Τρίτη, Μαρτίου 27, 2018

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΙΕΡ ΣΟΦΟΝΙ;



« Ο Πιερ Σιφονί με κρατάει αιχμάλωτο, δεμένο με χειροπέδα απ’το αριστερό του χέρι. Όλα τα χρόνια της αιχμαλωσίας προσπαθώ να καταλάβω για ποιο λόγο το κάνει, τι σκοπό εξυπηρετεί. Ποιος είναι τελοσπάντων ο Πιερ Σιφονί;».
Ο Στέργος Γλυκός γράφει αυτό το σημείωμα, αν και γνωρίζει ότι δεν θα φτάσει ποτέ στον προορισμό του. Έχουν απαγορεύσει να βρίσκονται μπουκάλια στο δωμάτιο που νοσηλεύεται.

Οι θάλασσες μπορούν να περιμένουν.




Σάββατο, Μαρτίου 24, 2018

ΣΤΙΓΜΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ



Κάθε μέρα, ή σχεδόν κάθε μέρα, κάνω τον απογευματινό μου περίπατο, επιβεβλημένο από τον γιατρό για την καλή λειτουργία της καρδιάς μου, διαβάζοντας. Όταν περπατώ σε επαρχιακούς δρόμους, άλλωστε δεν έχω εναλλακτική διαδρομή, η ομοιομορφία, η ησυχία και η επαναληπτικότητα τού τοπίου με σπρώχνουν στη ανάγνωση. Κάπου κάπου συναντώ κι άλλους περιπατητές, συνήθως με ακουστικά στα αυτιά, γρήγορο βάδισμα, ιδρωμένο πρόσωπο, τη φανέλα τους καμιά φορά σημαδεμένη  από τον ιδρώτα στο στήθος, να με  κοιτάζουν απορημένοι, και να συνεχίζουν το βάδισμά τους, κουνώντας αποδοκιμαστικά το κεφάλι τους. Απολαμβάνω την έκπληξή τους,  όταν με βλέπουν με το κεφάλι σκυμμένο στο βιβλίο, χαμογελώ κρυφίως, ενίοτε δημοσίως, συνεχίζοντας το διάβασμα.
Αυτό όμως που ευχαριστιέμαι περισσότερο είναι οι οδηγοί, οι οποίοι λόγω της ταχύτητας με την οποία είναι εθισμένοι να οδηγούν, ακόμη και σε απόμερους δρόμους, βρίσκονται απροετοίμαστοι γι’αυτό που θα συναντήσουν. Όταν φτάνουν κοντά μου, στρέφουν το κεφάλι τους στον απρόσκλητο γήινο-εξωγήινο, που τους χαλά την εικόνα του κόσμου, όπως τον γνώριζαν, μέχρι τη στιγμή της συνάντησής μας, κινδυνεύοντας να χάσουν την αυθεντικότητα της εικόνας του, που έχουν αποθηκευμένη στο μυαλό τους, αν συνεχίσουν να με παρατηρούν για περισσότερα δευτερόλεπτα, αφού η πορεία τους δεν θα είναι αυτή που έχουν προγραμματίσει, αλλά η τεθλασμένη που θα τους οδηγήσει εκτός δρόμου, με απρόβλεπτα αποτελέσματα.
Όλα αυτά μέχρι χθες, απογευματάκι Δευτέρας 22 Απριλίου 2017, όταν ο οδηγός του οχήματος ΡΟΚ 1342, προφανώς για να με ειρωνευτεί, μου πετάει την προβλέψιμη  ατάκα: «Πρόσεχε μην σου φύγει κανένα «και». Σπάνια και επιλεκτικά λειτουργώ με το συναίσθημα. Αποφασίζω να του κάνω νόημα να σταματήσει. Αιφνιδιασμένος από την αντίδρασή μου, σταματά λίγα μέτρα παρακάτω, και χαμογελώντας με ρωτάει, ειρωνικά κι απαξιωτικά, έτσι  κατάλαβα, αν θέλω κάτι.
"Βλέπεις τίποτα αστείο εξυπνάκια;" τον αιφνιδιάζω ρητορικά.
"Τίποτα".
"Σου φαίνομαι αστείος; Σου φαίνομαι κάνας σαχλαμάρας;"
" Όχι". *
«Άνοιξε την πόρτα", του λέω απειλητικά, δείχνοντας το πιστόλι FIVE-SEVEN, στο ειδικό διαμέτρημα των 5,7Χ28, που κρατούσα στο χέρι μου. Τον είδα να χάνει το χρώμα του, βλέποντας την κάννη του όπλου σε απόσταση είκοσι πόντων μακριά από τη μύτη του.
Μπήκα στη θέση του συνοδηγού, τον ανάγκασα με το ένα χέρι ν'ανοίξει 
 το στόμα του, ενώ με το άλλο τον καθήλωσα στο  μαξιλαράκι του καθίσματος. «Φά΄το, ρε πούστη,» μουγκρίζω θριαμβευτικά, και του χώνω στο απροστάτευτο στόμα το «και» που είχα μαζέψει από κάτω.
Είπαμε ότι οι επιλογές σου σε καθορίζουν. Αρκεί να τις πάρεις την κατάλληλη στιγμή και ν'αποφασίσεις ποιο ρόλο θα παίξεις· του θύτη η του θύματος.

* Ο διάλογος είναι από το διήγημα "Σφαίρα στο κεφάλι" του Tobias Wolff, σε μετάφραση Γιάννη Παλαβού
"Η ΧΑΡΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΙΣΤΗ"
σ.165
Εκδόσεις "Ίκαρος"


Επιτέλους Διορθωμένο Κυριακή  βράδυ.


Τετάρτη, Μαρτίου 07, 2018

ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΜΕ ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΌΤΗΤΑ


Κάπου κάπου κάνουμε καμιά επίσκεψη. Αν οι οικοδεσπότες είναι ευγενείς μας φιλοξενούν.

Να μείνουμε μακριά από τη επικαιρότητα. Μόνο έτσι μπορούν η έμπνευση, η τύχη, το ένστικτο, να λειτουργήσουν μακριά από το αγριεμένο πλήθος της επιβεβαίωσης. Δίχως αυτονομία και αυτοδυναμία σκέψης, εν μέσω μιας αέναης επαναληπτικότητας περί ωφελιμότητας, δυσκολευόμαστε να υποστηρίξουμε τη μοναδικότητά της επιλογής μας. Τα αγκάθια της πνευματικότητας δεν είναι η αγνωσία, η άκριτη βύθιση στην ασημαντότητα της συλλογικής καθημερινότητας, αλλά η συσσώρευση πληροφοριών που παρουσιάζονται ως αναγκαιότητα, λειτουργώντας ως μήτρα μιας, ήδη, επιβαρυμένης γνώσης. Ο εναγκαλισμός με το απαραίτητο, σαν μέτρο επιλογής μεταξύ αμέτρητων αφηγηματικών εκδοχών της λογοτεχνικότητας, φαντάζει ιδανικός, προκρίνεται ως στόχος μιας επιτυχημένης πορείας προς την ταυτοποίηση με το αισθητικά επικυρωμένο λόγο μιας διακριτής ομάδας κατ’ επίφασιν βιβλιοκριτών. Ο απεγκλωβισμός από το φορτίο της ανάγκης, από τη συμμετοχή στο παρόν, την εμμονική μας στάση μπροστά στο εφήμερο, που παρουσιάζεται με μορφή οικουμενικής αποδοχής και τεκμήριο διαχρονικότητας, που συμπυκνώνει την εμπειρία μιας πληροφορημένης κοινότητας, γίνεται αποδεκτό για την οικονομία της ανάγνωσης, αφού οι «εργολογικές της όψεις» της αναγνωστικής πράξης δεν είναι απεριόριστες.
O φόβος μήπως βρεθούμε πίσω, έστω δίπλα, σίγουρα όμως όχι μέσα στον πυρήνα της επικαιρικής μεταφοράς, η οποία ως προνομιακός χώρος μιας ομάδας μυημένων βιβλιοσκώληκων, οι οποίοι όσο προσπαθούν να βρεθούν όσο πιο κοντά γίνεται στο συνεχές της βιβλιογραφικής παραγωγής τόσο περισσότερο απομακρύνονται από την ουσία του αναγνωστικής επιθυμίας, μας οδηγεί σε έναν διαρκή αγώνα βιβλιογνωστικής επάρκειας, σ’ ένα παρατεταμένο αναγνωστικό σπριντ που μας εξαντλεί πριν τη γραμμή τερματισμού.
Γράφω για κάποιον άλλον σημαίνει ότι πρώτα απ’ όλα γράφω για τον εαυτό μου. Δεν είπαμε ότι κάθε κείμενο που γράφουμε ή διαβάζουμε είναι η ύπαρξή μας καθρεφτισμένη στο χαρτί; Η γλωσσική απεικόνιση της συνείδησής μας, των ιδεών μας; Η αμηχανία μας μπροστά στη γραφή; Αλλά και όλα όσα έχουμε αφήσει απ’ έξω και μπορούν να συμπληρώσουν, με απόκρυψη, την εικόνα του κόσμου μας; Το έξω είναι απαξία, το μέσα, είναι ευλογία, καθαγιασμένη από την ειδίκευση που αποκτήθηκε με επιμέλεια, προγραμματισμό, από τον βηματισμό που δεν διακινδυνεύει να λοξοδρομήσει. Όμως, δίχως πάθος για το άγνωστο, το απρόβλεπτο, ο καθρέφτης είναι παραμορφωμένος. Το πρόσωπό μας δεν είναι αυτό που βλέπουμε αλλά αυτό που φαίνεται.

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: Ralph Morse.]

http://frear.gr/?p=21052

Η επιλογή της φωτογραφίας είναι  του περιοδικού.

Κυριακή, Μαρτίου 04, 2018

ΕΓΓΑΣΤΡΙΜΥΘΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΗΤΗΣ


Σήμερα, Κυριακή πρωί, ήμουν ένας εγγαστρίμυθος περιπατητής, που διάβαζε τα «Τετράδια ονείρων» της Ζυράννας Ζατέλη, με τη φωνή της Εύας Φωτεινιά, βαδίζοντας στους ήσυχους δρόμους της πόλης.