Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 20, 2007

ΕΘΝΙΚΗ ΕΛΠΙΔΩΝ(ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ)

Διάβασα στο ένθετο «Βιβλία» του κυριακάτικου Βήματος την παρουσίαση 12 πρωτοεμφανιζόμενων πεζογράφων. Εκείνο που εντυπωσιάζει είναι η απάντηση που δίνουν, όταν ερωτούνται ποιές είναι οι λογοτεχνικές επιρροές τους. Από την απάντησή τους κρίνεται, νομίζω, η ποιότητα της λογοτεχνικής τους κατάθεσης. Με λίγα λόγια που πατούν λογοτεχνικά για να φτιάξουν το λογοτεχνικό τους σύμπαν. Αντιγράφω:
Ροίδης, Βιζυηνός, Παπαδιαμάντης, Βαλτινός, Μπόρχες, Κούντερα, Έρμαν Έσσε, Κάφκα, Μαρκ Τουαίην, Χένρι Τζέημς, Τζόυς ( του «Οδυσσέα» ή του «Finnegans Wake»;), Τόμας Μαν, Κόνραντ, Φίλιπ Ρόθ, Καμύ, Ουμπέρτο Έκο, Ντοστογιέβσκι, Σαίξπηρ(!!!!!!!!), Τολστόι, Γκαίτε, Ουγκό, Σταντάλ, Χεμινγουαίη, Καζαντζάκης, Σκοτ, Δουμάς(υιός ή πατήρ;), Πόε, Ρεβέρτε, Φουέντες, Μάτεσις, συγγραφείς του μεσοπολέμου(ο Μυριβήλης ή ο Σκαρίμπας;), πρώιμοι λογοτέχνες της Αθηναικής Σχολής(!!!!!), Χιλιανή σχολή(δηλαδή;), αμερικάνοι συγγραφείς από το 1930 και εντεύθεν(Οι πρώιμοι Φώκνερ, Πάσος, Φιτζέραλντ, Στάινμπεγκ δεν μετράνε;), Μίκι Μάους, Αστερίξ, «Ο πύργος» του Κάφκα(γιατί όχι «Η δίκη;), Μολλόυ του Μπέκετ, «Οι αόρατες πόλεις» του Ίταλο Καλβίνο(γιατί όχι το «Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης», Μισέλ Τουρνιέ, Κλάιβ Μπάρκερ, Στίβεν Κινγκ, Τζέιμς Ελρόι, Κόρμακ Μακ Κάρθι, Ελμορ Λίοναρντ, Μιχάλης Φακίνος, Καββαδίας, Κάλβος(o Σολωμός σας πηράζει;), Ντιράς, Τόνι Μόρισον.
Μιλάμε για έλληνες συγγραφείς φυσικά. Από τις απαντήσεις που δίδονται οι έλληνες συγγραφείς που τους επηρέασαν , από το σύνολο 43 συγγραφέων, είναι εννιά(9). Η άνιση αυτή ποσοτική καταγραφή, ομολογουμένως, αντανακλά την μελλοντική ποιοτική εξέλιξή της ελληνικής λογοτεχνίας, όπως αυτή εκφράζεται από τους κυρίαρχους εκδοτικούς οίκους, όχι από άποψη αξιολογική, αυτά είναι πράγματα που έχουν ήδη λήξει, αλλά από άποψη γλωσσική. Εννοώ την γλωσσική της ανανέωση, όπου η παράδοση, όσο κι να φαίνεται συντηρητική, παίζει κυρίαρχο και βασικό ρόλο. Νεωτερικότητα είναι η καταβύθιση στον πυθμένα της ελληνικής γλώσσας , και όχι τα πλατσουρίσματα στον ωκεανό της παγκόσμιας λογοτεχνίας Έχω την αίσθηση ότι κι αυτοί θα γράφουν σαν την Μιχαλοπούλου ή στην καλύτερη περίπτωση σαν την Σώτη Τριανταφύλλου.

4 σχόλια:

Θεοδόσης Βολκώφ είπε...

Πολλές φορές βρέθηκα στην αμήχανη θέση να κρατώ στα χέρια μου το βιβλίο ενός συγγραφέα, ποιητή ή πεζογράφου, του οποίου έτυχε να διαβάσω μια παρουσίαση σε κάποιο περιοδικό ή εφημερίδα κατά την οποία αράδιαζε καμια δεκαριά συγγραφείς - τρανταχτά ονόματα τα περισσότερα - που κατά τα λεγόμενά του τον επηρέασαν ως καλλιτέχνη. Η μελέτη του έργου δεν μου έδειχνε τίποτα τέτοιο. Ένας φερ' ειπείν αγαπούσε τον Ντοστογιέφσκυ και ωστόσο δεν έβρισκα τίποτα από τον Φιοντόρ μέσα στο έργο του. Και δεν μιλάω φυσικά για μια κακότεχνη μίμηση αλλά για ένα στοιχείο από την αγωνία του Ρώσου ή κάτι τελοσπάντων που να μου λέει ότι ο ανθρωπος αυτός διάβασε τον Ντοστογιεφσκυ όπως του αξίζει να διαβαζεται: με αίμα. Αυτό ως παράδειγμα. Όσον αφορά στην πεζογραφία, είχα τις περισσότερες φορές να κανω με μία ακόμα λιγότερο ή περισσότερο καλογραμμένη ιστορία και όσον αφορά στην ποίηση, με μια γραφή που κύριο θέμα της ήταν η γλώσσα έως του βαθμού της ακραίας αυτοαναφορικότητας. Ένας δίχως μέτρο υποκειμενισμός. Η πρόταξη και πρόκριση του αμετάδοτου ή του μόλις και μετά βίας αόριστα μεταδοτού ως μέτρο και γνώμονα της αξίας του έργου. Ο Παναγιώτης Κονδύλης, του οποίου η σκέψη νιώθω ότι όλο και περισσότερο λείπει στις μέρες μας, το είχε επισημάνει αυτό. Σήμερα η τέχνη δείχνει να έχει παραιτηθεί από την αναφορά σε ουσίες, σε πράγματα. Δώστε στις λέξεις την οντολογική διάσταση που τους πρέπει. Από τη λογοτεχνία μας λείπει η στοχευση στο είναι. Δεν προσφέρει τίποτα περισσότερο το να πεις απλώς μια ακόμα ιστορία από τη στιγμή που δεν θες ή δεν μπορείς να κοιτάξεις την άβυσσο της πραγματικότητας κατά πρόσωπο. Κι ας δίνεται μέσω της γλώσσας που χρησιμοποιείται η εντύπωση ενός ρεαλισμού. Εδώ και 30 τουλάχιστον χρόνια ο άνθρωπος δείχνεται αδύναμος να γράψει την τραγωδία του σήμερα. Σαν να θελει να εξοβελίσει τη λέξη αυτή από τη σκέψη του κι ας την χρησιμοποιεί τόσο αστοχα και για το παραμικρό και ο τελευταίος δημοσιογράφος. Λέξεις που βρίσκονται συχνά πυκνά στο στόμα μας, μα ποτέ στη ρίζα της σκεψης μας... Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότεροι συγγραφείς που τυγχάνουν σήμερα μιας ευρύτερης αποδοχής δεν εχουν τη στόφα ενός Νοστογιέφσκυ, ενός Μπαλζάκ, ενός Ουγκώ. Ο εξαμερικανισμός της ελληνικής κοινωνίας στην πιο χυδαία του μορφή, καθώς συνεπικουρείται εδώ και χρόνια από τον αδιαβαθμητο συμπλεγματισμό που εγείρεται από την υποψία ενός δομικού τρόπον τινά επαρχιωτισμού που μας συνέχει, φέρνει ανάμεσα στα άλλα και αυτά τα αποτελέσματα. Η τέχνη δεν θα μπορούσε να μείνει αλώβητη. Με την έννοια που εγώ αντιλαμβάνομαι τα πράγματα, θα μπορούσα να μιλήσω περισσότερο για "διά της εργαλειακής χρήσης της γλώσσης διασκεδαστές" του δυτικού ανθρώπου παρά για συγγραφείς. Διάγουμε σε καθεστώς ευρύτατης και βαθύτατης πνευματικής ανελευθερίας. Και εκεί που δεν υπάρχει ελευθερία φτωχαίνει οικτρά με την παροδο των ετών και η γλώσσα. Και το αντίστροφο φυσικά... Λιγοστεύει ο άνθρωπος και ο κόσμος δείχνει να αδειάζει.
Αυτά επιγραμματικά και δίχως καμιά τάξη μαζί με την καλησπέρα μου.


Βολκώφ

ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΥΛΟΥ είπε...

Κύριε Βολκώφ,
Η ελληνική γλώσσα και λογοτεχνία έχει βαθιά και αξιόλογη παράδοση. Όπως όλες οι εθνικές γλώσσες φαντάζομαι. Αρκεί να πάρουμε την αξίνα μας και να σκάψουμε βαθιά μέσα της. Εκεί μέσα θα βρούμε τις λέξεις και τους τρόπους που θα στηρίξουν τις ιστορίες , τις αφηγήσεις μας, την ποίηση που προσπαθούμε να γράψουμε. Δόξα το θεό έχουμε, Σολωμό, Κορνάρο, Βάρναλη, Παλαμά, Ελύτη, Ρίτσο, Σεφέρη, Σαχτούρη, Παπαδίτσα, Εμπειρίκο, Εγγονόπουλο, Σινόπουλο, Αρχαία Ελληνική γραμματεία, για να σταθώ στα πιο χτυπητά παραδείγματα. Οτιδήποτε προσθέσετε ευπρόσδεκτο. Θα αναρωτηθούν πολλοί ότι ενώ μιλάμε για πεζογραφία γιατί αναφέρω ποιητές. Μα η γλώσσα είναι ενιαία, η χρηστική της λειτουργία αλλάζει. Εξάλλου δεν υπολειπόμαστε σε πεζογράφους. Παπαδιαμάντης, Βιζυηνός, Σκαρίμπας, Κοτζιάς, Αλεξάνδρου, Ιωάννου, Καζαντζής, Ταχτσής, Πεντζίκης, Φάις, για να μιλήσω για τους αγαπημένους. Βεβαίως υπάρχουν πολλοί άλλοι, που γράφοντας αυτή τη στιγμή από μνήμης, μου διαφεύγουν. Βέβαια αυτή η εσωστρέφεια, η ενδοσκόπηση που προτείνω στην ελληνική λογοτεχνική κληρονομιά μπορεί να θεωρηθεί επιστροφή στο παραλθόν, και να οδηγήσει στην παρακμή της ελληνικής λογοτεχνίας. Εννοώ να οδηγηθεί σε μια ομφαλοσκόπηση και να μείνει πίσω στην εξέλιξη της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ώστε ανίσχυρη να αντιμετωπίσει τις ανάγκες ενός αναγνωστικού κοινού ανταποκρινόμενου στους ρυθμούς και τις προσπάθειες της άμεσης ενδοτικής ανταπόκρισης στις παγκόσμιες λογοτεχνικές τάσεις , παραμείνει στην ουρά της παγκόσμιας λογοτεχνικής αναζήτησης. Μπροστά σ’ ένα κοινό ανταποκρινόμενο στις εκδοτικές προσπάθειες εναρμονισμού με την παγκόσμια λογοτεχνική παραγωγή, άρα ενημερωμένο με τις διαμορφωμένες λογοτεχνικές κατευθύνσεις, όπως αυτές εκφράζονται από τις πωλήσεις των αντίστοιχων βιβλίων, ο φόβος που όπως φαίνεται κυριαρχεί στους πεζογράφους μας, μήπως δηλαδή μείνουν μακριά από τις εξελίξεις και εξοριστούν από τον σύγχρονο λογοτεχνικό λόγο, αυτή η προσπάθεια , λέω, να συστρατήσουν το βήμα τους με τον παγκόσμιο λογοτεχνικό βηματισμό, πρώτον, δεύτερον δε, να απορριφθούν από το κοινό που ξεπερνά την λογοτεχνική τους προσφορά, αφού η αναγνωστική του δυνατότητα προσανατολισμένη από την εκδοτική παραγωγή, απορρίπτει προτάσεις που δεν εναρμονίζονται με το κυρίαρχο λογοτεχνικό γούστο , τρίτον και βασικότερο να απορριφθούν από τους εκδοτικούς οίκους οπότε τρέχα γύρευε, οδηγεί στην λογοτεχνική πρόταση που με οδηγεί στην αμφιβολία όσον αφορά τις προθέσεις τους. Αυτή λοιπόν η φοβική στάση και ανασφάλεια των πρωτοεμφανιζόμενων λογοτεχνών οδηγεί στο προτεινόμενο πεζογραφικό μοντέλο και όχι μια ενδογενής ανάγκη έκφρασης.
Νομίζω λοιπόν σαν επισφαλές συμπέρασμα, ότι δεν είναι ο συμπλεγματισμός και ο επαρχιωρισμός που τους συνέχει, αλλά η συνοχή μπροστά στον λογοτεχνικό αφανισμό. Δεν κοιτάζουν την άβυσσο της παραγματικότητας αλλά αλληθωρίζουν προς την λογοτεχνική καθιέρωση. Με όποιο κόστος συνεπάγεται όσον αφορά το λογοτεχνικό αποτέλεσμα. Το κυρίαρχο πια είναι ο φόβος μπροστά στην λογοτεχνική ανυπαρξία. Αυτό είναι που δεν αντέχεται.
Σας καλησπερίζω!

Θεοδόσης Βολκώφ είπε...

Με βρίσκετε σύμφωνο. Η ελληνική γλώσσα, αυτός ο πανάρχαιος ωκεανός, κρύβει μέσα της αναρίθμητους θησαυρούς - θησαυρός και η ίδια - και εναπόκειται σε εμάς να βυθιστούμε μέσα της και να αναδυθούμε στην επιφάνειά της, ατενίζοντας τον ορίζοντα του ιστορικού παρόντος μέσω των έργων που θα αξιωθούμε κατά τη θεληση και τη δύναμη μας να λαξεύσουμε στο σώμα της και δι' αυτής. Η ελληνική λογοτεχνική παράδοση είναι ασφαλώς μία από τις πλουσιότερες του κόσμου και είναι αδιαμφισβήτητο ότι και κατά τα τελευταία ακόμα διακόσια χρόνια έδωσε έργα μεγάλα. Αρχαία ελληνική γραμματεία, πατερικά και εκκλησιαστικά κείμενα, κρητικό έπος, δημοτικό τραγούδι κτλ κτλ, αυτά σχηματικά κάπως σημειωμένα αλλά όχι για τούτο λιγότερο πραγματικά. Τα ονόματα που ενδεικτικά αναφέρατε μαρτυρούν υπέρ αυτής ακριβώς της θέσης. Το ζήτημα όμως, όπως πολύ σωστά επισημαίνετε, είναι ότι εν πολλοίς αυτή η παράδοση αγνοείται... Και θέλω μετά να περάσω και στα υπόλοιπα που έξοχα και προπαντός θαρραλέα σημειώνετε, αλλά, καθώς σήμερα ο χρόνος δεν μου το επιτρέπει, δεσμεύομαι να επανέλθω στη συζήτησή μας αύριο...

Βολκώφ


Βολκώφ

Θεοδόσης Βολκώφ είπε...

Σε συνέχεια της συζήτησής μας, έστω και κάπως αργοπορημένα λόγω των περισπάσεων του βίου...


Χαίρομαι ιδιαιτέρως, γιατί πέραν της οξυδέρκειας και της εμβρίθειάς σας - ας μου επιτρέψετε την έκφραση - έχετε και δόντια. Κι αυτό σπανίζει. Θίγετε ζήτημα καίριο εκφράζοντας μια γνώμη που λίγοι έχουν το θάρροςς να υποστηρίξουν και θέτετε το ζήτημα σε μια ακόμα, σημαντικότατη διάσταση.


"Μπροστά σ’ ένα κοινό ανταποκρινόμενο στις εκδοτικές προσπάθειες εναρμονισμού με την παγκόσμια λογοτεχνική παραγωγή, άρα ενημερωμένο με τις διαμορφωμένες λογοτεχνικές κατευθύνσεις, όπως αυτές εκφράζονται από τις πωλήσεις των αντίστοιχων βιβλίων, ο φόβος που όπως φαίνεται κυριαρχεί στους πεζογράφους μας, μήπως δηλαδή μείνουν μακριά από τις εξελίξεις και εξοριστούν από τον σύγχρονο λογοτεχνικό λόγο, αυτή η προσπάθεια , λέω, να συστρατήσουν το βήμα τους με τον παγκόσμιο λογοτεχνικό βηματισμό, πρώτον, δεύτερον δε, να απορριφθούν από το κοινό που ξεπερνά την λογοτεχνική τους προσφορά, αφού η αναγνωστική του δυνατότητα προσανατολισμένη από την εκδοτική παραγωγή, απορρίπτει προτάσεις που δεν εναρμονίζονται με το κυρίαρχο λογοτεχνικό γούστο , τρίτον και βασικότερο να απορριφθούν από τους εκδοτικούς οίκους οπότε τρέχα γύρευε, οδηγεί στην λογοτεχνική πρόταση που με οδηγεί στην αμφιβολία όσον αφορά τις προθέσεις τους. Αυτή λοιπόν η φοβική στάση και ανασφάλεια των πρωτοεμφανιζόμενων λογοτεχνών οδηγεί στο προτεινόμενο πεζογραφικό μοντέλο και όχι μια ενδογενής ανάγκη έκφρασης.
Νομίζω λοιπόν σαν επισφαλές συμπέρασμα, ότι δεν είναι ο συμπλεγματισμός και ο επαρχιωρισμός που τους συνέχει, αλλά η συνοχή μπροστά στον λογοτεχνικό αφανισμό. Δεν κοιτάζουν την άβυσσο της παραγματικότητας αλλά αλληθωρίζουν προς την λογοτεχνική καθιέρωση. Με όποιο κόστος συνεπάγεται όσον αφορά το λογοτεχνικό αποτέλεσμα. Το κυρίαρχο πια είναι ο φόβος μπροστά στην λογοτεχνική ανυπαρξία. Αυτό είναι που δεν αντέχεται".


Και κουνώ το κεφάλι, θέλοντας πάρα πολύ να διαφωνήσω μαζί σας, αλλά μην μπορώντας διόλου, καθώς αυτό ακριβώς πιστεύω κι εγώ βασιζόμενος στα όσα έχω δει και όσα έχω διαβάσει. Λείπει λοιπόν το σθένος μπροστά στην πιθανότητα - η μάλλον βεβαιότητα με τα σημερινά δεδομένα - της λογοτεχνικής, όπως σημειώνετε, ανυπαρξίας; Κι αυτή η έλειψη σθένους μάς οδηγεί και σε μια ανειλικρίνεια από πλευράς των συγγραφέων όσον αφορά στη γραφή τους, είτε πρόκειται για πρόζα είτε πρόκειται για ποίηση; Αν είναι έτσι, τα πράγματα είναι εξαιρετικά δυσοίωνα. Ο κομφορμισμός ζει και βασιλεύει. Αυτό που προέχει είναι η επιτυχία με οποιονδήποτε τρόπο και οποιοδήποτε τίμημα. Σήμερα ο συγγραφέας πρέπει, όπως εγώ τουλάχιστον αντιλαμβανομαι το ζήτημα, να αντέχει να "μην υπάρχει για να υπάρξει". Δύσκολο πολύ, βαρύ πολύ, πραγματικά αφόρητο ώρες ώρες, αλλά αλίμονο απολύτως αναγκαίο. Για τούτο βέβαια χρειάζεται ένα άλλο μέταλλο ψυχής.

Την καλησπέρα μου.


Βολκώφ