Ορισμένες μέρες πήγαινα για μπάνιο με τον πατέρα μου. Ένα μεσημέρι γύρισε από τη δουλειά τη συνηθισμένη του ώρα, εγώ περίμενα ήδη έτοιμος, έφαγε και πήραμε το λεωφορείο για τη Γλυφάδα. Μόλις φτάσαμε άρχιζα να βγάζω τα ρούχα μου με λαχτάρα. Ο πατέρας μου φαινόταν πιο βιαστικός. Είχε το τσιγάρο στο στόμα, προσπαθώντας να βγάλει με επιδέξιες κινήσεις τη μπλούζα του. Μόλις την έβγαλε, την είχε κάψει με την κάφτρα του τσιγάρου του. –Τώρα πως το λένε στη μάνα σου, με ρώτησε, σαν να ζητούσε τη γνώμη μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου