176) –Θα μου χαρίσεις το ονοματάκι
σου; με ρώτησε, μ’ένα ναζιάρικο τόνο στη φωνή της.
Αν και δεν μου αρέσει να χαρίζω τίποτα προσωπικό, ειδικά τ΄όνομά μου, οι
κόκκινες ακτές των χειλιών της, η απύθμενη, κυματιστή άβυσσος των μαλλιών της,
το απαλά ντυμένο σώμα της, που με
οδηγούσε κατευθείαν στην καταπακτή της ευδαιμονίας, μ έκαναν να ενδώσω.-Βαρνάβας, της είπα, απρόθυμα, αλλά κατά βάθος ικανοποιημένος για το ενδιαφέρον της.
Με το άκουσμα του ονόματός μου, το πρόσωπό της σκοτείνιασε, σαν ουρανός σε περίσκεψη.
Πήρε το μισοτελειωμένο ποτό της και απομακρύνθηκε στο βάθος του μαγαζιού, εξόχως δημαγωγική, αφήνοντας διάχυτη μια αίσθηση άυλου μυστηρίου, όπως τα δίχως πεπρωμένο σκυλιά του Αϊντχόφεν, καθώς χάνονται, ρητορικά αλυχτώντας, στο παιγνίδι των αντανακλάσεων της νύχτας,
Διορθωμένο Δευτέρα πρωί
Ο πίνακας "Cocktail drinker" είναι του Max Ernst
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου