Τρίτη, Απριλίου 15, 2008

ΣΕΙΡΑ "ΤΑ ΚΛΑΣΣΙΚΑ"


Παρατηρείται μια ανιχνεύσιμη μακαριότητα σε πολλούς από μας, που πηγάζει από την έπαρση που γεννά κάθε δημιουργία, και βρίσκει διέξοδο από το ιδιωτικό χώρο που νοιώθει ότι ασφυκτιά, στο δημόσιο χώρο του διαδικτύου.
Άξαφνα ο μονήρης δημιουργός, με την αυτάρκεια που τον διακατέχει, ασχέτως της μοναξιάς που επικαλείται σαν άλλοθι, με οδηγό την δημιουργικότητα που τον κάνει να ξεχωρίζει από την κοινή μοίρα των άλλων, επιβεβαιώνεται δίχως διαμεσολαβήσεις εμπορικών συναλλαγών, στην αυταπάτη της άμεσης δημοκρατικότητας του διαδικτύου.
Η κατάθεση λοιπόν κάθε δημιουργικής παρέμβασης, κρίνεται απο ένα κοινό, που στις περισσότερες περιπτώσεις, μπορεί άμεσα , να κρίνει, να κατακρίνει, να προτείνει, να αντιδράσει κλπ. Ο διάλογος που αναπτύσεται εν είδει σχολίων, περιορίζεται σε παρεμβάσεις που σκοπό έχουν να παρουσιάσουν τις γνώσεις και την πνευματική ετοιμότητα των σχολιαστών, αποφεύγοντας όμως την ουσιαστική κριτική στο κείμενο που τίθεται υπό κρίση. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά άλλωστε. Το κενό εξουσίας στο διαδικτυακό χώρο, καλύπτεται από ένα κοινό διψασμένο για διαφυγή από τον περιορισμένο ιδιωτικό χώρο, πράξη που αποκαλείται δημοκρατικότητα του διαδικτύου.
Η πληθυντική παρουσία μας, αίφνης, δημιουργεί υποχρεώσεις ή μάλλον έτσι νομίζουμε. ¨Οσο περισσότερο οι επισκέπτες κτυπούν την πόρτα μας, η επίδραση μας αποδρά από τον ιδιωτικό χώρο που ορίζεται από την καθημερινή μας επαφή, πολλαπλασιάζεται, επιμηκύνεται, αποκτά μαζικότητα. Η μαζικότητα όμως για να διατηρηθεί πρέπει να κάνει συμβιβασμούς, να αποδεχθεί περιορισμούς, γεγονός που επιβεβαιώνεται με χαριεντισμούς, φιλάκια, υπενθυμίσεις ραντεβού, στο χώρο των σχολίων, λες και αυτό που καταθέτουμε, χρειάζεται ένα κοινό που κι αυτό κατά κάποιον τρόπο, επιτυχώς ή ανεπιτυχώς, ιεραρχεί την γραφή ως προτεραιότητα για επικοινωνία.
Βρισκόμαστε λοιπόν μπροστά στο εξής φαινόμενο. Η πληθυντική παρουσία ουσιαστικά περιχαρακώνεται, στεγανοποιείται σ’ένα κοινό που δεν διαβάζει αλλά γράφει. Απευθυνόμαστε λοιπόν σ’ένα κοινό που αναζητά την ελευθερία του από τον ιδιωτικό χώρο, αλλά είναι ταυτόχρονα φυλακισμένο στο γραπτό του, με αποτέλεσμα η εμβέλεια της παρέμβασής μας να είναι οριστικά περιορισμένη, σε ανθρώπους που η ανασφάλεια κάθε δημιουργικής πράξης αναιρείται από την άμεση δημοσίευση, χάνοντας το ουσιαστικό στοιχείο της. Η άγνοια αν αυτό που γράφουμε είναι καλό, ξεφεύγει από την μονοκρατορία των ειδικευμένων επιμελητών των εκδοτικών οίκων, αλλά πέφτει στην κρίση ενός κοινού που ίσως λόγω της ιδιότητάς του, αποδεικνύεται περισσότερο επισφαλές στην κρίση του. Η επικυρωμένη ικανότητα του δημιουργού, που εδώ αντλείται ανεξέλεγκτα, δίχως διαμεσολαβήσεις, από την ελευθερία του διαδικτύου, πολλαπλασιάζει την ανάγκη των δημιουργών η στόχευση των παρεμβάσεων τους να αξιολογείται από τo αριθμητικό μέγεθος της εμβέλεια τους. Μην μιλήσουμε , λοιπόν, για αυταρέσκεια.
Διαβάζω όμως δεν σημαίνει προβάλω, δεν κοιτάω προς τα έξω, αλλά προς τα μέσα. Διαβάζοντας επαναφέρουμε ένα κομμάτι του ευατού μας στο φως, που για λόγους παραμονής στην επικαιρότητα της καθημερινότητας, βρισκόταν στα αζήτητα της επικοινωνίας. Ο συγγραφέας είναι ο σκαπανέας της ύπαρξης, ο κόσμος που μας προτείνει κάνει το ανοίκειο, οικείο. Τα ξεχασμένα, καλυμμένα από την καθημερινότητα, συναισθήματα και βιωματικές εμπειρίες, έρχονται στην επιφάνεια, ανατρέποντας προτεραιότητες που καταγράφονται σαν κυρίαρχες στην ύπαρξή μας, ακροβατώντας στο ακατανόητο της ύπαρξης , ανατρέποντας την ιεραρχική τάξη του κόσμου. Η ατέρμονη αυτή διαδικασία γοητεύει γιατί δεν έχει οριστικές λύσεις, που θεωρούνται προπύργιο της επιτυχημένης συμβίωσης, αναιρώντας στην πράξη την συμβατικότητα της τελικής φράσης που κλείνει το βιβλίο που μας προτείνει.
Ο συνασπισμός των έτοιμων λύσεων που διαβάζουμε καθημερινά στο διαδίκτυο, λειτουργούν αμυντικά απέναντι στους επικυρωμένους μεντιακούς δημιουργούς, γιατί εμπεριέχει εν σπέρματι αυτό που φαίνεται ότι πολεμά. Την επικύρωση από την ανωνυμία του ιδιωτικού χώρου στην κοινωνική επωνυμία, από την αμφιβολία της μοναξιάς στην πολλαπλασιασμένη επιτυχία της διαδικτυακής αναγνώρισης.

5 σχόλια:

Churchwarden είπε...

Από πόσες αναγνωρίσεις, σκέφτομαι, πρέπει κανείς να προσπερασθεί, προκειμένου να αναζητήσει τη διαδικτυακή.

Δικαιολογημένη η δίψα του.

Φαίδρα Φις είπε...

το κείμενό σας κινείται στη μεθόριο της αλήθειας που φοβόμαστε όλοι.

από την άλλη,έτσι όπως λειτουργούν οι εκδοτικοί σήμερα,επιμελητές,κριτικοί κλπ,εκτιμώ πως το επισφαλέστερο είναι εν τέλει το αγοραίο...που συχνά και δυσάρεστα εκπίπτει στο ευτελές,
καταλαβαίνετε,
βρισκόμαστε ανάμεσα στη Σκύλα και στη Χάρυβδη και δυστυχώς δεν υπάρχει τρίτη διαζευκτική επιλογή,
τουλάχιστον στο διαδίκτυο δεν πληρώνεις για να δημοσιεύσεις,

ημίμετρο θα μου πείτε και ξανά θα συμφωνήσω,
ποιος θα τολμήσει να μιλήσει για επανάσταση?

σας φιλώ

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΧΩΡΙΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ είπε...

Αγαπητοί μου Churchwarden και Φαίδρα Φις(τι ονόματα!)
Η δημοσίευση της έκφρασης λειτουργεί απελευθερωτικά για τον δημιουργό, για ευνόητους λόγους. Ένας λόγος, όχι αξιολογικά πρώτος, είναι ότι η αμφιβολία που μας κατατρύχει, όσον αφορά την ανάγκη ύπαρξης της γλωσσικής πρότασης, μεταλάσσεται σε αναμονή αποδοχής της από τους αναγνώστες.
Εδώ όμως οι αποδέκτες του λόγου μας είναι κατά κύριο λόγο δημιουργοί και σαν τέτοιοι μας διαβάζουν. Αυτό μπορεί να έχει την καλή πλευρά, ότι δηλαδή απευθυνόμαστε σ'ένα κοινό με γλωσσική επάρκεια, συγκροτημένη λογοτεχνική σκέψη και ευαισθησία,αλλά η αξιολόγηση και αποτίμηση των κειμένων που δημοσιεύονται, έχουν την ανάγκη της υπονομευτικής αισθητικής κρίσης των αναγνωστών που διαβάζουν, δίχως την εποπτεία του πεπαιδευμένου.

Σας καλησπερίζω

LOCUS SOLUS είπε...

@ AXI
Εγώ θα έλεγα ότι είναι σημαντικά (έχουν σημασία, δηλ., σ η μ α ί ν ο υ ν) όσα κείμενα πλαγιοκοπούν ή υποσκάπτουν τον ορίζοντα προσδοκίας (horizon d`attente)ακριβώς αυτών των πεπαιδευμένων. Για τους απαίδευτους - αναγνώστες ή γράφοντες - δεν γεννάται ζήτημα. Κοιμούνται μακαρίως τον ύπνο του, αναγνωρισμένου ή μη, μαλάκα...

Την καλημέρα μου απο καρδιάς!

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΧΩΡΙΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ είπε...

@Locus solus
Δεχθείτε την βαθύτατον απογευματινό χαιρετισμό μου.

Υποστηρίζω λοιπόν ότι η καλλιτεχνική ενασχόληση λειτουργεί ως παρωπιδοφόρος επόπτης του κρινόμενου έργου. Διαβάζοντας ο "πεπαιδευμένος" αποτιμά το έργο, "διαβάζει" τον εαυτό του δηλαδή. Κρίνει το αντικείμενο αλλά δεν το ερμηνεύει.
Ως εκ τούτου.....