Πέμπτη, Απριλίου 16, 2009

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ

Get this widget Track details eSnips Social DNA


Διαβάζει: Λαζαρίδου Όλια, Nίκος Ξυδάκης, Hμερολόγιο δεύτερο, Mercury/Universal Music 2005

1. Μοῦ φαίνεται πὼς πάω καὶ ταξιδεύω
Στὴν ἐρμιὰ τοῦ πελάγου εἰς τ᾿ ὄνειρό μου
Μὲ τὸ κῦμα, μὲ τσ᾿ ἄνεμους, παλεύω
Μοναχή, καὶ δὲ εἶσαι εἰς τὸ πλευρό μου·
Δὲ βλέπω μὲ τὸ μάτι ὅσο γυρεύω
Πάρεξ τὸν οὐρανὸ στὸν κίνδυνό μου·
Τόνε τηράω, βόηθα, τοῦ λέω, δὲν ἔχω
Πανί, τιμόνι, καὶ τὸ πέλαο τρέχω.

2. Κι᾿ ὅτι τέτοια τοῦ λέω, μέσα μὲ θάρρος
Νά σου τὰ τρία τ᾿ ἀρσενικὰ πετιοῦνται·
Τοῦ καραβιοῦ τὰ ξύλα ἀπ᾿ τὸ βάρος
Τρίζουν τόσο, ποὺ φαίνεται καὶ σκιοῦνται·
Τότε προβαίνει ἀφεύγατος ὁ χάρος,
Καὶ στρυμωμένα αὐτὰ κρυφομιλιοῦνται,
Κι᾿ ἀφοῦ ἔχουν τὰ κρυφὰ λόγια ᾿πωμένα,
Λάμνουν μὲ κάτι κουπιὰ τσακισμένα.

3. Μ᾿ ἕνα πικρὸ χαμόγελο στὸ στόμα
Ἔρχεται ἡ κόρη ἐκεῖ καὶ μὲ σιμώνει·
Τῆς τυλίζει ἕνα σάβανο τὸ σῶμα,
Ποὺ στὸν ἀέρα ὁλόασπρο φουσκώνει·
Ἀλλὰ πλιὰ χλωμιασμένο εἶναι τὸ χρῶμα
Τοῦ χεριοῦ ποὺ ὀμπροστά μου ἀντισηκώνει,
Καὶ τῆς τρέμει, ὅπως τρέμει τὸ καλάμι,
Δείχνοντας τὸ σταυρὸ στὴν ἀπαλάμη.

4. Καὶ βλέπω ἀπ᾿ τὸ σταυρὸ καὶ βγαίνει αἷμα
Μαῦρο μαῦρο, καὶ τρέχει ὡσὰν τὴ βρύση
Μοῦ δείχνει ἡ κόρη ἀνήσυχο τὸ βλέμμα,
Τάχα πὼς δὲ μπορεῖ νὰ μὲ βοηθήσῃ.
Ὅσο ἐκειὰ τὰ κουπιὰ σχίζουν τὸ ῥέμα,
Τόσο τὸ κάνουν γύρω μου ν᾿ αὐξήσῃ·
Συχνοφέγγει ἀστραπή, σχίζει τὸ σκότος,
Καὶ τῆς βροντῆς πολυβουΐζει ὁ κρότος.

5. Καὶ τὰ κύματα πότε μᾶς πηδίζουν,
Ποὺ στὰ νέφη σοῦ φαίνεται πὼς νἆσαι,
Καὶ πότε τόσο ἀνέλπιστα βυθίζουν,
Ποὺ νὰ μὴν ἀνοίξῃ ἡ κόλαση φοβᾶσαι·
Οἱ κουπηλάτες κατὰ μὲ γυρίζουν.
Βλασφημοῦν, καὶ μοῦ λένε: Ἀνάθεμά σε.
Ἡ θάλασσα ἀποπάνου μας πηδάει,
Καὶ τὸ καράβι σύψυχο βουλιάει.

6. Μὲ χέρια καὶ μὲ πόδια ἐνῷ σ᾿ ἐκείνη
Τὴν τρικυμιά, ποὺ μ᾿ ἄνοιξε τὸ μνῆμα,
Τινάζομαι μὲ βία, καὶ δὲ μ᾿ ἀφίνει
Νὰ βγάλω τὸ κεφάλι ἀπὸ τὸ κῦμα,
Βρίσκομαι ἡ ἔρμη ἀνάποδα στὴν κλίνη,
Ποὺ ἄλλες φορὲς τὴ ζέσταινε τὸ κρῖμα,
Καὶ πικρότατα κλαίω πὼς εἶναι δίχως
Τὸ στεφάνι, ποὺ μὤταξες, ὁ τοῖχος.

2 σχόλια:

Lapsus digiti είπε...

" Όταν εμειδία ο μπάρμπα-Πίπης, δεν εμειδίων μόνον αι γωνίαι των χειλέων, αι παρειαί και τα ούλα των οδόντων του, αλλ' εμειδίων οι ιλαροί και ήμεροι οφθαλμοί του, εμειδία στίλβουσα η σιμή και πεπλατυσμένη ρις του, ο μύσταξ του ο ευθυσμένος με λεβάνταν και ως διά κολλητού κηρού λελεπτυσμένος, και το υπογένειόν του το λευκόν και επιμελώς διατηρούμενον, και σχεδόν ο κούκος του ο στακτερός, ο λοξός κ' επικλινής προς το ους, όλα παρ' αυτώ εμειδίων".

Από το "Πάσχα Ρωμέϊκο" του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.

Να 'χετε μια χαρούμενη Λαμπρή!

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΧΩΡΙΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ είπε...

Αγαπητή Lapsus digiti
Ως Πίπης και γω, αλλά όχι μπάρμπας, προς το παρόν, με τον κούκον μου ανωφερή προς το ους, μεταμφιέζομαι ως άλλος Γιάννης Μπουκώσης, αναμένων(νος) την αυριανήν ημέρα, όπου ρίπτων το βλέμμα μου «ἐναλλὰξ εἰς τὸ ροδοκοκκινίζον σφακτὸν καὶ εἰς τὸ μαχαίριον. Ἀντικρύ, παρὰ τὴν ρίζαν ἑνὸς σχοίνου, ἵστατο μεγάλη φλάσκα. Ἐκ τοῦ τρόπου μεθ᾿ οὗ ἵστατο ἀκουμβημένη εἰς τὸ κλαδίον τοῦ σχοίνου, ἐφαίνετο πλήρης οἴνου μοσχάτου καὶ μαύρου μεμιγμένου. Τὸ ροδοκοκκινίζον σφακτὸν ἔκνιζε καὶ ἔσιζεν εἰς τὸ πῦρ, ἡ φλάσκα ὡς ἄλλη κλώσσα καλοῦσα τοὺς νεοσσούς της ὑπὸ τὰς πτέρυγας, ἐφαίνετο καλοῦσα τοὺς βοσκοὺς εἰς εὐωχίαν ὑπὸ τοὺς ἀτμούς της, ἑτοίμη νὰ κλώξῃ καὶ νὰ φυσήσῃ εἰς τὴν ἐλαχίστην ἐπαφὴν τῆς χειρός, εἰς τὴν ἐλαχίστην προσέγγισιν τοῦ χείλους εἰς τὴν θηλήν της.»
Σας εύχομαι να περάσετε μια όμορφη και γεμάτη χαρές Λαμπρή!