Στο βιβλίο υπάρχουν ορισμένες αφηγηματικές ενότητες όπου η
έμπνευση του συγγραφέα δεν είναι στις καλύτερες στιγμές της. Είναι στιγμές που
νοιώθεις ότι ο αφηγητής θέλει να τα πει όλα. όσα συγκροτούν τον ορατό και αόρατο
κόσμο του, μέσα σ’ένα βιβλίο.
Από την έκθεση της Λαουράνιας για το απόσπασμα του Όττο Γέσπερσεν από το βιβλίο του The Philosophy of Grammar, για τη σχέση που υφίσταται ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη γλώσσα, στο αμφιθέατρο Τζοβάννι Πάσκολι, όπου το εξποζέ της κρίνεται από το αφηγητή, σαν π ρ ώ ι μ η ρ η τ ο ρ ι κ ή α σ υ δ ο σ ί α , σαν «λόγος που έσφυζε από ένα ορατό πλούτο γεροσύνης», και καλά κάνει και το γράφει, τον αγνωστικισμό, και τη γνώμη που είχε γι’αυτόν ο παππούς Φρειδερίκος Ένγκελς, δημοσιεύοντας ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Ουτοπικός Και Επιστημονικός Σοσιαλισμός, με τίτλο Η καλή και η κακή πουτίγκα, μεταφρασμένο από την αγγλική έκδοση του 1892, από τον επιμελητή του βιβλίου Γιώργο Κεντρωτή, μέχρι την Έκθεση του Κολιγιάννη, όχι του γραμματέα του Κ.Κ.Ε, αλλά του άλλου, του Θεόδωρου, παλιού φασίστα του Παλέρμου, που είχε συμμετάσχει ως «Εθνικός Σύμβουλος» του Συνδέσμου Ελλήνων Σπουδαστών Παλέρμου, σε κάποιο συνέδριο το 1969 κλπ., η παρεμβολή τόσων εξωκειμενικών μυθιστορηματικών παρεμβάσεων, αυτό το εφήμερο «διανοητικό χασομέρι», επιβαρύνει το κειμενικό περιβάλλον. Η καταγραφή τόσων λεπτομεριών, εξασθενίζει την αφήγηση, το κείμενο γίνεται ανιαρό, ας πούμε όταν ο Τόρι, ο «Δεύτερος Γοργίας», αφηγείται στον Νταμιάνο και την Λαουράνια την ιστορία της Λινγκουαγκλόσσα στο ξενοδοχείο Happy Day ή όταν ο Μπερλινκουέρ απαντά στις τρεις ερωτήσεις της Λαουράνιας.
Από την έκθεση της Λαουράνιας για το απόσπασμα του Όττο Γέσπερσεν από το βιβλίο του The Philosophy of Grammar, για τη σχέση που υφίσταται ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη γλώσσα, στο αμφιθέατρο Τζοβάννι Πάσκολι, όπου το εξποζέ της κρίνεται από το αφηγητή, σαν π ρ ώ ι μ η ρ η τ ο ρ ι κ ή α σ υ δ ο σ ί α , σαν «λόγος που έσφυζε από ένα ορατό πλούτο γεροσύνης», και καλά κάνει και το γράφει, τον αγνωστικισμό, και τη γνώμη που είχε γι’αυτόν ο παππούς Φρειδερίκος Ένγκελς, δημοσιεύοντας ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Ουτοπικός Και Επιστημονικός Σοσιαλισμός, με τίτλο Η καλή και η κακή πουτίγκα, μεταφρασμένο από την αγγλική έκδοση του 1892, από τον επιμελητή του βιβλίου Γιώργο Κεντρωτή, μέχρι την Έκθεση του Κολιγιάννη, όχι του γραμματέα του Κ.Κ.Ε, αλλά του άλλου, του Θεόδωρου, παλιού φασίστα του Παλέρμου, που είχε συμμετάσχει ως «Εθνικός Σύμβουλος» του Συνδέσμου Ελλήνων Σπουδαστών Παλέρμου, σε κάποιο συνέδριο το 1969 κλπ., η παρεμβολή τόσων εξωκειμενικών μυθιστορηματικών παρεμβάσεων, αυτό το εφήμερο «διανοητικό χασομέρι», επιβαρύνει το κειμενικό περιβάλλον. Η καταγραφή τόσων λεπτομεριών, εξασθενίζει την αφήγηση, το κείμενο γίνεται ανιαρό, ας πούμε όταν ο Τόρι, ο «Δεύτερος Γοργίας», αφηγείται στον Νταμιάνο και την Λαουράνια την ιστορία της Λινγκουαγκλόσσα στο ξενοδοχείο Happy Day ή όταν ο Μπερλινκουέρ απαντά στις τρεις ερωτήσεις της Λαουράνιας.
Νοιώθεις ότι το αφηγηματικό κίνητρο του συγγραφέα, ο έρωτας
του Βικέντιου και της Λαουράνιας, απομακρύνεται, όταν οι γνώσεις του συγγραφέα
από την ακαδημαϊκή του πορεία αποκτούν μυθιστορηματική λειτουργία, χρησιμοποιούμενες
με διαφορετικό ρόλο και στόχο από εκείνον που έχουν οριστεί να έχουν, σε μια
προσπάθεια να αποτελέσουν μέρος της σκηνογραφίας της αφήγησης, να οριστούν ώς
μέρος της ατμόσφαιρας της ιστορίας. Η φύση τους όμως, η επιστημονική και
φιλοσοφική τους ιδιότητα, δεν βοηθά το
λόγο για τον οποίο επελέγησαν.
Έκπληξη, επίσης, προκαλεί το βασικό πρόσωπο του
μυθιστορήματος η Λαουράνια. Παρά την εξαντλητική περιγραφή της εξωτερικής της
εμφάνισης, οι εξαίσιες αφηγηματικές σελίδες για το βλέμμα της, τα χείλη της, το
αφτί της, τα μάτια της, τα θεσπέσια πόδια της, «ως κίονες ιωνικοί», δεν είναι
επιθυμητή, δεν ολοκληρώνει ένα μυθιστορηματικό χαρακτήρα. Διότι όταν ανοίξει το
στόμα της είναι απωθητική. Μπορεί να ξέρει τον Γέσπερσεν, τον Λέρμοντοφ, τον
Σολωμό, να γνωρίζει όλα τα μουσεία του Παλέρμου, να ξεναγεί τον Βικέντιο στο
Εθνογραφικό Μουσείο Πιτρέ, στην Πινακοθήκη της Σύγχρονης Τέχνης, στο
Περιφερειακό Αρχαιολογικό Μουσείο, κυρίως στο Παλάτσο Αμπατέλις, με τα γλυπτά
του Φραντσέσκο Λαουράνα, να μιλάει στον Βικέντιο για τα έργα του Λαουράνα ή για
την Annunziata του
Αντονέλο Ντα Μεσίνα, να δίνει διαλέξεις,
έστω με ρητορική ασυδοσία, αλλά δεν αποπνέει ερωτισμό. Παρόλο που ο λόγος της, είναι
όπως γράφει ο Βικέντιος, η προσωποποίηση της υγείας του λόγου, το ακόρεστο τέρμα
της δεινής υγείας του λόγου, ο τρόπος συνομιλίας της με τον Ντιαμάνο στην
Αίθουσα Σαν Φραντσέσκο υπό το διακριτικό φως των κηρίων ή στο ξενοδοχείο Happy
day, περισσότερο αποσπάσματα από σελίδες επιστημονικών βιβλίων θυμίζει, παρά μέρος
ερωτικής επιθυμίας. Μια γλυκιά κουβέντα δεν ακούσαμε από το θεσπέσιο στοματάκι
της. Μόνο αυτά τα λόγια, τα γλυκά, λέει στο Βικέντιο, «καλέ μου», «γλυκό μου,
πεντάγλυκό μου αγόρι», «αγαπούλα μου», «αγόρι μου», και πέραν τούτου ουδέν.
Εκτός κι αν θεωρηθεί το Κομμουνί, αν θυμάμαι καλά τη λέξη, γλυκόλογο. Άσε που
είναι μια εγωίστρια, που όμοιά της δεν έχει παρουσιαστεί στην λογοτεχνική
ιστορία. Να διώχνει τον καημένο τον Βικέντιο από το κρεβάτι, μετά την ερωτική
πράξη, να του ανακοινώνει δηλαδή, ότι «Από απόψε κιόλας εσύ θα κοιμάσαι εκεί!»
με τεντωμένο τον γνωστό δείχτη-μουσκεμένον ακόμα μπροστά στο νύχι-εκσκαφέα- «από
τα καυτά μέσα νερά», συστήνοντας του τον καναπέ του άλλου δωματίου, όταν της
ανακοινώνει ότι δεν θα πάνε μαζί διακοπές στην Κέρκυρα.
Ακόμα τα αφηγηματικά τεχνάσματα, τα τρυκ για να
συνεννοούμαστε, που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας είναι τα αδύνατα σημεία του βιβλίου.
Ο ισχυρισμός στον πρόλογο, ότι συγγραφέας του βιβλίου είναι ο Βικέντιος Καρμπονάρος
και επιμελητής του βιβλίου ο Γιώργος
Κεντρωτής, καταρρίπτεται, αν κάποιος
γνωρίζει τα γραπτά και την δημόσια
παρουσία του δεύτερου. Οριστικό και αμετάκλητο. Ο Βικέντιος Καρμπονάρος και ο
Γιώργος Κεντρωτής είναι το ίδιο πρόσωπο. Μην πω ότι και η Λαουράνια είναι το
ίδιο πρόσωπο και θεωρηθώ υπερβολικός. Κάτι ψελλίζει γι’αυτό ο Βικέντιος αλλά ας
το αφήσουμε.
Η αναφορά στην αλήθεια και το ψεύδος. Η προσπάθεια του
Βικέντιου Καρμπονάρου να «μυθιστορηματοποιήσει», να δώσει μυθιστορηματικό εύρος
στις δύο διατριβές του Ιερού Αυγουστίνου σχετικές με το ψέμα: De Mendacio,
δηλαδή Περί Ψεύδους, και Contra
Mendacium, ήτοι Κατά του Ψεύδους τις
οποίες εκ των πραγμάτων φαίνεται να υιοθετεί, πέφτει στο κενό. Στο μυθιστόρημα δεν ενδιαφέρει η αλήθεια ή το
ψέμα, ούτε αν υπάρχει Λαουράνια, Νταμιάνο, Βικέντιος, Βολτέρρα κλπ. Είτε
υπάρχουν είτε δεν υπάρχουν στην πραγματική ζωή δεν μας ενδιαφέρει. Υπάρχουν ως μυθιστορηματικά πρόσωπα κι αυτό μας φτάνει. Αυτό που ενδιαφέρει την λογοτεχνία είναι, αυτό που
είναι αναγκαίο να ειπωθεί, να ειπωθεί καλά. Δηλαδή η οικουμενικότητα του
θέματος και ικανότητα του συγγραφέα να διηγηθεί. Όλα τ’άλλα είναι βιταμινούχα
αφηγηματικά βοηθήματα που υποκαθιστούν, προσωρινά, την ανεπάρκεια του
συγγραφέα.
Ενδιαφέρον έχει στο βιβλίο η αμηχανία του συγγραφέα να
επικολλήσει θεωρητικά ζητήματα στη ροή της αφήγησης. Επειδή τα σχήματα αυτά δεν
τα πάνε καλά με την λογοτεχνία, ακόμα και στα κλασικά έργα, ο συγγραφέας
αποτυγχάνει να τα εντάξει στο αφηγηματικό σχέδιο, με ένα τρόπο που να
δικαιολογούν την παρουσία τους. Έτσι όπως παρουσιάζονται φαίνονται ξεκομμένα
και καμιά φορά αυθαίρετα πχ την στιγμή που ο Νταμιάνο με την Λαουράνια δίνουν
το μεγάλο φιλί τους στο δωμάτιο του ξενοδοχείου «Happy day», ανοίγει η πόρτα και
εμφανίζεται ο Τόρι με το ουκρανέζικο τσάι και αρχίζει να διηγείται την ιστορία
της Λινγκουαγκλόσα, εκδηλωτικά της αδυναμίας του συγγραφέα να διαχειριστεί το
υλικό το οποίο έχει επιλέξει να τοποθετήσει στο corpus της
ιστορίας.
Οι λεκτικές υπερβολές του αφηγητή, ο οποίος την βαθιά γνώση
της ελληνικής γλώσσας την εκτοξεύει σε αφηγηματικά ύψη, ως τον Καύκασο του
λόγου, έχει σαν αποτέλεσμα αυτή η
αυτάρκεια της γνώσης, να οδηγεί σε μια αλαζονική αντιμετώπιση της αφηγηματικής
τεχνικής, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε μπροστά σε λεκτικές υπερβάσεις της
αναγνωστικής νομιμότητας, όπως στην περιγραφή της κ ο ρ ι τ σ ί λ α ς, της
Λαουράνιας, φτάνοντας στο ανεκδιήγητο ρήμα υπερκατακεράννυμαι,
«έ σ τ ο ν τ α ς στην κορύφωση μιας ερωτικής επαφής» με την Ανζελίκ, που εκτός
από αμηχανία και έκπληξη, θυμηδία μπορεί
να προκαλέσει.
Αυτάααααα!
3 σχόλια:
Τι να πω κι εγώ η πτωχή (τω πνεύματι) για τη διεξοδική σας παρουσίαση, σχεδόν διατριβή, πάνω στο Συνονόματο του Κεντρωτή.
Μάλλον καλό είναι να τον διαβάσει κανείς για να προσανατολιστεί επί του θέματος.
Εύγε (και) για την επιμονή σας να εντρυφήσετε στα ενδότερά του.
Εν τάξει(αντιγραφή από το βιβλίο), υπερβάλλετε! Απλά διαβάζοντας αυτό το βιβλίο κατάλαβα ότι είναι ένα ξεχωριστό αφήγημα. Βιβλία τέτοιας ομορφιάς σπάνια γράφονται. Είπα να γράψω κάποια λόγια γι'αυτό το έργο που με μεγάλη μου έκπληξη οι λαλίστατοι, αυτοπροσδιοριζόμενοι κριτικοί και λογοτέχνες ούτε κατάλαβαν ούτε θα καταλάβουν την αξία του.
Μουσική από μια υπέροχη ταινία για το βραδάκι!
https://www.youtube.com/watch?v=FxvPx3pcbtw
@ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΧΩΡΙΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ: Ευχαριστώ πολύ για την "ανάγνωση". Αν μη τι άλλο είναι εντυπωσιακή και εντυπωσιακά σωστή (από όσο μπορώ να κρίνω). Με βρίσκει σύμφωνο και η τελευταία γραμμή. Δεσμεύομαι να γράψω περισσότερα σύντομα - μιας και έχω το ερέθισμα.
Δημοσίευση σχολίου