Κυριακή, Νοεμβρίου 11, 2007

ΒΡΑΒΕΙΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ 2007


Η θεσμοθέτηση λογοτεχνικών βραβείων, προφανώς δεν πρέπει να απασχολεί τους αναγνώστες. Εκείνοι που κερδίζουν από την ύπαρξή τους είναι οι εκδοτικοί οίκοι. Με την βράβευση των βιβλίων , πιστεύουν ότι θα αυξηθεί το εμπορικό κέρδος τους.
Άρα γιατί αυτό το σχόλιο; Γιατί από τις προτάσεις του Κέντρου βιβλίου, http://www.tanea.gr/ColumnCategory.aspx?d=20071110&nid=6542554&sn=Βιβλιοδρόμιο&spid=1363 ένα βιβλίο εξαιρετικό, απαιτητικό, αλλά πλήρως αναγνώσιμο, απουσιάζει από τις προτάσεις. Δεν γνωρίζω τα κριτήρια της επιτροπής. Ή μάλλον τα γνωρίζω: είναι τα κριτήρια των δεσμεύσεων, των στρατηγικών, των επαναλήψεων, άρα του συντηρητισμού, η προσπάθεια να μην ξεφύγουμε από τις αναγνωστικές προτιμήσεις του κοινού, η διαπραγμάτευση με κανόνες που έχουν επιβληθεί από εκδοτικούς οίκους, οι συνεπαγωγές με καταναλωτικά πρότυπα που έχουν εισχωρήσει στον χώρο του βιβλίου, ίσως δε, δεν αμφιβάλω καθόλου, με ενοχικά συμπλέγματα, και ερμηνείες της λογοτεχνικής παραγωγής, συνακολούθως δε η ευπρέπεια ως προτεραιότητα της κοινωνικής συμπεριφοράς, στο βαθμό, βέβαια, που μιλάμε για λογοτεχνικά βιβλία.
Επειδή λοιπόν, η αξιολόγηση σημαίνει υποκειμενικότητα, η αδιαφορία γι'αυτούς τους θεσμούς δεν αναιρεί το δικαίωμα να υπερασπίζομαι ένα βιβλίο, που πέρασε απαρατήρητο από τους επιλεγμένους , πρωτόβαθρους εκτιμητές του κράτους και των "έγκυρων" μέσων, τους υπαλλήλους της βιομηχανίας της λογοτεχνίας, που με φτυαριστή ματιά κρίνουν και προκρίνουν τα έργα που ξεχώρισαν.
Εγώ πάντως ψηφίζω "Συνονόματο" δίχως SMS, και είμαι εφ-τυ-κής.
Καληνύχτο-ζος, κύριοι. Καληνύχτο-ζος!

4 σχόλια:

Lapsus digiti είπε...

Αφήνουμε απόσπασμα από ένα άρθρο του Δημοσθένη Κούρτοβικ στα Νέα (13/1/2007):
"Μόνον ένα πράγμα δεν έχουν (τα καλά βιβλία): ειδικό βάρος. Πρωτοτυπία. Προσωπικότητα.
Από τότε που πλημμυρίσαμε από καλά βιβλία χάθηκαν τα ξεχωριστά βιβλία, τα βιβλία που αισθανόμαστε πως είναι σημαντικά και προσπαθούμε να εξηγήσουμε γιατί, συζητώντας με άλλους. Ακούμε συχνά στις παρέες τους φίλους και τους γνωστούς μας να λένε για το α ή το β βιβλίο ότι είναι καλό, ότι μου άρεσε ή ότι πέρασα καλά μαζί του - τρεις ομόρροπες δηλώσεις που σχηματίζουν φθίνουσα σειρά, ως προς τον βαθμό βεβαιότητας του ομιλητή ή τη διάθεσή του να υπερασπίσει την άποψή του, αλλά αύξουσα σειρά ως προς τη συχνότητα με την οποία γίνονται. Εδώ και πολλά χρόνια, σχεδόν ποτέ δεν ακούμε κάποιον να μιλάει μ' ενθουσιασμό για ένα βιβλίο ή με τρόπο που να φανερώνει ότι αυτό που διάβασε τον προβλημάτισε.
Αλλά μήπως είναι διαφορετική η κυρίαρχη στάση της κριτικής; Κι εκεί επίσης πρυτανεύει η λογική του «καλού» βιβλίου, η οποία εκφράζεται με σχόλια όπως ότι το καινούργιο βιβλίο του τάδε αναγνωρισμένου συγγραφέα είναι ισάξιο ή καλύτερο ή λιγότερο καλό από τα προηγούμενα (αλλά σπανιότατα ότι είναι διαφορετικό από αυτά), με την ανάλωση του κριτικού σε καλολογικές αναλύσεις και τεχνικές παρατηρήσεις, με την επισήμανση μιας «ενδιαφέρουσας» και «ελπιδοφόρας» νέας φωνής κ.λπ. κ.λπ. Σχεδόν ποτέ δεν μας μεταδίνεται η αίσθηση πως ένα βιβλίο αποτέλεσε πρόκληση για τον κριτικό, πως τον αναστάτωσε κι έβαλε σε δοκιμασία τα παγιωμένα κριτήριά του, πως ανάγκασε τη σκέψη του να κινηθεί σε καινούργια μονοπάτια. Σχεδόν ποτέ δεν θα διαβάσουμε για ένα βιβλίο ότι μας αποκαλύπτει κάτι που δεν είχαμε σκεφτεί ή δεν είχαμε συνειδητοποιήσει ή δεν τολμούσαμε να παραδεχτούμε ή ότι μας παρουσιάζει κάτι που (νομίζαμε πως) ξέρουμε σε καινούργιο φως. Σχεδόν ποτέ δεν μαθαίνουμε γιατί ένα βιβλίο πρέπει να μας απασχολήσει πέρα από το ότι είναι «καλό».
Τα καλά βιβλία είναι σαν τα καλά παιδιά: φρόνιμα, υπάκουα, επιμελή, συμβατικά (ακόμα και στα παιχνίδια ή τα καλαμπούρια τους, που αποδέχονται τα κυρίαρχα πρότυπα) και, εννοείται, αφόρητα βαρετά. Όπως τα καλά παιδιά, έτσι και τα καλά βιβλία δεν αμφισβητούν ουσιαστικά τον κόσμο στον οποίο πρόκειται να ενταχθούν και, ακόμα και όταν δυσφορούν γι' αυτόν, το εκφράζουν με τρόπους προαποφασισμένους, εγκεκριμένους και υπαγορευμένους από αυτόν ακριβώς τον κόσμο. Δεν έχουν εκείνη την τρέλα, εκείνη την απρόβλεπτη, παρεκκλίνουσα ή παραβατική συμπεριφορά που μπορεί και να δείχνει υγεία.
Χωράει αρκετή συζήτηση γύρω από το αν τα καλά βιβλία πράγματι δεν είναι τίποτε άλλο από καλά ή αν έτσι τα προσλαμβάνουν σήμερα το κοινό και η κριτική. ΄Ο, τι από τα δυο και αν συμβαίνει, εμείς που αγαπάμε με πάθος το βιβλίο κι εξακολουθούμε να πιστεύουμε στη σπουδαιότητά του είναι καιρός ν' αναφωνήσουμε: κάτω τα καλά βιβλία!"

Χαίρετε!

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΧΩΡΙΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ είπε...

@lapsus digiti
Μην ξεχνάμε όμως ότι και ο Κούρτοβικ είναι ένας αρχισφουρλακιστής-κατά Σκαρίμπαν-των γραμμάτων. Έχω καεί από τις κριτικές του και ακόμα κλαίω τα λεφτάκια μου.
Την καλησπέρα μου!

Lapsus digiti είπε...

Οι συγγραφείς των "καλών βιβλίων" είναι κατά Σκαρίμπαν οι μαστρομουτζουρωτές!

Υ.Γ. Η ζωή θα ήταν ανιαρή αν διαβάζαμε μόνο σημαντικά βιβλία -καλύτερα: αν εξ αρχής γνωρίζαμε ποια είναι αυτά. Σκεφτείτε πόσες φορές διαλέξαμε ανεπηρέαστα ένα βιβλίο και μας βγήκε αριστούργημα!
Μακριά από κριτικούς και περιοδικά του είδους "πού θα φάμε, τί θα πιούμε, πού θα κοιμηθούμε!"

Τα σέβη μας!

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΧΩΡΙΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ είπε...

@lapsus digiti
Εδώ ταιριάζει, παραφρασμένη η φράση από τον "Συνονόματο":"... αφού δανείζεσαι (όπου δανείζεσαι διάβαζε διαβάζεις) που δανείζεσαι και αφού κανείς δεν θα σου γυρέψει ποτέ πίσω τα χρωστούμενα, 'τι πας, ρε σκερβελέ, και χώνεσαι σε μικρομάγαζα με κατιμάδες και μπακατελαρία, ενώ δίπλα ακριβώς στις "τρούπες", όπου συχνάζεις, έχουν ανοίξει περικαλλείς ναούς του λόγου ο Σολωμός, ο Τολστόη, ο Λόρκα, ο Πιραντέλλο και χίλιοι άλλοι άρχοντες και χαρίζουν στον κόσμο αφειδώλευτα τζιτζιά και τεφαρίκια, και σε περιμένουνε μπας και δεήσεις;"
Την καλησπέρα μου!