Κυριακή, Νοεμβρίου 30, 2008

Πέμπτη, Νοεμβρίου 27, 2008

ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ


Σήμερα συνάντησα:
Ένα γυαλί κρεμασμένο στα σύννεφα
Ένα άτεκνο πουλί
Την είσοδο έναστρου όστρακου
Το κουβεντολόι των χρωμάτων

Αιφνιδιάστηκα από το ορατό

Κυριακή, Νοεμβρίου 23, 2008

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΕΡΑΤΗΣ

"Όλο μου το δράμα(το καλλιτεχνικό δράμα μου) είναι να κάνω ενδιαφέρον ότι μ'ενδιαφέρει"

Σημείωση από το ημερολόγιό μου 01/08/1995

Τρίτη, Νοεμβρίου 18, 2008

18 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1922

Όταν χάραζε το Σάββατο στις 18 Νοεμβρίου 1922 είχε ακόμη τις αισθήσεις του. Στις έξη ζήτησε γάλα, προσθέτοντας μ’ένα χαμόγελο: «Όπως πάντα, για να σου κάνω το χατήρι». Στις δέκα έστειλε τον Οντιλόν στο Ριτζ για μια παγωμένη μπύρα. «Όπως όλα κι αυτή θα φτάσει όταν είναι πολύ αργά», είπε. Ανέπνεε με μεγάλη δυσκολία Το πρόσωπό του λευκό και κάτιχνο, η μαύρη του γενειάδα είχε ξαναμεγαλώσει. Και τα μάτια του, με μια υπέροχη ένταση, φάνταζαν να ατενίζουν αόρατα πράγματα. «Άφησέ με, θέλω να μείνω μόνος μου», μουρμούρισε. Η Σελέστ στάθηκε δίπλα του στην εσωτερική πόρτα, κρυμμένη από την μπλε σατέν κουρτίνα του κρεββατιού, αλλά εκείνος ένιωθε την παρουσία της. «Γιατί περιμένεις, Σελέστ;». «Φοβάμαι ν’αφήσω τον κύριο». «Μην λες ψέματα, Σελέστ, το ξέρεις πως εκείνη έχει έρθει». Ο Προυστ είχε στυλώσει τα μάτια του στην άλλη πόρτα, εκείνη από την οποία έμπαιναν οι επισκέπτες, από την οποία, ένας τελευταίος επισκέπτης μόλις είχε μπει. « Είναι μεγάλη, πολύ μεγάλη», αναφώνησε, «είναι πολύ μεγάλη, πολύ σκοτεινή! Είναι ντυμένη στα ολόμαυρα, είναι άσχημη, με τρομάζει». «Δεν πρέπει να φοβάστε, εγώ είμαι εδώ, θα την κάνω να φύγει». «Όχι, μην την αγγίζεις, Σελέστ». Κανένας δεν πρέπει να την αγγίξει! Είναι ανελέητη, κάθε στιγμή που περνάει γίνεται όλο και πιο φοβερή!» Είχε φτάσει η ώρα και με το παραπάνω να φωνάξουν τους γιατρούς.
Ο Ρομπέρ Προυστ έσπευσε από τον νοσοκομείο του, τον ακολούθησε ο γιατρός Μπιζ, η μεγάλη πομπή των νοσοκόμων με τις βεντούζες τους ασκούς οξυγόνου, τις σύριγγες και ο Οντιλόν με την μπίρα. Με θυμωμένα μάτια ο Προυστ αγνόησε τους εισβολείς και μουρμούρισε: «Σ’ευχαριστώ, αγαπητέ μου Οντιλόν, που μου έφερες την μπίρα». Υποβλήθηκε σιωπηλά σε μια ένεση από τον γιατρό Μπιζ, ενώ ο Ρομπέρ του κρατούσε σφικτά το χέρι. Αλλά μόλις η Σελέστ σήκωσε τα σκεπάσματα ένιωσε τα δάχτυλά του να της σφίγγουν τον καρπό, μέχρι που έγινε κατακόκκινος από το αίμα, και άκουσε τη φωνή του να ψιθυρίζει: « Αχ Σελέστ, γιατί τους άφησες;» Οι γιατροί εκτέλεσαν το άχρηστο τελετουργικό τους μάταια. Οι βεντούζες που προορίζονταν να τραβήξουν το σπασμένο απόστημα και να τονώσουν την αδύναμη καρδιά του δεν έπιαναν πάνω στο σχεδόν νεκρό δέρμα του. Στις τρεις το απόγευμα ο Ρομπέρ ανασήκωσε απαλά τον αδελφό του στα μαξιλάρια: « Σ’ενοχλώ, αγόρι μου», είπε. «Φοβάμαι πως σε πονάω». «Αχ,, ναι, Ρομπέρ μου», αποκρίθηκε ο Μαρσέλ, τα τελευταία του λόγια, πριν χάσει τις αισθήσεις του. Λίγο αργότερα όμως ακούστηκε να λέει: « Μητέρα». Η Μαυροφόρα Γυναίκα, που εξεγέρθηκε πριν πέντε χρόνια από την απαράδεκτη προσφορά του μυθιστορήματος του και την κάθοδό του στην τελική άβυσσο των Σόδομων, είχε έρθει και είχε φύγει. Ο Μαρσέλ είχει συγχωρέσει τον Ρομπέρ, που με τη γέννησή του τον είχε πραγματικά πληγώσει. Καί τώρα υπήρχε μόνο η νεαρή μητέρα, αποκαταστημένη όπως ήταν πριν αρχίσει να χάνεται ο χρόνος, πριν ακόμη φανεί πως αρνείται να του δώσει την αγάπη της. Ο Προυστ πέθανε στις πέντε κα μισή, ήρεμος και ασάλευτος, με τα μάτια ακόμη ασάλευτα.


GEORGE PAINTER "MARCEL PROUST"

Διαβάζω την αρχή της «Φυλακισμένης» εδώ

Σάββατο, Νοεμβρίου 15, 2008

ΤΑ ΓΥΑΛΙΑ


Όταν έρχεται η ώρα να αγοράσω καινούργια γυαλιά μυωπίας, κάθε δύο δυόμιση χρόνια, όσα δηλαδή ορίζει το ασφαλιστικό μου ταμείο, χρόνος απαραίτητος για να την ανανέωση της αισθητικής πλευράς των ασφαλισμένων, όπως εγώ, μπαίνω σ’ένα κύκλο που σε διαφορετική περίπτωση θα τον απόφευγα σαν το διαβολο το λιβάνι.
Σοφά ερμηνεύοντας τις επιστημονικές γνωματεύσεις των επιστημονικών συνεργατών του, το ασφαλιστικό ταμείο αποφαίνεται ότι η αύξηση των βαθμών μυωπίας εντός δύο χρόνων είναι υποφερτή, με τους ήδη υπάρχοντες φακούς, άσχετα άν οι ασθενείς, κυρίως νεαρής ηλικίας, δεν είναι ικανοί να διακρίνουν τους υπότιτλους του αγαπημένου τους «Matrix reload III”. Παρότι οι διοπτροφόροι έφηβοι σουφρώνουν το πρόσωπο στενεύοντας τα μάτια σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να αντιληφθούν τι συμβαίνει στην ταινία, παρουσιάζοντας εκτός την κωμική πλευρά τους και την οικονομική δυσπραγία των οικογενειών τους, που καθώς φαίνεται δεν είναι σε θέση να βελτιώσουν την θέση του βλασταριού τους, η αναλγησία των υπευθύνων παραμένει σταθερή εδώ και χρόνια, Η ανάγκη αντικατάστασης γυαλιών
με αναγκάζει λοιπόν, προς όφελός μου, από μια άποψη, να υποστώ τον κύκλο της ταλαιπωρίας, που θα διαρκεί όσο ο Πανάγαθος Θεός, κρίνει απαραίτητη την παρουσία μου στο μάταιο αυτόν κόσμο.
Οπλίζομαι λοιπόν με καρτερικότητα και διπλή δόση revitalose, γιατί το αποτέλεσμα για να είναι ικανοποιητικό πρέπει να είναι και δύσκολο. Να κλείσω ραντεβού με τον οφθαλμίατρο, να πάω δέκα λεπτά νωρίτερα μη τυχόν και με προλάβει άλλος, να αργήσει να έρθει ο γιατρός, περίπου μισή ώρα λόγω ασυννενοησίας καθώς λέει, εγώ συμφωνώ, ποιος τα βάζει σήμερα με τους γιατρούς. Να σηκωθώ πρωί και στις οχτώ να βρίσκομαι στο ΤΑΞΥ για να σφραγίσουν τη γνωμάτευση του γιατρού, και να ελέγξουν ότι το προβλεπόμενο διάστημα της αιχμαλωσίας και καταδίκης στην αναίσχυντη απόφασή τους το έχω τηρήσει με ευλάβεια, δίχως να παρεκκλίνω στο ελάχιστο απο το χρονικό σχεδιασμό. Να πάω στον οπτικό. Εδώ υπεισέρχεται το υπαρξιακό μου άγχος. Τι γυαλιά θα διαλέξω. Εννοώ πως αυτό το μηχανικό επίτευγμα θα αλλάξει το μέρος εκείνο που για κακή μου τύχη εκτίθεται σε κοινή θέα, και μια ακατανόητη θεική εντολή πρόβλεψε να είναι και το πιο ακατάλληλο από το σώμα μου. Έχοντας προσπαθήσει να βελτιώσω την παρουσία του με τρόπους εκ των έσω, αφήνοντας κατά καιρούς μούσι, μουστάκι, η τελευταία ελπίδα μου είναι κάτι που προέρχεται απέξω και έχει σχεδιαστεί ώστε να προβάλει την προσωπικότητα κάθε προνομιούχου και να κρύβει, ελπίζω, τις ατέλειες κάθε κακότυχου.
Όταν λοιπόν βρεθώ στο κατάστημα οπτικών, όλη η απαισιοδοξία μου βγαίνει στην επιφάνεια. Πρέπει να διαλέξω το χρώμα, το μέγεθος του σκελετού, να αποφύγω την επαγγελματική συγκατάβαση της πωλήτριας, που ότι προβάρω το βρίσκει κατάλληλο για το πρόσωπό μου. Παρεπιπτόντως το πρόσωπό μου είναι μακρύ, με βουλιαγμένα μάγουλα, το μέτωπο έχει αποκαλυφθεί υπέρ του δέοντος από μια μεγαλοπρεπή καράφλα, που η επιμονή της κομμώτριας να κόβει τις αδυνατισμένες τρίχες μου τόσο κοντά, αναδεικνύει το συγκεκριμένο ελάττωμά μου. Προβάροντας το σκελετό αποκαλύπτεται από τόσο κοντά το πρόσωπό μου. Επειδή η μυωπία έχει ανέλθει αισίως στους πέντε βαθμούς, πρέπει να πλησιάσω σε απόσταση αναπνοής τον καθρέφτη, για να ελέγξω το προιόν, που θα με συντροφεύει αδιαλλείπτως τουλάχιστον δύο χρόνια. Τότε αποκαλύπτονται σε πλήρη μεγέθυνση τα στίγματα του προσώπου, τα σακουλιασμένα μάτια, τα βλέφαρα που αρχίζουν να γέρνουν υπερβολικά, και δεν υπάρχει τρόπος να τροποποιηθούν. Είμαι αντιμέτωπος με τον ευατό μου, δίχως τον παραμορφωτικό φακό των οικογενιακών φωτογραφιών, του βίντεο των γιορτών, των ανύπαρκτων κολακευτικών σχολίων. Η επαγγελματική ευσυνειδησία της πωλήτριας κορυφώνεται με τη φράση «αυτά ταιριάζουν στο πρόσωπό σας». Τριγύρω οι πελάτες απασχολημένοι με τη δική τους φιλαρέσκεια, ελπίζω να μην δίνουν σημασία στα λεγόμενά της. Επιμένω αλλάζοντας αρκετά ζευγάρια ,που θα αντιπροσωπεύουν τη ματαιοδοξία μου. Στο μυαλό μου διαρκώς τα λόγια της γυναίκας μου «πρόσεξε μην πάρεις περίπου τα ίδια με αυτά που φοράς» με επιτακτικό ύφος που δεν σηκώνει κουβέντα. Βρίσκομαι σε αδιέξοδο, το οποίο προσπαθώ να ξεπεράσω με χιούμορ, φτάνοντας στο αυτονόητο. Ότι η μεταλλαγή δεν μπορεί να γίνει με ημίμετρα και πρέπει να αποδεχθώ το πεπρωμένο. Όλες οι προσπάθειες είναι καταδικασμένες. Παραγγέλνω λοιπόν τα γυαλιά με τον ασημί σκελετό που φωτίζει το πρόσωπό που, το λεπτό ακριβό γυαλί που σβήνει τους κύκλους της ισχυρής μυωπίας, τετράγωνα που σπάνε τη μακρύτητα του προσώπου μου, και αφήνω την κρίση για τους άλλους. Η εντολή τους εξετελέσθη, μπορούν τώρα πια να χαίρονται για δυο χρόνια το δημιούργημά τους.

Τρίτη, Νοεμβρίου 11, 2008

CHILD IN TIME

Το συγκεκριμένο θρυλικό τραγούδι το ανάφερε ο Κώστας το πρωί στο γραφείο. Μου ζήτησε να του το κατεβάσω, ώστε με το youtube downloader, να το μετατρέψω σε mp3, ώστε να μπορεί να το ακούει παντού, όταν το χρειάζεται.
Αφιερωμένο σ'όλους εκείνους, που μου έμαθαν τους Deep Purple, πριν τριάντα και βάλε χρόνια: στο Μανώλη(κιθαρίστα του συγκροτήματος "Quasars") που τώρα δουλεύει στο δήμο, και κοντεύει να πάρει σύνταξη, στη μνήμη του Σαράντη(ντράμερ του ίδιου συγκροτήματος), που χάθηκε στην πορεία των χρόνων,τον Τσιτούρα που διαρκώς έχανε το ρυθμό του μπάσου, τον "Dylan" με την σπουδαία φωνή, που λυτρώθηκε κι αυτός. Σε όλους εκείνους που πρόλαβαν την γοητεία του Rock.

Κυριακή, Νοεμβρίου 09, 2008

Δευτέρα, Νοεμβρίου 03, 2008

ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ



Πάντα ήθελα να είμαι πλούσιος. Όπως ο κάθε άνθρωπος δηλαδή. Τουλάχιστον να έχω την οικονομική ευχέρεια ώστε οι ανάγκες μου, όχι τίποτα παράλογες, αλλά οι καθημερινές, επιβαρημένες βέβαια από τον καταναλωτισμό που κυριαρχεί και δεν μπορείς να τον αποφύγεις, αν δεν θέλεις να βρεθείς απομονωμένος με τις γνωστές συνέπειες, να ικανοποιούνται, δίχως το διαρκές ψυχοφθόρο άγχος που με καταβάλλει. Βέβαια δεν ακολούθησα τις παραινέσεις της μητέρας μου, και την σιωπηλή συγκατάθεση του πατέρα μου. Να είμαι δηλαδή επιμελής, καλός μαθητής, για να γίνω λαμπρός επιστήμονας. Ότι λένε όλοι οι γονείς στα παιδιά τους. Γιατρός, πολιτικός μηχανικός, δικηγόρος έστω. Που μυαλό τότε να τους ακούσω. Σκεφτόμουν πότε θα παίξω ποδόσφαιρο, θα πάω στην πλατεία να χαζέψω, να μιλήσω, να γκομενίσω, να περιπλανηθώ σε άλλες γειτονιές.
Πέρασαν τα χρόνια, το τραίνο της ευκαιρίας πέρασε, και όταν το μυαλό μέστωσε, όλα είχαν χαθεί. Έγινα λοιπόν ένας υπάλληλος που ακούει το ξυπνητήρι και δεν δυσανασχετεί, δεν αντιλαμβάνεται ότι ο ήχος της κάρτας, κάθε μέρα στις οχτώ, είναι καρφί στην καρδιά των ονείρων του, που περιμένει κάθε αρχή του μήνα να εισπράξει τον μισθό του, ελπίζοντας σε αύξηση, ανάλογα την αποτελεσματικότητα της εργασίας και την επιβεβαίωσή της από τον εργοδότη του. Ο συνδικαλισμός, αυταπατώμαι, έχει πεθάνει, αφήνοντας έτσι ήσυχη τη συνείδησή μου ,φορτωμένη ιδεολογία και ευαισθησία που με παρηγορεί.
Ένας συνηθισμένος άνθρωπος, βιοπαλαιστής, που λένε, που προσπαθεί να ταξινομήσει τις ανάγκες του, να δώσει προτεραιότητες, να αναβάλλει επιθυμίες, να ορίσει τον ρεαλισμό με τους δικούς του όρους. Όλη αυτή η προσπάθεια , το άγχος, η αγωνία, μεταφέρεται, όπως είναι φυσικό, στις καθημερινές σχέσεις με τη γυναίκα μου, τους φίλους, όσοι απόμειναν, δίνοντας το στίγμα μου. Έχουν να κάνουν με τη μεμψιμοιρία μου, αλλά όσα γνωρίζει ο νοικοκύρης , δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος.
Αποφάσισα να το ρίξω στην τύχη. Τώρα που οι υποχρεώσεις με καταβάλλουν, τα έξοδα τρέχουν, ο διαφημιζόμενος τζόγος που καθημερινά με βομβαρδίζει από τηλεοράσεως, βρήκε το στόχο του. Αρχίζουν οι ατάκες των διαφημίσεων να βρίσκουν κατάλληλο έδαφος και σε μένα. Το περιεχόμενό τους άρχισε να μορφοποιείται, να αποκτά νόημα στη συνείδησή μου . Το 71% του τζίρου του Λαικού Λαχείου στους παίκτες μαθαίνω, και δεν έχω λόγο να το αμφισβητώ, ένας εκ των οποίων ευελπιστώ ότι θα είμαι κι εγώ. Άρχισα να νοιώθω κολλημένος με τη μπάλα, άρα κολλημένος με τα κέρδη. Όλα αυτά μου δίνουν έναν αέρα προσμονής, ότι θα ξεφύγω επιτέλους από τη μίζερη και αβάσταχτη ζωή μου. Συνηγορεί και η έρευνα που διάβασα στο «Βήμα» ότι το 72,7% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι παίζει τυχερά παιγνίδια. Κάτι θα ξέρουν αυτοί ,λέω, και κυρίως οι γυναίκες που έχουν προικισμένο αισθητήριο όσον αφορά το μέλλον τους, δείχνοντας προτίμηση στα λαχεία και το Τζόκερ. Βέβαια το έβλεπα δίπλα μου στη δουλειά, στην παρέα , όπου οι συνάδελφοι, ομοιοπαθείς κι αυτοί σαν κι εμένα, ποντάριζαν στην ‘Αλμποργκ, αλλά θεωρούσα ότι ήταν συγκυριακό φαινόμενο, που συμπτωματικά ανθούσε γύρω μου. Με ικανοποιούσε με μια δόση αυταρέσκειας, ότι δεν είμαι μόνο εγώ στη δυσβάσταχτη θέση, υπάρχουν κι άλλοι απελπισμένοι. Yπήρχε μια κοινή μοίρα με τους άλλους. Η αιτία του κυνισμού μου, άσχετα αν τον προβάλλω ηθελημένα ή αθέλητα, δεν ήταν τίποτα περισσότερο από την ανασφάλεια που προσπαθώ να εξορίσω με διάφορα τρικ. Μια τονωτική, μη πω λυτρωτική, και γίνω υπερβολικός, επίδραση στο αδιέξοδό μου.
Δεν είμαι κανένας τολμηρός να αποτινάξει την εσωστρέφειά του, οπαδός της πρώτης γραμμής, και όσα οι άλλοι γνωρίζουν για μένα είναι όσα εγώ ήθελα να γνωρίζουν. Ένα παιγνίδι που με γοήτευε γιατί στηριζόταν στην άποψη ότι ο άνθρωπος μαθαίνει μόνο αυτά που ταιριάζουν στην «κοσμοθεωρία» του. Γιατί ο καθένας έχει την «κοσμοθεωρία» του, ανεξάρτητα αν μπορεί να την εκθέσει στην ολότητά της ή να εμφανίζει ψήγματά της. Το δίλημμα ήταν δυνατό. Να εξαντλήσω τις ζωογόνες δυνάμεις μου και τις οικονομίες μου, να επανετάξω τα όνειρά μου, για να αλλάξω τη θέση μου, να προκαλέσω τη μοίρα μου. Ή μήπως αυτή η ελπίδα ερχόταν σε αντίθεση με ιδανικά που τουλάχιστον γι αυτά ήμουν απόλυτος ότι δεν θα καταπατήσω. Να συμβιβαστώ με την ευτελή πραγματικότητα, και δίχως να το καταλάβω γίνω κι εγώ σαν όλους τους άλλους, που τόσο πολύ αποστρεφόμουν; Κι αν μετανιώσω, το γνωρίζω, δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής.
Οργάνωνα την αυτοάμυνά μου απέναντι στη συνείδησή μου, επιμένοντας ενδόμυχα στην ορθότητα της επιλογής μου, μην κλονιστώ και εγκαταλείψω τις ιδέες που με οριοθετούν, άσχετα αν είχα νικηθεί από τον επαίσχυντο ωφελιμισμό που τόσο κατέκρινα και απεχθανόμουν. Η έπαρση που με χαρακτήριζε, η σαρκαστική μου διάθεσή που εκδηλωνόταν όταν το έδαφος ήταν πρόσφορο από πλευράς άγνοιας ή ανεκτικότητας, για τις αφελείς, όπως τις χαρακτήριζα, αυτές εκδηλώσεις, παραχωρούσε τη θέση της στην ελπίδα και τον συμβιβασμό.
Η ενασχόλησή μου με την τύχη ή για να το πω πιο ακαδημαικά , η βελτίωση της οικονομικής μου κατάστασης με μη άμεσους παραγωγικούς τρόπους, φοβόμουν ότι ήταν μια έκφανση παρακμής που με τόσο βδελυγμία απέρριπτα. Η πραγματικότητα πάντα με υπερέβαινε αλλά μήπως αυτή δεν ήταν η φύση της; Όλη η καθημερινή προσπάθεια μου ήταν ο εξορκισμός της επί ματαίω.
Έχεις πλάκα να παίζεις Joker, έλεγε το διαφημιστικό σποτ. Μετά τα πρώτα διασκεδαστικά εφευρήματα, που διαρκώς αποτύγχαναν στον στόχο τους, η διασκέδαση παραχώρησε τη θέση της στον εκνευρισμό και το άγχος. Έπρεπε να ενδώσω, να προσαρμοστώ και να αναζητήσω την τύχη μου στα μικρά κέρδη, που δεν με ικανοποιούσαν , αλλά αν πραγματοποιούνταν θα ήταν ένα καλό συμπλήρωμα στον πενιχρό μισθό μου. Ευθυγραμμισμένα όνειρα με τη ζωή μου. Το «στοίχημα» που στην αρχή μου φαινόταν ακατανόητο, απαιτούσε πληροφορίες, που δίδονταν αφειδώς σε εφημερίδες που εκδίδονταν αποκλειστικά για αυτόν τον σκοπό και ήταν φυσικά ενημερωμένες και εξειδικευμένες σε σχέση με τις καθημερινές πολιτικές εφημερίδες και το αθλητικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς. Ήμουν υποχρεωμένος να μάθω τη θέση της Έμπολι στον βαθμολογικό πίνακα, τις επιτυχίες εκτός έδρας της Σιένα, την προιστορία των αγώνων μεταξύ Αλβέρκα –Γκιμαράες. Μια ψυχοφθόρος διαδικασία που με εξαντλούσε, προσδιόριζε τις προτεραιότητες μου, με αποτέλεσμα να αισθάνομαι απομονωμένος από τον κοινωνικό χώρο.
Επισκεπτόμουν το πρακτορείο του Σπανού, καθόμουν στο τραπεζάκι με την τηλεόραση αναμμένη απέναντί μου, με σκοπό να κρυφοκλέψω σκόρπιες κουβέντες από τους έμπειρους παίκτες που με άνεση και οικειότητα συναθροίζονταν στο μικρό πρακτορείο. Η εμπειρία και οι γνώσεις τους όπως αποκαλύπτονταν από τις συζητήσεις τους, είχαν μια δόση κρυψίνοιας. Δεν ήθελαν να αποκαλύψουν τα μυστικά τους, κρατούσαν τους άσσους στο μανίκι τους, έτοιμοι να τους χρησιμοποιήσουν για δικό τους όφελος. Εδώ συναντούσα τον περίφημο Καλαμπόκα, με αρκετά κέρδη στο ενεργητικό του, το τσιγάρο κρεμασμένο στα χείλη , να συμπληρώνει το δελτίο με αυτοπεποίθηση. Δεν τον γνώριζα, άλλωστε είμαι επιφυλακτικός σε καινούργιες σχέσεις, ειδικά αν αυτές συμβαίνουν σε τέτοια μέρη. Η παρουσία του μετέδιδε μια σιγουριά, μια αύρα επιτυχίας σε όλους τους παρευρισκόμενους. Ήταν η έμπνευσή μου, ατυχής όμως όπως αποδείχτηκε από τα αποτελέσματα των προγνωστικών μου.
Η αποτυχία ήταν ολοσχερής αλλά δεν αφήνω τον πανικό να με καταβάλλει. Επιβεβαιώνονται οι προβλέψεις της γυναίκας μου, δεν σου έλεγα εγώ, θα πει με ένα αλαζονικό ύφος, φυσώντας τον καπνό στα μούτρα μου, μόνο σε μένα κάνεις παρατηρήσεις, τη ζωούλα σου σκέφτεσαι. Έχω πάψει να απαντώ επί ματαίω και αφήνω να νικηθώ άνευ αγώνος. Δεν είναι αυτά για μένα, παραδέχτηκα, όχι φυσικά ενώπιόν της, για ένα εγωισμό ζούμε, εσύ είσαι για τα μικρά, τα ουσιώδη, την τακτοποιημένη ζωή, δεν χρειάζεσαι ανατροπές, δεν αντέχεις το βάρος των προκλήσεων. Σε συντρίβουν οι αλλαγές, είσαι ένας μικροαστός που οι κανόνες που θέτεις είναι ο Γολγοθάς σου. Παρηγοριέμαι βέβαια με τη σκέψη ότι μάρτυρες σήμερα απουσιάζουν, κι έτσι ο ρόλος μου ουσιαστικά βρίσκεται σε αχρηστία.