Πέμπτη, Μαρτίου 19, 2015

ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΠΑΨΕ ΝΑ ΠΟΝΑΣ*

-Εσένα το λέω με το μπλε πουκάμισο, φώναξε απ’ τη σκηνή, δείχνοντας με το δάχτυλό του το μπλε πουκάμισό μου. «Μπλε» κατά τη δική του ερμηνεία, «πουκάμισο» κατά τη δική μου αφηγηματική αυθαιρεσία.
Εξηγούμαι. Eγώ δεν φοράω πουκάμισο. Το πουλόβερ από το Zara φοράω, μου είναι μάλιστα στενό, άκουσα την πωλήτρια που μου πρότεινε το large και το αγόρασα, Έριξε μια φευγαλέα αλλά σίγουρη ματιά, που πρόδιδε επαγγελματική εμπειρία, στο σώμα μου με ανοιγμένο το μπουφάν. Δεν με άφησε να το βγάλω, εμπιστεύτηκα την εμπειρία της και τη φιλαρέσκειά μου. Προφανώς ήθελε να με κολακέψει, αλλά τώρα νοιώθω άβολα μέσα σ' αυτό το ασφυκτικό μάλλινο προϊόν. Τέλος πάντων, το αντιπαρέρχομαι και συνεχίζω τη διήγησή μου, γνωρίζοντας ότι έχω προκαλέσει το ενδιαφέρον σας.
Έστρεψα το βλέμμα τριγύρω να δω αν απευθυνόταν σε κάποιον άλλον, αποφεύγοντας το δάχτυλό του που συνέχιζε να με στοχεύει, λες και ήμουν υποψήφιο θύμα παρανοϊκού δολοφόνου σε αμερικάνικη ταινία δεύτερης διαλογής, b movies εννοώ. Κανείς δεν βρισκόταν κοντά μου για να βρει παρηγοριά η σκέψη μου ούτε η νοητή προέκταση του δαχτύλου του σημάδευε άλλο στόχο. Φυσικό άλλωστε, αφού πάντα διάλεγα απόμερα σημεία στις δημόσιες ομιλίες. Κατέβηκε τη σκάλα της σκηνής, δίχως να λυγίζει τα γόνατά του, άκαμπτος, σαν να στεκόταν σε κυλιόμενο κατηφορικό διάδρομο και προχώρησε προς το μέρος μου. Το βάδισμά του καθώς με πλησίαζε είχε γίνει ορθολογικό. ‘Εφερε την κοτσίδα των μαλλιών του στην αριστερή πλευρά του ώμου του, σκεπάζοντας την άκρη ενός τατουάζ που ξεμύτιζε, διστακτικό, από την άκρη του σακακιού του, έκανε μια κίνηση σαν κάτι να τον βάραινε και ήθελε να το ξεφορτωθεί, έφτασε κοντά μου, έδιωξε μια μύγα που επίμονα συμπλήρωνε το σκηνικό της αγωνίας στο πρόσωπό μου, και άφησε το βλέμμα του να σταθεί δεκαπέντε πόντους δίπλα από το σώμα μου. «Πάρε αυτό» μου είπε, απλώνοντας το χέρι του που έτρεμε ελαφρά. «Φύγε αμέσως από δω, σε παρακαλώ. Μη σε ξαναδώ στα μάτια μου.». Αυτές ήταν οι τελευταίες λέξεις του. Απομακρύνθηκε σκυφτός σαν η ένταση της στιγμής να είχε ξαπλώσει στην πλάτη του καπνίζοντας ανέμελα το τσιγάρο της. Πήρα το φάκελο και ανηφόρισα το δρόμο για το σπίτι. Η βροχή άρχισε να δυναμώνει. Τώρα άφηνε το χάδι κι άρχισε να μου μαστιγώνει το πρόσωπο, λες και δεν με γνώριζε πια. Χαμήλωσα το γείσο του καπέλου μου και τάχυνα το βήμα μου.
«Εσύ, λοιπόν, είσαι ο πατέρας μου», ψιθύρισα, κοιτάζοντας τη φωτογραφία, όταν έφτασα σπίτι. Το πρόσωπό μου πήρε το χρώμα του Zoloft. Δεν ντράπηκα και άφησα ένα λυγμό να βρει την υγρή διέξοδο που αναζητούσε στα μάτια μου.

Ο πίνακας "At this stage", 2001 είναι του Gillian Ayres
*Ο τίτλος της ανάρτησης προέρχεται από την ομώνυμη ταινία με τον Νίκο Ξανθόπουλο και τη Μάρθα Βούρτση, σε σκηνοθεσία Απόστολου Τεγόπουλου

2 σχόλια:

Rosa Mund είπε...

Καρδιά μου κάνε κι εσύ μια υποχώρηση

Εν τω μεταξύ, κάθε μέρα έχω μαλώματα με την καρδιά μου.
“Καρδιά μου”, της λέω, “κάνε κι εσύ μια υποχώρηση”
υπάρχει τόση ομορφιά σ’ αυτόν τον κόσμο,
υπάρχουν τόσα σαββατόβραδα για γλέντι,
επιτέλους δε χάθηκαν οι ευκαιρίες για προσήλωση”
“Δεν ξέρεις τι ζητάς”, μου αποκρίνεται,
“σε χάλασαν οι τόσες διαψεύσεις,
σ’ έκανε εύκολο η απελπισία,
έπαψες να πιστεύεις πια στον έρωτα: σε κλαίω”.
Δεν ξέρω τι της έκανες αυτής της καρδιάς
και ξημεροβραδιάζεται με τ’ όνομά σου
όμως εγώ είμαι αδύνατος άνθρωπος,
η σάρκα μου πονάει, θέλει να φάει,
το αίμα μου κρυώνει, θέλει να ζεσταθεί.
Να φύγεις απ’ τη μνήμη μου και την καρδιά μου.

(Ντίνος Χριστιανόπουλος)


Brian Crain - Song of the Heart
https://www.youtube.com/watch?v=c8-f4QgMluM

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΧΩΡΙΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ είπε...

Υπέροχο ποίημα!
Αλλά και η μουσική, τι να πω;
Πρέπει ν'ανταποδώσω αλλά με τι;
Α! μ'αυτό!
https://www.youtube.com/watch?v=1bbK6jHPGg0