Ρε Μήτσο, τι σκέφτηκα χθες βράδυ; Τι σε ρωτάω, αφού δεν
ξέρεις. Τι θέση έπαιζες κι έβαλες εκατό γκολ; Δεξί εξτρέμ σε θυμάμαι, αλλά τόσα γκολ μόνο
ένα σέντερ φορ μπορεί να βάλει. Μένω με την απορία. Μέτρησες κι εκείνο που
πέρασε πάνω από τις πέτρες που είχαμε στήσει για δοκάρια; Το αμφισβητήσαμε, ως αντίπαλοι, και
τσακωθήκαμε, όχι μόνο οι δυο μας, αλλά
ολόκληρη η παρέα, ανάλογα σε ποια ομάδα έπαιζε σ’εκείνο τον αγώνα. Όχι ότι θα
έκρινε κανένα πρωτάθλημα το αποτέλεσμα, αλλά για
το γόητρο, ρε γαμώτο. Χωρίσαμε, δεν ξέρω κι εγώ για πόσο καιρό. Μετά μας τράβηξε το πηγάδι της ζωής και ξεχαστήκαμε. Να σε πάρω
τηλέφωνο να σε ρωτήσω, τώρα που συρρικνώθηκαν οι ζωές μας, δεν τολμώ. Τι τα θες και τα σκαλίζεις θα μου
πεις, με το δίκιο σου, ποιο το όφελος να ξύνεις παλιές πληγές. Δεν αλλάζουν τη
ζωή μας τέτοιες σκέψεις, περιφερειακές, και πολύ λέω, μόνο θρέφουν μια
αδυνατισμένη μνήμη, που δεν έχει από που να πιαστεί, προσπαθώντας να κρατηθεί
ζωντανή με τέτοια ερωτήματα, συνεσφιγμένα με την ανείπωτη παραίτηση μας, που ούτε στον
εαυτό μας τολμούμε να ομολογήσουμε.
Σημαδούρα της φθοράς, υποψιάζομαι.
Αλλά πάλι σκέφτομαι: Τι εκατό, τι ενενήντα εννιά. Το δέχομαι
κι ανάβω κι άλλο τσιγάρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου