Ο Ιερώνυμος Σκευοφύλακας, μεσήλικας, φούρναρης στο
επάγγελμα, μελαχρινός, ψηλός, αδύνατος, επιστρέφοντας από μια σύντομη επίσκεψή
του στο Άγιον Όρος, έφερε μαζί του ένα μπασταρδεμένο Χάσκυ, τον Τιμόθεο, ο
οποίος, κατά ομολογία του Ιερώνυμου, εμόναζε στη μονή Εσφιγμένου, μαζί με τους
μοναχούς και κάνα δυο ακόμα σκυλιά, τα οποία φώναζαν, περιέργως, Τομ και Τζέρυ.
Ο Τιμόθεος εξασκημένος στο μοναστικό βίο, ακολούθησε ευλαβικά και με
συνέπεια, κατά την διάρκεια της κοσμικής
ζωής του, τους κανόνες της μοναστικής ζωής, όπως αρμόζει σ’ένα σκύλο, που
μαθήτευσε στους περιορισμούς, τις διδαχές και τους κανόνες του μοναχικού βίου. Ο Τιμόθεος νήστευε κατά
την διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, των Χριστουγέννων, της Παναγίας, των
Αγίων Αποστόλων, την παραμονή των Θεοφανείων, την ημέρα της ύψωσης του Τιμίου
Σταυρού, και στις 29 Αυγούστου. Τις μέρες της νηστείας γινόταν
βετζετέριαν. Έτρωγε βέβαια, αλλά σπάνια,
διάφορες λιχουδιές, που του αγόραζε ο Ιερώνυμος, οι οποίες δεν περιείχαν ζωικές
ουσίες, τις οποίες αναγνώριζε από την όσφρηση. Γάβγιζε όταν έβλεπε τον Ιερώνυμο
να παραβαίνει, κρυφά, τις θρησκευτικές
διδαχές περί νηστείας, επαναφέροντας το αφεντικό του στην θρησκευτική τάξη.
Ο Τιμόθεος παρακολουθούσε την περιφορά του Επιταφίου, παρευρισκόταν στη
γιορτή της Ανάστασης, χωρίς να τρομάζει από τα πυροτεχνήματα και τα βαρελότα.
Kάθε Κυριακή, ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών, στεκόταν στα σκαλιά της εκκλησίας,
παρακολουθώντας τη Θεία Λειτουργία από τον προαύλιο χώρο. Αρκετές φορές, όταν
κατάφερνε να πάρει την άδεια του Ιερώνυμου, παρακολουθούσε τις ακολουθίες του
Όρθρου και του Εσπερινού, στυλώνοντας τ’ αυτιά του στα μεγάφωνα που μετέδιδαν,
παραμορφωμένα, το τελετουργικό, ρίχνοντας κλεφτές ματιές στο εσωτερικό της
εκκλησίας. Ο Ιερώνυμος , πολλές φορές αναγκαζόταν να τον κλείνει στο σπίτι, για
να περιορίσει τις θρησκευτικές δραστηριότητες του, αλλά τελικά υπέκυπτε στο κλάμα
και το παραπονεμένο ύφος τού Τιμόθεου και τον έδιωχνε, με την ευχή του.
Ο Τιμόθεος απείχε από τη σεξουαλική ζωή, παρά τις
προκλήσεις, που εδώ που τα λέμε, δεν ήταν λίγες. Αρκετές φορές ο Τιμόθεος
έβλεπε στον ύπνο του τον ηγούμενο της μονής Εσφιγμένου, που τον φρόντιζε τα
χρόνια της παραμονής του στη μονή, και ξυπνούσε τρομαγμένος. Ανήσυχος γυρνούσε
στα δωμάτια, μέχρι να αντιληφθεί ότι η μορφή τού ηγουμένου ήταν όνειρο, και
ξάπλωνε να κοιμηθεί ξανά. Έγλυφε τις εικόνες του Αγίου Νεκταρίου και της Αγίας
Αικατερίνης, που ο Ιερώνυμος είχε τοποθετημένες στο πάνω ράφι της βιβλιοθήκης,
απαιτώντας, γαβγίζοντας δηλαδή, από τον Ιερώνυμο να τις κατεβάζει κάθε πρωί όταν
ξυπνούσε, και κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί, για να τις ασπαστεί με τη ροδαλή γλώσσα
του.
Δεν γνωρίζει κανείς αν αυτές οι ενέργειες του Τιμόθεου ήταν
αποτέλεσμα εξάσκησης ή οφείλονταν σε κάποιο μεταφυσικό γεγονός. Το μόνο σίγουρο
είναι ότι όταν ήρθε στην πόλη μας, δεν
ήξερε να κάνει το σταυρό του. Φαίνεται πως οι μοναχοί τού Αγίου Όρους δεν είχαν
την υπομονή να τον μάθουν ή θεωρούσαν ασέβεια ένα ζώο να κάνει το σταυρό του.
Την ικανότητα αυτή την απέκτησε, μετά από μεγάλη προσπάθεια και υπομονή του Ιερώνυμου, ο οποίος δεν μπορούσε
να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι ένας σκύλος από το Άγιον Όρος δεν ήξερε να κάνει
το σταυρό του, απορρίπτοντας, κατηγορηματικά, την εκδοχή της ασέβειας της
σκέψης του. Πίστευε ότι να κάνουμε το σταυρό μας είναι αναπόσπαστο κομμάτι της
θρησκευτικής λατρείας. Κατάφερε, μετά από πολύ χρόνο και κόπο, να μάθει στον
Τιμόθεο να σηκώνεται στα δυο του πόδια, να φέρνει το δεξί του χέρι στο σημείο
του μετώπου, μετά στην κοιλιά, και κατόπιν στο δεξιό και αριστερό ώμο, σε
γρήγορο χρονικό διάστημα, γιατί ο Τιμόθεος σκύλος ήταν, όχι Άγιος να κάνει
θαύματα, και να στέκεται πολύ ώρα στα πόδια του. Η παρατηρητικότητά του και η
ενδελεχής παρακολούθηση της Θείας Λειτουργίας και των Ακολουθιών, τον βοήθησαν
να χαράσσει τον Τίμιο Σταυρό στο σώμα του, με θρησκευτικότητα παροιμιώδη, αλλά
σύντομη, λες και αυτές οι ταχύτατες κινήσεις, εμπεριείχαν όλο το σεβασμό και
την πίστη του Τιμόθεου προς το Θείο, στην αρχή κάθε ακολουθίας, σε κάθε
Τριαδική εκφώνηση, σε κάθε εκφώνηση της Παναγίας, στα Απολυτίκια ή Τροπάρια,
όταν άκουγε το όνομα του Αγίου ή της Αγίας της ημέρας του Ναού, στον Όρθρο,
όταν ψαλλόταν, επαναλαμβανόμενο, το Μεγαλυνάριο της Παναγίας: «Την τιμιωτέραν
των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ…», στη ψαλμωδία στο
«...την όντως Θεοτόκον ...», στη Μικρή και Μεγάλη Είσοδο, όταν περνούσε το
Ευαγγέλιο και τα Τίμια Δώρα, στον Τρισάγιο ύμνο: «Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός,
Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς». Το κλου ήταν ότι, στο «Δεύτε προσκυνήσωμεν και
προσπέσωμεν...», ο Τιμόθεος μαζί με το σταυρό του, έκανε μια μικρή μετάνοια,
συγχρονιζόμενος με τους άλλους πιστούς.
Ο Τιμόθεος πέθανε παρθένος, πλήρης ημερών. Βρίσκεται
θαμμένος στο κοιμητήρι της μονής του Εσφιγμένου, σύμφωνα με την τελευταία
επιθυμία του, όπου εμφανίστηκε ως όνειρο στον ύπνο του Ιερώνυμου Σκευοφύλακα, όπου
σκαλίζοντας τα Ιερά χώματα, έδειχνε γαβγίζοντας τον τόπο της τελευταίας του
κατοικίας.
Ο πίνακας "Dog barking at the moon" είναι του Joan Miro
3 σχόλια:
Εξυπνο. Και ωραίο.
Ευχαριστώ, ανώνυμε-η.
Παρακαλώ. Ευχαρίστησή μου.
Δημοσίευση σχολίου