Μετά από τόσα χρόνια ανάγνωσης, είμαι σε θέση να υποστηρίξω
ότι έχω τη ικανότητα να κρίνω με δικές
μου αξιολογικές αναφορές την επιλογή για την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων. Ικανότητα που πηγάζει από την ύπαρξη προσωπικών
κριτηρίων που ορίζουν την αναγνωστική μου συγκρότηση, επαρκή για να στηρίξουν
την κριτική κατανόηση των λογοτεχνικών
κειμένων. Η επάρκεια αυτή μου δίνει τη
δυνατότητα, στο μέτρο της διανοητικής μου διαύγειας, να αποδέχομαι τα βιβλία που κυκλοφορούν και προτείνονται,
πολλά απ’αυτά σαν αριστουργήματα, με επιφύλαξη και κριτική ματιά όσα, τελικά,
από αυτά αποφασίσω να διαβάσω. Βιβλία Ελλήνων συγγραφέων δεν διαβάζω πια,
περιμένω, όμως, τον Μισέλ Φάις να δημοσιεύσει, για να πάω στο βιβλιοπωλείο
ν’αγοράσω το καινούργιο του βιβλίο. Αρκετές φορές, όταν θέλω να επιδείξω τις
γνώσεις μου, όσον αφορά το λογοτεχνικό βιβλίο, στις παρέες μου, που με θεωρούν
ένα συνδυασμό μέντορα και εξωγήινου, αν καμιά φορά το φέρει η συζήτηση, με
δική μου πρωτοβουλία φυσικά, με ύφος παντογνώστη
αποφαίνομαι, τελεσιδίκως, ότι τα βιβλία που πρέπει να διαβάσουμε στη ζωή μας
δεν είναι παραπάνω από δεκαπέντε. Πάντα λέω δεκαπέντε για να ξεφύγω από τα
κλισέ που κατακλύζουν την δημοσιογραφική οικογένεια, όταν ρωτούν λογοτέχνες
φορτωμένους λογοτεχνικά βραβεία, εξαιρετικές κριτικές από ομότεχνούς τους,
απαραιτήτως αναγνωρίσιμους από το τηλεοπτικό και μιντιακό κοινό. «Ποια είναι τα
δέκα καλύτερα βιβλία που διαβάσατε;», δίχως να μπαίνουν στον κόπο να
καινοτομήσουν, ρωτώντας, ποια είναι τα δεκαπέντε, τα είκοσι, τα τριάντα κ.ο. κ.
Φαίνεται η απόφαση για σύντομα κείμενα στις εφημερίδες, ακόμα και στα
βιβλιογραφικά ένθετα, όταν υπήρχαν, πρέπει να βρει και δω την εφαρμογή της. Που
να διαβάζει ο αναγνώστης, έστω ο μυημένος, ολόκληρο κατεβατό. Μην κοιτάτε στο
διαδίκτυο όπου υπάρχουν βιβλιόφιλοι που διαβάζουν ένα βιβλίο, άνω των
τριακοσίων σελίδων, κάθε τρεις μέρες και το κρίνουν με παραλλαγές δελτίων τύπου
των εκδοτικών οίκων! Αλλά ξεφεύγω.
Έλεγα, λοιπόν, ή μάλλον έγραφα, ότι, σαν απόλυτος κάτοχος της γνώσης, το σύνολο
των βιβλίων που αξίζει να διαβάσει κάποιος στη ζωή του, με προσδόκιμο ζωής τα
εξήντα πέντε χρόνια, να έχουμε, βρε αδελφέ, κάποια πνευματική διαύγεια, αν την
έχουμε αποκτήσει ποτέ, δεν υπερβαίνουν
τα δεκαπέντε βιβλία, τα οποία όταν μου δινόταν η ευκαιρία, ή και χωρίς να μου
δοθεί, τα απαριθμούσα στο έκθαμβο αλλά συγχρόνως αδιάφορο ακροατήριο.
1. «Δον Κιχώτης» μετάφραση, οποσδήποτε, Ηλία Ματθαίου
2. «Έγκλημα και τιμωρία»
3. «Άννα Καρένινα»
4. «Το μοναστήρι της Πάρμας»
5. «Βιζυηνός, Άπαντα πεζά»
6. «Αβεσσαλώμ, Αβεσσαλώμ»
7. «Εννέα ιστορίες» Τζ.Ντ.Σάλιντζερ
8. «Χέρτσογκ»
9. «Μεγάλες προσδοκίες»
10. «Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης»
11. «Διηγήματα, 2 τόμοι» Ρομπέρτο Μπολάνιο
12. «Νοστρόμο»
13. «Αναζητώντας το χαμένο χρόνο», όλοι οι τόμοι σαν ένα
βιβλίο.
14. «Ιστορία του κόσμου σε 10 ½ κεφάλαια»
15. «Το σόλο του Φίγκαρο»
¨Ετσι περνούσα τη ζωή μου, διαβάζοντας βιβλία, που τα
θεωρούσα βιταμινούχα βιβλιογραφικά συμπληρώματα, που επιβεβαίωναν τον
«λογοτεχνικό κανόνα» μου. Βιβλία τα οποία πέρα από την συνεισφορά τους στην
πνευματική μου αλαζονεία, την οποία ως αυθεντικός πνευματικός άνθρωπος μεταμόρφωνα σε μετριοφροσύνη και δημοκρατικότητα στο
περιορισμένο κοινό μου, δίνοντας τη δυνατότητα, ως αρωγός της περιορισμένης γνώσης
τους, ο αλιτήριος, οι άσχετοι συνομιλητές μου να αμφισβητήσουν την
αδιαπραγμάτευτη λίστα, ένα είδος μνημονίου δηλαδή, προτάσσοντας το
δημοκρατικότατο διαλεκτικό ερώτημα, βγαλμένο μέσα από τις μνημονιακές, τάχα,
διαπραγματεύσεις. Έχετε να προτείνετε κάτι καλύτερο; Σίγουρος, βέβαια, για την
άφωνη επιβεβαίωσή μου.
Ώσπου τα τελευταία χρόνια τα πράγματα δυσκόλεψαν, όταν το κοινό, με το
οποίο συνομιλώ, διευρύνθηκε επικίνδυνα, στην προσπάθειά μου να επικοινωνήσω με
περισσότερους ανθρώπους, επαρκείς γνώστες την λογοτεχνικής αγοράς. Μετά από
πέντε χρόνια κατάφερα, νομίζω, να διαχωρίσω την ήρα από το στάρι, και να
παρακολουθώ διαδικτυακά δεκαπέντε(πάλι;)
ανθρώπους που τα κείμενα και τα σχόλιά τους είναι ικανά να βελτιώσουν, να
αμφισβητήσουν, να ανατρέψουν, να επιβεβαιώσουν τον, έτσι κι αλλιώς, ακλόνητο
κανόνα μου.
Έτσι λοιπόν, πριν από δεκαπέντε(Φτού! Πάλι δεκαπέντε!) μέρες, η διαδικτυακή
φίλη Lapsus digiti μου πρότεινε να διαβάσω το βιβλίο «Ο Σόλομον Γκάρσκυ ήταν
εδώ». Οι γνώσεις της για την λογοτεχνία, τα εύστοχα σχόλιά της, παρά την σπάνια
αλλά ουσιαστική παρουσία της,
επανακαθόρισαν τον λογοτεχνικό μου κόσμο, το οποίο μετά από τριάντα πέντε(εδώ τη γλύτωσα κατά το
ήμισυ, με έσωσε το τριάντα) χρόνια ανάγνωσης είχα δημιουργήσει . Ήμουν σίγουρος
για την ευστοχία της όχι όμως και για την διεύρυνση της λίστας μου.
Έτρεξα μετά από τέσσερις μέρες και δανείστηκα το βιβλίο από τη βιβλιοθήκη. Το
διάβασα, και η λίστα αυξήθηκε στα δεκάξι.