Ο Θεός είναι νεκρός. Ο θάνατός του έκανε να ξεσπάσει ένα άνευ προηγουμένου κύμα συναισθηματισμού, τόσο στα παραδοσιακά μέσα όσο και τα social media. Όμως, ενώ συμπάσχουμε βέβαια με τους φίλους και την οικογένειά του, είναι αναγκαίες ορισμένες ψύχραιμες κριτικές σκέψεις. Καθώς κατακλυζόμαστε από πρωτοσέλιδες νεκρολογίες και σαχλά λογοπαίγνια όπως «iSad», είναι δύσκολο να μη σκεφτούμε ότι δεν πενθούμε τόσο τον άνθρωπο όσο λατρεύουμε την εικόνα του. Στην εποχή των υλικών ψευδαισθήσεων και των ψεύτικων υποσχέσεων, ο Στηβ Τζομπς ήταν ο Θεός -- έτσι έμοιαζε τουλάχιστον. Γιατί, ακριβώς τη στιγμή που η «μετα-υλική» συνείδηση της γενιάς του μπέιμπι μπουμ άρχισε να έρχεται αντιμέτωπη με τις δικές της σφοδρές εσωτερικές αντιφάσεις, ο Τζομπς ήταν ο άνθρωπος που προσέφερε στα μέλη της αστικής ιντελιγκέντσιας της Δύσης τον τρόπο να συνεχίσουν να καταναλώνουν, διατηρώντας παράλληλα την ψευδαίσθηση ότι παραμένουν χίππηδες. Στην πορεία, ο Τζομπς αναβίβασε τον πανάρχαιο φετιχισμό του εμπορεύματος σε εντελώς νέα επίπεδα. Ακινητοποιημένοι ανάμεσα στις αντικρουόμενες ανάγκες μας για άμεση ικανοποίηση, διαρκή αυτοεπιβεβαίωση και επιπόλαια αυτοπραγμάτωση, αγκαλιάσαμε τον Τζομπς σαν τον Άγιο Πατέρα: τον αόρατο άνθρωπο, τον «θαυματοποιό»: θα ικανοποιούσε όλες τις επιθυμίες μας, επιτρέποντάς μας, την ίδια στιγμή, να μετανοήσουμε για τις αμαρτίες μας. Γιατί το να έχεις ένα iPhone δεν ήταν πλέον ζήτημα χρηστικότητας ή επιβεβαίωσης του κοινωνικού status -- μετατράπηκε σε μια πράξη εξέγερσης. Ενάντια σε τι, κανένας δεν ήξερε. Όμως, το «Σκέψου διαφορετικά» [«Think different», διαφημιστικό σλόγκαν της Apple] ακουγόταν υπέροχο. Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα αυτής της ειδωλολατρίας από τη νεκρολογία του Economist. Χαρακτηρίζοντάς τον εύστοχα «Ο Μάγος», το περιοδικό, αυτός ο ιδεοτυπικός εκφραστής της ιδεολογίας της ελεύθερης αγοράς, τον ύμνησε ως τον «άνθρωπο που του άρεσε να βλέπει τον εαυτό του σαν χίππυ, μονίμως εξεγερμένο ενάντια στις μεγάλες εταιρείες», ο οποίος όμως «στο τέλος έχαιρε της εκτίμησης πολλών επιχειρηματικών κολοσσών ως ένα από τα πλέον διακεκριμένα ανώτατα στελέχη όλων των εποχών»: «Οι αντιδράσεις που προξένησε ο θάνατός του, με τους ανθρώπους που άφηναν κεριά και λουλούδια έξω από καταστήματα της Apple, το βουητό του διαδικτύου με τα αφιερώματα των πολιτικών αποδεικνύουν ότι ο κ. Τζομπς υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένας έξυπνος άνθρωπο που έβγαζε χρήματα. Ξεχώρισε με τρεις τρόπους: σαν πρωτοπόρος της τεχνολογίας, σαν επιχειρηματικός ηγέτης και σαν κάποιος ήταν σε θέση να κάνει τους ανθρώπους να αγαπούν ό,τι προηγουμένως αποτελούσε απρόσωπο, χρηστικό γκάτζετ. Παραδόξως, αυτό το τρίτο χαρακτηριστικό είναι εκείνο που μπορεί να ασκήσει τη βαθύτερη επίδραση στον τρόπο ζωής των ανθρώπων. Η εποχή της προσωπικής τεχνολογίας, από πολλές απόψεις, ξεκίνησε μόλις τώρα». Ως γνήσιο τέκνο της γενιάς του μπέιμπι μπουμ, ο Τζομπς δεν ήταν μόνο ένας λαμπρός καινοτόμος ή πιο επιτυχημένος επιχειρηματίας του κόσμου. Ήταν ένας άνθρωπος της αγοράς. Έχοντας ζήσει τη δεκαετία του 1960, ο Τζομπς συνειδητοποίησε, όσο κανένας άλλος, τη σημασία της αισθητικής για την προοδευτική μετα-υλική μεσαία τάξη της ύστερης καπιταλιστικής κοινωνίας. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μητέρα μου που, βλέποντας το πρώτο της iPod Nano, αναφώνησε: «Τι σέξι μηχανηματάκι!». Αυτή ήταν η ευφυΐα του Τζομπς. Ναι, ο Τζομπς ήταν επαναστάστης. Με τα λόγια του Καρλ Μαρξ, «η αστική τάξη δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς να επαναστατικοποιεί αδιάκοπα τα εργαλεία παραγωγής, δηλαδή τις σχέσεις παραγωγής, δηλαδή όλες τις κοινωνικές σχέσεις». Το καινοτόμο πνεύμα του Τζομπς και η επιχειρηματική του νοοτροπία τον βοήθησαν να επαναστατικοποιήσει την κοινωνία μας. Ο Γιόζεφ Σούμπετερ έγραφε ότι οι επιχειρηματίες εξαπολύουν «τη θύελλα της δημιουργικής καταστροφής». Η δημιουργική καταστροφή είναι αυτό που ήξερε να κάνει άριστα ο Τζομπς. Στην πορεία, ο Τζομπς κατέληξε να είναι ένας διαμορφωτής της Ιστορίας. Ήταν ένας από τους ελάχιστους, στις τάξεις των επιχειρηματικών ελίτ. που συνετέλεσε στην εξέλιξη των ΗΠΑ σε αυτό που σήμερα --παραπλανητικά-- αποκαλούμε «μεταβιομηχανική» κοινωνία. Αλλά, σε αντίθεση με τους ανθρώπους της Goldman Sachs, το έκανε με στυλ. Η Apple είναι σήμερα η μεγαλύτερη εισηγμένη εταιρεία στον κόσμο. Τι σημαίνει όμως αυτό; Αντιπροσωπεύει πραγματικά μια νέα εποχή στην ανθρώπινη ιστορία; Ή είναι το ίδιο ακριβώς κρασί, σε ελαφρώς πιο φανταχτερό μπουκάλι; Κινείται πραγματικά σε ένα μετα-υλικό, μετα-βιομηχανικό σύμπαν; Ή μήπως αυταπατώμεθα θεωρώντας ότι ο καπιταλισμός έκανε μια σημαντική στροφή προς το καλύτερο, και οι προοδευτικές επιχειρήσεις μάς έχουν ελευθερώσει από τα δεινά του ντικενσιανού βιομηχανισμού; Λοιπόν, ως απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, και ως αντίδοτο σε αυτό το υπέροχο βίντεο όπου ο Στηβ Τζομπς δίνει μια εναρκτήρια ομιλία στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, προτρέποντας τους σπουδαστές να πραγματώσουν τις δυνατότητές τους στη ζωή, πρέπει ίσως να σκεφτούμε τα ακόλουθα -- όλα από τίτλους της Guardian των προηγούμενων χρόνων: Οι κινέζοι εργάτες της Αppleτυγχάνουν «απάνθρωπης μεταχείρισης, σαν μηχανές»: Έρευνα αποδεικνύει τους δρακόντειους κανόνες και τις εξοντωτικές υπερωρίες για την κάλυψη της ζήτησης της Δύσης για iPhones και iPads. Η έκθεση της Apple δείχνει αύξηση της παιδικής εργασίας: Η ετήσια έκθεση της Apple λέει ότι 91 παιδιά εργάστηκαν σε προμηθευτές της το 2010, ενώ 137 εργάτες δηλητηριάστηκαν από ν-εξάνιο. Η Apple ανακηρύχθηκε ως η «λιγότερο πράσινη» τεχνολογική εταιρεία: Η έκθεση της Greenpeace τοποθετεί την Apple στον πάτο της λίστας με τις πράσινες επιχειρήσεις, λόγω της εξάρτησής της από τον άνθρακα στα data centers. Μάνατζερ της Apple αρνείται τις κατηγορίες για δωροδοκία: Ανώτατο στέλεχος δηλώνει ενώπιον αμερικανικού δικαστηρίου αθώος, όσον αφορά τις κατηγορίες για μίζες από ασιάτες προμηθευτές με αντάλλαγμα εμπιστευτικές πληροφορίες. Η Apple ασκεί λογοκρισία, για άλλη μια φορά, στα σαπόρτ φόρουμ των προϊόντων της: Η Apple δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει την κριτική, όταν τα προϊόντα της δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες. *** Όταν τοποθετήσουμε όλο τον άκριτο θαυμασμό για τον Στηβ Τζομπς στο πλαίσιο αυτό, μπορούμε να καταλάβουμε πόσο ο φετιχισμός του εμπορεύματος εξακολουθεί να διαστρέφει τα μυαλά μας. Όπως γράφει ο Μαρξ στο Κεφάλαιο: «Ένα εμπόρευμα [απλά, ένα καταναλωτικό προϊόν] φαίνεται στην πρώτη ματιά σαν ένα αυτονόητο, συνηθισμένο πράγμα. Η ανάλυσή του έβγαλε πως είναι ένα πολύ μπερδεμένο πράγμα, γεμάτο από μεταφυσική λεπτολογία και από θεολογική σοφιστική» [μετ. Γιάννης Σκουριώτης]. Για τον Μαρξ, τα εμπορεύματα, ή αυτά που σήμερα αποκαλούμε «καταναλωτικά αγαθά», προσλαμβάνουν ορισμένες μυστικιστικές ιδιότητες που αποκρύπτουν τις πραγματικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων στην καπιταλιστική κοινωνία. Έτσι, όταν βρισκόμαστε σε ένα iStore, εκείνο που βλέπουμε είναι ένα «σέξι μηχανηματάκι» -- και όχι ένα προϊόν το οποίο δημιουργήθηκε από την εξοντωτική εργασία των παιδιών στην Κίνα που δουλεύουν ογδόντα ώρες τη βδομάδα για ένα δολάριο την ώρα, ενώ δηλητηριάζονται με χημικά και βλέπουν το περιβάλλον γύρω τους να υποβαθμίζεται διαρκώς. Από την άποψη αυτή, τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του Τζομπς απείχαν πολύ από τους υψηλόφρονες στόχους του Wangari Maathai, του νομπελίστα ακτιβιστή που πολέμησε τη φτώχεια, τη διαφθορά και την καταστροφή του περιβάλλοντος, ο οποίος πέθανε σιωπηλά στην Κένυα πριν από δύο εβδομάδες, χωρίς να το αντιληφθεί κανένας βέβαια. Και όμως. Όλα τα μάτια επικεντρώνονται σε έναν άνθρωπο του οποίου το μεγαλύτερο επίτευγμα ήταν απλώς να συνδυάσει την αισθητική και την εξέγερση στην εξαιρετικά επιτυχημένη μάρκα του, διαιωνίζοντας έτσι τον φετιχισμό του εμπορεύματος στην καρδιά της αποκαλούμενης «μετα-υλικής» κοινωνίας μας. Στο θεαματικό σόου του μεταμοντέρνου καπιταλισμού, με κινητήριο άξονα την κατανάλωση, ο Στηβ Τζομπς ήταν ο μάγος. «Ο κύριος Τζομπς», έγραψε ο Economist, «πέρασε όλη τη ζωή του συσκευάζοντας […] τη μαγεία σε κομψά σχεδιασμένα, χρηστικά προϊόντα». Αλλά ας μην ανησυχούν οι φετιχιστές όλου του κόσμου: όπως μας υπενθυμίζει ο Ζίζεκ, «ο φετιχισμός του εμπορεύματος δεν βρίσκεται στο μυαλό μας, στον τρόπο που (παρα)νοούμε την πραγματικότητα, αλλά στην ίδια την κοινωνική μας πραγματικότητα». Αυτή η πραγματικότητα θα επιβιώσει και μετά τον Στηβ Τζομπς. «Ο μύθος της Apple», σύμφωνα με το Associated Press, «μπορεί να μεγαλώσει με το θάνατο το Στηβ Τζομπς». Ίσως, εν τέλει, ο Στηβ Τζομπς να μην ήταν πραγματικά ο Θεός. Ήταν μονάχα ένας θνητός άνθρωπος; Ένας βασιλιάς, ίσως, ανάμεσα σε πολλούς άλλους; Σε μια τέτοια περίπτωση, το συμπέρασμα θα ήταν λυπηρό, αλλά απλό: Ο βασιλιάς πέθανε -- Ζήτω ο βασιλιάς!
Ο Jérôme E. Roos είναι συγγραφέας, ακτιβιστής και οικονομολόγος, ερευνητής στο Breakthrough Institute και εκδότης του Breakthrough Europe.
Mετάφραση: Στρ. Μπουλαλάκης
http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=645469
Το αγγλικό κείμενο
iDolatry — obituary for a a capitalist revolutionary
By Jérôme E. Roos On October 7, 2011
God is dead. His passing has unleashed an unprecedented outpouring of sentimentalism in the mainstream and social media alike. But while we obviously feel sorrow for his friends and family, some modest critical reflection seems to be in place. Swamped by front-page obituaries and corny status updates, like “iSad”, it is difficult to fend off the impression that we are not so much mourning a man as worshiping an icon.
In an age of material delusions and false promises, Steve Jobs, it seems, was God. For right at the time when the “post-material” consciousness of the baby-boomer generation started to run headlong into its own internal contradictions, he was the man who offered the bourgeois intelligentsia of the West a way to keep consuming while still being able to hold on to the illusion of being a hippie. In the process, Jobs took our age-old commodity fetish to a whole new level.
Stuck between our contradictory needs for immediate gratification, constant self-affirmation and superficial self-actualization, we embraced Jobs like the Holy Father: the invisible man who “made stuff”. He would satisfy all our desires while allowing us to repent for our sins at the same time. For wielding an iPhone was no longer just a matter of utility or an affirmation of status — it became an act of rebellion. Against what, nobody knew. But “thinking different” felt great.
No obituary better exemplified this idolatry than the one in the Economist. Aptly branding him “The Magician”, the paragon of free-market ideology celebrated Jobs as a “man who liked to see himself as a hippie, permanently in revolt against big companies,” but who “ended up being hailed by many of those corporate giants as one of the greatest chief executives of all time.” It wryly concluded that “the revolution that Steve Jobs led is only just beginning.”
The reaction to his death, with people leaving candles and flowers outside Apple stores and the internet humming with tributes from politicians, is proof that Mr Jobs had become something much more significant than just a clever money-maker. He stood out in three ways—as a technologist, as a corporate leader and as somebody who was able to make people love what had previously been impersonal, functional gadgets. Strangely, it is this last quality that may have the deepest effect on the way people live. The era of personal technology is in many ways just beginning.
As a quintessential baby-boomer, Jobs was not just a brilliant innovator or the world’s most successful entrepreneur. He was a marketer. Having lived through the 1960s, Jobs realized like no other the importance of aesthetics for the progressive post-material middle class in late capitalist society. I will never forget how my mother, upon seeing her first iPod Nano, embarrassingly exclaimed “what a sexy little machine!”. Jobs was brilliant like that.
So, yes, Steve Jobs was a revolutionary. As Karl Marx put it, “The bourgeoisie cannot exist without constantly revolutionizing the instruments of production, and thereby the relations of production, and with them the whole relations of society.” Jobs’ innovative spirit and entrepreneurial mindset helped to revolutionize our society. Joseph Schumpeter wrote that entrepreneurs unleash the “gale of creative destruction”. Creative destruction is what Jobs did best.
In the process, Jobs ended up shaping history. He was one of a handful of corporate elites who helped propel the US into what we now (misleadingly) call a “post-industrial” society. But unlike the men at Goldman Sachs, he did it with flair. At a time that Western capitalism moved away from physical production and towards a financialized knowledge economy, Jobs took the reigns at Apple to navigate it to the commanding heights of the global economy.
Apple is now the biggest publicly traded company in the world. But what does this mean? Is Apple really representative of a new era in human history? Or is it just the same wine in a slightly fancier bottle? Does Apple really hover in some kind of post-material, post-industrial universe? Or are we deluding ourselves into thinking that capitalism took a major turn for the better, and progressive business has set us free from the scourges of Dickensian industrialism?
Well, as an answer to that question, and as an antidote to that wonderful video of Steve Jobs giving a commencement speech at Stanford University, urging students to actualize their potential in life, perhaps we should consider the following — all taken from headlines in Guardian over the past year or so:
§ Apple’s Chinese workers treated ‘inhumanely, like machines’
Investigation finds evidence of draconian rules and excessive overtime to meet western demand for iPhones and iPads
§ Apple report reveals child labour increase
Apple’s annual report says 91 children worked at its suppliers in 2010, and 137 workers were poisoned by n-hexane
§ Apple named ‘least green’ tech company
Greenpeace report puts Apple at bottom of green league table due to reliance on coal at data centres
§ Apple manager denies bribery charge
Executive pleads not guilty in US court to charges that he took bribes from Asian suppliers in return for inside information
§ Apple censorship at issue on its support forums, again
Apple seems to have problems coping with criticism when its products don’t live up to expectations
§ Apple denies iPhone tracking claims
Apple says it has never tracked the locations of iPhones and iPads, but admits a software fault means data is still sent to the company
§ Lies, damn lies, and Steve Jobs keynotes
The iPhone has been a huge success, so why does Apple need to make it look even better?
Once we see all the uncritical admiration of Steve Jobs in this context, it becomes obvious to what extent our minds are still perverted by the commodity fetish. As Marx put it in Capital, ”A commodity [simply a consumer product] appears at first sight an extremely obvious, trivial thing. But its analysis brings out that it is a very strange thing, abounding in metaphysical subtleties and theological niceties.” David Harvey explained the phenomenon as follows:
The advent of a money economy, Marx argues, dissolves the bonds and relations that make up ‘traditional’ communities so that ‘money becomes the real community’. We move from a social condition, in which we depend directly on those we know personally, to one in which we depend on impersonal and objective relations with others. […] Money and market exchange draws a veil over, ‘masks’ social relationships between things. This condition Marx calls ‘the fetishism of commodities’.
For Marx, commodities, or what we now call consumer goods, are given certain mystical qualities that obscure the real relations between different people in capitalist society. So when we walk into an iStore, what we see is a “sexy little machine” — not a product that was created by the the toiling labor of Chinese children working 80 hours a week for $1 per hour while being poisoned with chemicals and seeing their environment deteriorate around them.
In this respect, Jobs’ greatest achievement in life was nothing like the lofty goals of Wangari Maathai, the Nobel Prize-winning activist who fought poverty, corruption and environmental degradation and who silently died in Kenya two weeks ago, apparently without anyone noticing. No. All eyes are focused on a man whose greatest achievement in life was simply to bring aesthetics and rebellion to the forefront of his highly successful brand, thereby perpetuating the commodity fetish at the heart of our so-called post-material society.
In the consumption-driven circus sideshow of postmodern capitalism, Steve Jobs was the magician. “Mr Jobs,” the Economist wrote, “spent his life packaging … magic into elegantly designed, easy-to-use products.” But to all the fetishists out there: have no fear, for Žižek reminds us that “commodity fetishism is not located in our mind, in the way we (mis)perceive reality, but in our social reality itself.” This reality will outlive Steve Jobs. Indeed, “Apple’s mystique,” according to the Associated Press, “may grow with Steve Jobs’ death.”
So perhaps Steve Jobs was not really God in the end. Is it possible that he was just a mortal human being? A King, maybe, one in a line of many? In that case, the conclusion would be sad but simple. The King is dead — long live the King.
Steve Jobs (1955-2011), founder and long-time CEO of Apple, Inc., passed away today at the age of 56. He is survived by a net worth of $8.3 billion and the largest publicly traded company in the world. May he rest in peace.
iDolatry — obituary for a capitalist revolutionary
http://roarmag.org/2011/10/steve-jobs-obituary-for-a-capitalist-revolutionary/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου