Φτάνοντας στην αίθουσα της βιβλιοθήκης, αφού χαιρέτησα,
μ’ένα ευγενικό «καλησπέρα σας», τη βιβλιοθηκάριο, αν και το μάτι μου έψαχνε, με διακριτικό, όπως νόμιζα, τρόπο, να βρει που βρισκόταν η καθαρίστρια με τα
γαλάζια μάτια και το μακρύ πρόσωπο, της οποίας η αξιοπρεπής στάση μου θύμιζε,
ελλείψει άλλου παραδείγματος, τον Καρένιν στο θηλυκό του, έβαλα το χέρι στην
τσέπη μου να βρω το χαρτάκι όπου είχα γράψει τον τίτλο και τον συγγραφέα, για
κάθε ενδεχόμενο, των βιβλίων που ήθελα να δανειστώ. Έβγαλα, λοιπόν, το χαρτάκι
και, έκπληκτος, ανακάλυψα ότι αυτό που είχα γραμμένο ήταν τα ψώνια του super
market. Η αυτοκυριαρχία μου πήγε
περίπατο, αποσυντονίστηκα, να το εκφράσω καλύτερα. Προσπαθώντας να
ξαναβρώ την αυτοπεποίθησή μου, που θα την αποκτούσα, σίγουρα, σε κλάσματα δευτερολέπτου,
χάρις την παροιμιώδη ετοιμότητά μου σε εξαιρετικά δύσκολες στιγμές, η φωνή της
βιβλιοθηκάριου, με το ηχόχρωμα πρωταγωνίστριας χολυγουντιανής επιτυχίας του 1996, μ’έκανε να στραφώ προς το μέρος της.
-Σας φύλαξα «Το παιγνίδι του αγγέλου», μου είπε, και η λάμψη στα μάτια της
με έκανε να ξεχάσω το χαρτάκι με τα ψώνια ανοιχτό στα χέρια μου, και την ύπαρξη
της καθαρίστριας, που, περιέργως, δεν φαινόταν πουθενά, να σβήσουν από το
νοητικό μου πεδίο, σαν να έγινε διακοπή ρεύματος, μόνο στο δικό μου κεφάλι, έν
μέσω άναστρης νυχτός, στο αποθηκάκι του Βασίλη του Μπετούγια.
-Μα μου είπατε ότι δεν το είχατε, ψιθύρισα, αποφεύγοντας το
βλέμμα της, που έμοιαζε, τη συγκεκριμένη στιγμή, με την αχτίδα, που στοχοποιούσε,
με έπαρση λογοτεχνικής περιγραφής, τα γεράνια στον εσωτερικό κήπο της
βιβλιοθήκης.
-Δεν είπα κάτι τέτοιο. Λάθος καταλάβατε.
Πρόφερε τα λόγια της, σαν να έβγαιναν από σουρεαλιστικό κείμενο, αλλά μην υπερβάλω, εδώ πρόκειται για νατουραλιστική περιγραφή.
Άπλωσα τα χέρια μου και την τράβηξα κοντά μου, όχι ολόκληρη, μόνο το κεφάλι της, αυτό που μ’ενδιέφερε δηλαδή, αφήνοντας ελαφρά το σώμα μου να γείρει προς το μέρος της ,για να συναντήσει τα χείλη της στο κέντρο, και λίγο δεξιά, του φορτωμένου με βιβλία γραφείου της, δίνοντάς της ένα παθιασμένο φιλί στο στόμα.
Τραβήχτηκα, σχεδόν αμέσως, σκεπτόμενος την απερισκεψία μου. Ότι θα κρατούσα σε λίγο το βιβλίο του Θαφόν στα χέρια μου, μ’έκανε να δεχτώ την ετυμηγορία της με τα μάτια κατεβασμένα σ’ ένα ανύπαρκτο ακροατήριο.
-Αχ! Ευχαριστώ. Πρώτη φορά με φιλάει βιβλιόφιλος! είπε και τράβηξε το βιβλίο από το ράφι που το είχε φυλαγμένο.
Πρόφερε τα λόγια της, σαν να έβγαιναν από σουρεαλιστικό κείμενο, αλλά μην υπερβάλω, εδώ πρόκειται για νατουραλιστική περιγραφή.
Άπλωσα τα χέρια μου και την τράβηξα κοντά μου, όχι ολόκληρη, μόνο το κεφάλι της, αυτό που μ’ενδιέφερε δηλαδή, αφήνοντας ελαφρά το σώμα μου να γείρει προς το μέρος της ,για να συναντήσει τα χείλη της στο κέντρο, και λίγο δεξιά, του φορτωμένου με βιβλία γραφείου της, δίνοντάς της ένα παθιασμένο φιλί στο στόμα.
Τραβήχτηκα, σχεδόν αμέσως, σκεπτόμενος την απερισκεψία μου. Ότι θα κρατούσα σε λίγο το βιβλίο του Θαφόν στα χέρια μου, μ’έκανε να δεχτώ την ετυμηγορία της με τα μάτια κατεβασμένα σ’ ένα ανύπαρκτο ακροατήριο.
-Αχ! Ευχαριστώ. Πρώτη φορά με φιλάει βιβλιόφιλος! είπε και τράβηξε το βιβλίο από το ράφι που το είχε φυλαγμένο.