σχεδίου. Είχα φυσικά εντρυφήσει στην ερμηνεία των ονείρων, διαβάζοντας το λήμμα «πετεινός» στον ονειροκρίτη του Γεωργίου Παζίνη, περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία για την εφαρμογή της προσχολικής κατεργαριάς μου. Την στιγμή που με πλησίασε, σβήνοντας το τσιγάρο, μετά από ένα απολαυστικό γεύμα, στο πλαστικό διαφημιστικό τασάκι, άπλωσα το χέρι μου δειλά και του πρόσφερα το προϊόν του σχεδίου μου, μη δυνάμενος να προφέρω την κοινότατη λέξη «θέλεις». Αντί απάντησης ανασήκωσε τα μπλε σα χάντρες μάτια του, πλατάγισε το στόμα του σαν ύστατο αποχαιρετισμό στην καταναλωθείσα γεύση, αποκάλυψε κοροϊδευτικά την άκρη της ροδαλής του γλώσσας, με τα στίγματα του πρόσφατα αναλωθέντος χοιρινού, γύρισε την πλάτη και δύσκαμπτος καθώς ήταν ανέβηκε το τσιμεντένιο σκαλοπάτι με τα χαραγμένα ορθογώνια πλακάκια, σέρνοντας τα σαράντα δύο νούμερο μαύρα παπούτσια του, αφήνοντας διάχυτη την αμφιβολία, εάν αποδεχόταν την προσφορά μου, αφοπλίζοντας μια καινούργια προσπάθεια. Το σχέδιο να του προσφέρω παγωτό, με όλους τους κινδύνους να παρεξηγηθώ, το ανέβαλα για το απώτερο μέλλον, όπως την εναλλακτική λύση τοποθέτησης πάγου στον φραπέ του, την ώρα που θα ήταν απασχολημένος με την ευγενική φροντίδα της καθαριότητας του περιβάλλοντος χώρου.
Τα πράγματα περιπλέχτηκαν περισσότερο όταν μια μέρα με κάλεσε εμπιστευτικά στο χαμηλοτάβανο γραφείο του, με τη γυμνή λάμπα φθορίου κρεμασμένη πάνω από το γεμάτο έγνοιες κεφάλι του. Με ύφος αυστηρό με εγκαλούσε στην τάξη, με κίνδυνο τη λήψη δυσάρεστων όπως ανέφερε αποφάσεων, εάν εξακολουθούσα να προπαγανδίζω, ποιος εγώ με τα τέσσερα σφραγίσματα στα μπροστινά δόντια, την αισθητική κι υγιεινή αξία των καθαρών δοντιών, αναφαίρετο άλλωστε συνταγματικό μου δικαίωμα, περί ελευθερίας του λόγου, εάν υποτίθεται ότι είχα κάνει την παραμικρή νύξη για το θέμα αυτό. Ο αιφνιδιασμός ήταν κάθετος, ώστε δεν κατάφερα να ψελλίσω ούτε μια λέξη για να υπερασπιστώ την άγνοιά μου.
Η αναζήτηση της αλήθειας έπαψε ν’ αποτελεί το πρώτιστο καθήκον, των άνευ άλλων ιδιαίτερων στόχων συμβατικής ζωής μου, με κίνδυνο να σβηστεί από τις γραμμές της μνήμης, εάν στο μέσον μιας άκρως εισπρακτικά ενδιαφέρουσας ημέρας, γύρω στις τρεις, ένα παχύρρευστο υγρό δεν εμφανιζόταν στην άκρη των χειλιών του, κίτρινο προς το πρασινωπό, που σε λίγες στιγμές κάλυψε όλο τον κάτω σιαγόνα, με κατεύθυνση το στενό λαιμό, με το χαρακτηριστικό καρύδι ματωμένο, από την προσπάθεια της τέλεια τεχνικής παρουσίασης του επαγγελματία υπαλλήλου. Ήταν έτοιμος να σηκώσει τον καφέ δίσκο, φορτωμένο με το παραγγελθέν φορτίο, με την απαραίτητη βλαστήμια σχηματισμένη στο στόμα του, έτοιμη να εξέλθει βίαιη και να εκπληρώσει σε ήχους την εκφρασθείσα προς στιγμή επιθυμία του φαλλοκράτη δυνάστη των πουριτανικών αναστολών μας. Η θέα αναστάτωσε όλους τους κοινούς θνητούς που είχαν την τύχη να παρευρίσκονται, σε μια ιδιαίτερη προσωπική στιγμή του απόμακρου αφεντικού τους, θεωρώντας το αποκρουστικό θέαμα σαν αντίδραση του εθισμένου οργανισμού στην επιβολή σε ακατάλληλη ώρα ξένων ουσιών, κόντρα στη χρόνια ελεγχόμενη κατανάλωση καφείνης. Η στιγμή θεωρήθηκε η πλέον κατάλληλη για τη λύση του μυστηρίου, ο ίδιος όμως παρέμεινε ατάραχος, με πρόδηλη την προσπάθεια να εξαφανίσει γρήγορα το ανεπιθύμητο υγρό από το θεληματικό πηγούνι του, ξεπερνώντας το συμβάν, με μια κίνηση εφησυχασμού προς τους προστρέξαντες βοηθούς του, και σε μένα που παρακολουθούσα την ιδιωτική του στιγμή, επίβουλος.
Η κατάσταση εξακολουθούσε στάσιμη, αφήνοντας ίσως ανεξίτηλα σημάδια στην μετέπειτα συγκρότηση της ψυχικής μου ισορροπίας, όταν ένα μεσημέρι ανεβαίνοντας σκυφτός και κακόκεφος την εσωτερική βρώμικη σκάλα, παρουσιάζεται μπροστά μου ο μουστάκιας, αμούστακος. Πριν καλά συνέλθω από την έκπληξή μου με τράβηξε από τον άπαχο ώμο μου και με οδήγησε, άβουλο, στο διάδρομο, που χρησιμοποιούσαμε για φαγητό, ανοίγοντας κατά την διαδρομή το στόμα του και τοποθετώντας τους δείκτες των χεριών στην άκρη των άτριχων χειλιών του, πρόβαλε επιδεικτικά τα δόντια του με τα πανέμορφα χρώματα, αντανακλώντας μια άγρια ομορφιά δικαίωσης. Χούφτωσε το φρεσκοπλυμένο πουκάμισο μου με τις λεπτές ρίγες και με μια απότομη κίνηση μ’ έσπρωξε βίαια στην ψάθινη καρέκλα, στερώντας το δικαίωμα να διαμαρτυρηθώ για την συμπεριφορά του. Με αργές, σίγουρες κινήσεις, άρχισε να βγάζει τ’ απαστράπτοντα δόντια, με μια λάμψη θριάμβου στα σακουλιασμένα μάτια του, τοποθετώντας το καθένα ανάλογα με το σχήμα του στη σωστή σειρά, δίχως την παραμικρή προσπάθεια. Έστριψε τη γερτή ραχοκοκαλιά του, αποκαλύπτοντας το γυμνό του σβέρκο, με κτύπησε φιλικά με συγκατάβαση κι απομακρύνθηκε, αμίλητος γνωρίζοντας, ο αλιτήριος, ότι με άφηνε με την αμφιβολία.

2 σχόλια:

Lapsus digiti είπε...

@Άνθρωπος Χωρίς Ιδιότητες: Έχετε διαβάσει ένα διήγημα του Leon Bloy "Η φοβερή τιμωρία ενός οδοντογιατρού" (εκδ. Άγρα); Αν όχι, πιστεύουμε ότι θα σας αρέσει. Τα ωραιότερα πάντως περί πονόδοντου (και όχι μόνο) διηγήματα τα έχει γράψει ο Τσέχωφ!

Τα σέβη μας (με άρωμα δυόσμου!)

ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΥΛΟΥ είπε...

lapsus digiti
Καλησπέρα σας.
Δεν έχω διαβάσει το διήγημα που μου προτείνεται, όπως πολλά άλλα που θα ήθελα να διαβάσω, αλλά....
Όσον αφορά τα διηγηήματα του Τσέχωφ, βρίσκονται ακόμα στο συρτάρι και περιμένουν τη σειρά τους. Τώρα θα μου πείτε ή μάλλον θα σκεφτείτε, ακόμη περιμένει ο Τσέχωφ κι εσείς περί άλλων τυρβάζετε! Τι να κάνω έχω και γω τις μονομανίες μου, που με αναγκάζουν να γυρίζω συνέχεια στους ίδιους και τους ίδιους. Να ξέρατε πόσοι περιμένουν να τους γνωρίσω.
Υποβάλλω μετά ειλικρινείας τα σέβη μου!