Κυριακή, Δεκεμβρίου 16, 2007

ΤΟ ΜΟΥΣΙ

Αφήνω μούσι. Γνωρίζω τις αντιδράσεις. Τις έχω έτοιμες στο μυαλό μου, και ετοιμάζω τις απαντήσεις. Την άμυνά μου δηλαδή. Πιθανολογώ τις ενστάσεις, που κυμαίνονται από την αδιαφορία, που είναι κι αυτή μια μορφή αντίδρασης, μέχρι την ακραία αποστροφή, η οποία εκφράζεται με την απαξίωση της ενέργειάς μου.
Ετοιμάζω τα επιχειρήματά μου για να μη βρεθώ εξ απήνης, όταν ο αδιάκριτος συνομιλητής μου, αμφισβητήσει την επιλογή μου, είτε σαν κριτής της αισθητικής μου, είτε σαν αυτεπάγγελτος κατήγορος , της εξ απορρήτου ιδιοτελούς προσπάθειας αλλαγής της εμφάνισής μου, της έτσι ή αλλιώς αποθαρρυντικής μέχρι στιγμής εμβέλειας μου, σε ακαταμάχητη γοητεία, που ως γνωστόν αποτελεί την κυρίαρχη αξία στους κύκλους των γυναικών. Πρέπει να ομολογήσω ότι η φύση δεν με προίκισε με πλούσια κόμη, αθλητικό, καλογυμνασμένο σώμα, ευρύστερνο στήθος, καλοφτιαγμένους μηρούς, και μόνο με μερεμέτια μπορώ,ενδεχομένως, σκέφτομαι, να ρετουσάρω τη φάτσα μου. Όχι βέβαια σ’εκείνα τα αποκρουστικά ινστιτούτα αισθητικής, που άλλωστε χρήματα για να ανταποκριθώ στις απαιτήσεις τους, αλλά με παρεμβάσεις, που ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία μου, και την τσέπη μου.
Ετοιμάζω λοιπόν τα επιχειρήματά που θα αποστομώσουν τους αμφισβητίες της επιλογής μου και ετοιμάζομαι να εισβάλλω, οιστρήλατος, στα χωρικά τους ύδατα. Τα επιχειρήματά μου τα ταξινομώ ανάλογα με την κοινωνική, πολιτική, καλλιτεχνική τοποθέτηση του αδιάκριτου συνομιλητή μου. Γιατί τους γνωρίζω όλους αυτούς τους τιμητές και υπερασπιστές των αξιών που θρέφουν την χαμοζωή τους, και νανουρίζονται, καλοβολεμένοι, στην αγκαλιά της εφησυχασμένης αυτάρκειας τους. Βέβαια, λέω, το θηλυκό γένος, ανεξαρτήτου τοποθέτησης, περιχαρακωμένο στην υποκριτική κοινωνική σύμβαση που τρέφει το ρόλο του, δεν θα ρωτούσε για την ξαφνική αλλαγή του προσώπου μου, αλλά θα θεωρούσε δεδομένο το αποτέλεσμα και δεν επενέβαινε στη ροή της προβλέψιμης ζωής μου, που μεταξύ μας, θεωρώ ότι είναι και πρέπον. Εδώ θα άφηνα τη σεμνότητά μου να αποκαλύψει την ακεραιότητα του χαρακτήρα μου και πλήρης αυτογνωσίας, θα άφηνα το βλέμμα μου να προσκρούσει στο δάπεδο που θα με φιλοξενεί.
Αν λοιπόν ο αυτόκλητος εκτιμητής της προσωπικής μου φυσιογνωμίας ήταν ένας από τα εκατομμύρια αγανακτισμένους πολίτες της κρατικής αναλγησίας και οπαδός των ανευ όρων και ανευ ορίων αποκαλύψεων της διαφθοράς, θα ανέφερα σαν πρότυπό μου, τον αδέκαστο πρωτεργάτη της δημοσιoγραφικής έρευνας, Μάκη Τριανταφυλλόπουλο. Σ’αυτούς που θα ανησυχούσαν για τη δημόσια εικόνα μου, ικανής να απομακρύνει από το πεδίο εμβέλειας μου, το πλήθος των ευτραφών, απαραίτητων υποστηρικτών του οράματός μας για διαρκή επιτυχία, θα επικαλεστώ τους παρουσιαστές ειδήσεων, Βίκτωρα Βλαχογιάννη, Tάκη Σπηλιωπουλο, που αξιοπρεπείς καθώς είναι τιμούν την εικόνα του μέσου. Δεν κλείνει κανείς την τηλεόραση ή αλλάζει κανάλι, γιατί αυτός που μιλάει έχει μούσι. Αν στριμωχτώ θα αξιοποιήσω τον Γιάννη Λομβέρδο, τον υπέρμαχο της πολιτικής ορθότητας, ή τον ακαταμάχητο Κακαουνάκη, που αποστομώνει τους συνομιλητές τους, χαιδεύοντας διαρκώς το γοητευτικό μούσι του, δείγμα της αντιεξουσιαστικής συνείδησης του. Βέβαια, σκέφτομαι, σαν παλιοκαραβάνα που είμαι, το μούσι λόγω της σημειολογικής του σημασίας, ταυτιζόμενο με την επαναστατικότητα, δεν βρίσκει την πολιτική του έκφραση, σε στελέχη παραθυρόγνωστα, αν ληφθεί υπόψη ότι ο Λουκάς Αποστολίδης ή Θόδωρος Κασίμης είναι πρότυπα που θα ήθελα να μοιάσω.
Στην αριστερά τα πράγματα είναι ευκολότερα. Ως γνωστόν η ιστορία τους είναι το μέλλον της. Μόνο το όνομα του Μαρξ να αναφέρω ή την ακραία εκδοχή της, που σήμερα σπάζει ταμεία, Άρης Βελουχιώτης, όλα θα γίνονταν απλά. Γιατί, τι να ξεθάβουμε τώρα, τον Λαφαζάνη; Για να μην αφήσω παραπονεμένους τους ανένταχτους αριστερούς, θα ψιθύριζα, το αιώνιο σύμβολό τους, Τσε, κι ο νοών νοήτω.
Ο καλλιτεχνικός χώρος χωρίζεται σε πολλές κατηγορίες. Στον κινηματογράφο, ο βραβευθής με τρία Όσκαρ, Ράσελ Κρόου, ήταν ακαταμάχητο και μη αμφισβητήσιμο επιχείρημα . Εδώ είχα κερδίσει χωρίς αγώνα, γιατί ο πιο σέξυ άντρας του 2001, είναι εκτός συναγωνισμού. Τα ειρωνικά χαμόγελα πίσω από την πλάτη μου, δεν ήθελα ούτε να τα φανταστώ, αν και δω που τα λέμε, εγώ δεν λειτουργούσα με πρότυπα ταύτισης, αλλά αποδοχής.
Στο χώρο της ζωγραφικής δεν είχα αντίπαλο, γιατί δεν είχα φίλους. Αλλά επειδή δεν ξέρεις καμμιά φορά, για να κατακεραυνώσω την αμετροέπεια του αναξιοπαθούντος, στην προκειμένη περίπτωση, συνομιλητή μου, περισσότερο όμως για να εντυπωσιάσω το παρακείμενο ακροατήριο, που σαν το μέλισσα μαζεύεται στο άνθος, απρόσκλητο, μετέφερα στα Temporary files του μυαλού μου τα ονόματα των Ροντέν, Καραβάτζο, Ρενουάρ.
Στους λογοτεχνικούς κύκλους δεν κάνουν τέτοιες αδιάκριτες ερωτήσεις. Η καλλιέργεια του εσωτερικού τους κόσμου, δεν τους επιτρέπει να καταφεύγουν στην προσπάθεια κατανόησης ενεργειών των εμψύχων όντων, τόσο πεζών και καθημερινών, θεωρώντας ότι μόνο ο λογοτεχνικός τους ήρωας συμπυκνώνει όλες τις ανθρώπινες καταστάσεις και ιδιότητες. Το δικό τους δημιούργημα δίνει απαντήσεις στα ερωτήματα που θέτει η ανθρωπότητα, συνεχίζοντας το έργο των μεγάλων συγγραφέων, με το μερίδιο φυσικά που τους αναλογεί, και πέραν αυτού ουδέν. Το παράδειγμα του Χεμινγουαίη δεν πρόβαλε επαρκώς την αυταρέσκειά μου, γιαυτό άλλωστε δεν τα έκανα όλα; Ο Μούζιλ που θα δημιουργούσε κάποια αίσθηση δεν γνώριζα το πρόσωπό του, αλλά μήπως κι εκείνοι το γνώριζαν; Ο Παλαμάς θα μ’έριχνε στο βάραθρο των παραδοσιακών νοσταλγών και την περιφρόνηση των μεταμοντέρνων αναγνωστών του Ντεριντά και του Βέλτσου .Ο Σαχτούρης θα ήταν κάποια λύση, απαγγέλοντας μάλιστα το τετράστιχο:
Στα νησιά που δεν μπόρεσα
Να πάω
Πέταξε και πήγε
Ο Άγιος-πεταλούδα
Στη μουσική βέβαια υπήρχαν σκόπελοι. Εδώ όλοι κάτι έχουμε ακούσει, κάτι έχει πιάσει το αυτί μας. Ποιος δεν έχει ακούσει, το όνομα εννοώ, Μπετόβεν, Μπαχ, Σοπέν. Τι διάολο, άδικα πήγαν τόσες προσφορές των εφημερίδων, τόσες διαφημήσεις στην τηλεόραση; Αλλά, λέω μέσα μου, ποιος σήμερα, τον 21ο αιώνα , θέλει να μοιάσει ,φυσιογνωμικά, στον Λίστ; Ούτε κι εγώ ο ίδιος. Να μοιάσουν του Πλούταρχου, του Λιβιεράτου, ναι, το καταλαβαίνω. Μα πως δεν το σκέφτηκα προηγουμένως; Wild look. Μούσι τεσσάρων ή πέντε ημερών.Το ακράδαντο επιχείρημά μου. Ποιός μπορεί να με αμφισβητήσει, όταν αυτό που κάνω το έχει κάνει και ο Σεργιανόπουλος .
Αυτό είναι το ακατάρριπτο, θεμελιώδες επιχείρημά μου. Λιβιεράτος. Συμπεριλαμβάνει τα πάντα, διαπερνά όλο τον κοινωνικό ιστό. Ενώνει τάξεις, πολιτικές, ιδεολογίες, συμπεριφορές, αντιλήψεις. Το πρότυπο της εφήμερης ζωής μας. Αυτό δεν ονειρευόμαστε, κι αν όχι, γιατί μας τα σερβίρουν διαρκώς οι «σκατοκουράδες» της εξουσίας. Γιατί βασανιζόμουν λοιπόν; Η αποδοχή θα ήταν ολοκληρωτική. Και δεν θέλω αντιρρήσεις. Έτσι;

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Έχω μούσι.Οταν το άφηνα δεν είχα τέτοιες ανησυχίες.Πάνε και χρόνια βεβαια.
Έχω μούσι και δεν μπορώ να φανταστώ πως όλοι αυτοί οι μουσάτοι πέρασαν τέτοιο ζόρι μέχρι να το πάρουν απόφαση
Έχω μόυσι.Και καλώ όλους τους ξυρισμένους δίχως να το σκεφτούν καθόλου, να αφήσουν κι αυτοί!
Εμπρός για έναν μουσι-κόσμο!

ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΥΛΟΥ είπε...

@solomantzaros
Σε ρώτησε κανένας;