Αρνείται τον ρόλο του, ανοίγει την πόρτα και την βροντάει
πίσω του. Ανηφορίζει προς το σπίτι του που βρίσκεται λίγα στενά παραπάνω. Μπαίνοντας
μέσα πηγαίνει αμέσως στην κρεβατοκάμαρα, βγάζει τη στολή του τσολιά, φοράει τα
καθημερινά του ρούχα, ανάβει τσιγάρο, βαδίζει νευρικός στο σαλόνι, πετάει ένα
βελάκι στον στόχο και μονολογεί:
Στο χθεσινοβραδινό μου όνειρο εισβάλει μια νεοπάρδαλη,
αγνώστων ζωολογικών στοιχείων. Με τον όγκο της πλημμυρίζει το σκηνικό του ονείρου,
εμποδίζοντας τους άλλους συντελεστές να συμμετάσχουν στην ονειρική παράσταση.
Μπροστά σ’αυτή την πρωτόφαντη κατάσταση έσβησα το φως κι αποκοιμήθηκα.
Περάσαμε όλη τη νύχτα περιμένοντας τον Μοντιλιάνι να αυτοκτονήσει. Καθόμασταν γύρω από το τραπέζι πίνοντας και καπνίζοντας σιωπηλοί, εγώ ο Γιάννος, ο Πάνος και ο Μάνος, με το βλέμμα μας καρφωμένο στον Μοντιλιάνι κι αυτός στο δικό μας. Όταν φάνηκε να αχνοφέγγει το πρώτο φως της αυγής, σηκώθηκε, βγήκε στο μπαλκόνι και έπεσε από τον πέμπτο όροφο στο κενό. Καλέσαμε ασθενοφόρο, κατεβήκαμε στο δρόμο και πάνω από το διαμελισμένο σώμα του αρχίσαμε τον θρήνο, αποδίδοντας σπονδές με το μισοτελειωμένο Chivas.
υγ
Μοντιλιάνι, ψευδώνυμο του Δανιήλ Γερομαστίχα( 12 Ιουλίου 1984- 24 Ιανουαρίου 2020). Γκαλερίστας, αντιγραφέας έργων του Μοντιλιάνι, προπομπός έσχατων ανακατατάξεων.
Χλώμιασε όταν ένα βράδυ βγάζοντας το παντελόνι του είδε πως το
αριστερό του πόδι ήταν ίδιο με της γυναίκας του. Όσο κι αν ήθελε να την ξεχάσει, αυτή η γυναίκα ακόμη τον δυνάστευε, χρόνια μετά τον χωρισμό τους. Έχωσε ξανά το πόδι
του στο παντελόνι και δεν το ξανάβγαλε ποτέ.
Σ’ αυτό που μας αρέσει επανερχόμαστε διαρκώς για να επιβεβαιώσουμε ότι το αντικείμενο της αγάπης μας, αυτό που μας αναστάτωσε, μας συντάραξε, ανέτρεψε την ισορροπημένη νοητική μας μακαριότητα δεν ήταν κάτι στιγμιαίο, δεν ήταν ο ενθουσιασμός μιας στιγμής που πάει και πέρασε, αλλά κάτι μόνιμο που προστίθεται στην επικράτεια της ιδιωτικότητάς μας, το μέρος ενός διαφορετικού κόσμου, έστω επινοημένου, που διαστέλλει την ατομικότητά μας στα όριά της, αμφισβητώντας και υπονομεύοντας την ασφάλεια του περιχαρακωμένου αυτοπροσδιορισμού μας, ο οποίος ορίζεται από την εγωιστική αποτελεσματικότητα μιας μονογενούς βεβαιότητας.
Το «Malcolm and Marie” είναι η ταινία που τις τελευταίες μέρες μονοπωλεί το ενδιαφέρον μου. Αν είναι σωστό να δαπανώ τον χρόνο μου εξαρτημένος από μια ταινία είναι καθαρά προσωπική υπόθεση. Η δημοσιοποίηση της επιδραστικότητάς της εμπεριέχει τον εξαγνισμό, προσωρινό έστω, μιας αποξενωμένης ύπαρξης, που σε μια απορρυθμισμένη εποχή αναζητά ιχνευτικά στηρίγματα λύτρωσης σε κινηματογραφικά όνειρα, ακόμη κι όταν αυτά εκφράζουν την καλλιτεχνική επαναφορά της πραγματικότητας με παρτιτούρες υπαρξιακής καταβύθισης. Αποτυπώνοντας τις σκέψεις μου σε υλική μορφή απαλλάσσομαι από την ασκητικότητα της μοναχικότητας, δίνοντας χώρο στην δημόσια εκδοχή του εαυτού μου.
Το «Malcolm and Marie» είναι μια ταινία για το λαβυρινθώδες, αινιγματικό μυστήριο των ανθρώπινων σχέσεων. Αφορά τη σχέση ενός ζευγαριού, θέμα συνηθισμένο και αρκετά επαναλαμβανόμενο αλλά διαρκώς επίκαιρο. Οι δαιδαλώδεις, σκοτεινοί θάλαμοι του μυαλού της ανθρώπινης ύπαρξης πάντα θα είναι πηγή για δημιουργία έργων τέχνης, δίνοντας θεματικές εκδοχές, όταν το τετελεσμένο της αποδοχής μιας ομοιογενοποιημένης ζωής φαίνεται να κυριαρχεί.
Οι δυο πρωταγωνιστές τις ταινίας είναι ένα ζευγάρι που θα συγκρουστεί, θα συμφιλιωθεί, και πάλι θα συγκρουστεί, ακροβατώντας σε μια ψυχική ταλάντωση, αποδεσμεύοντας την εσωτερική του επικράτεια, εκφράζοντας συναισθήματα που διατέμνονται από την αγάπη στο μίσος, το ερωτικό πάθος στην ψυχρότητα, την αποδοχή στη ζήλεια, τον εγωισμό στην υποχώρηση, την κρυπτικότητα στην εξομολόγηση, την αληθοφάνεια στην αποκάλυψη, τις καλλιτεχνικές φιλοδοξίες στο άγχος της καταξίωσης. Μια συμβίωση στηριγμένη στην υποταγή, την ασφάλεια τη φιλοδοξία, τη δυσαρέσκεια, μια συμβίωση συλλέκτης μνήμης, γεμάτης με κρυμμένα εσωτερικά εμπόδια, διεκδικήσεις προσωπικού χώρου, που θα αποκαλυφθούν και θα ανατρέψουν τη συγκρότηση ενός κόσμου οικοδομημένου με φασματικά υλικά.
Η κινηματογραφική απόδοση αυτού του κόσμου δίνεται από δυο ηθοποιούς που εκφράζουν σωματικά την οδύνη της μοναχικότητας, βυθισμένους στην επισφαλή οικειότητα της ιδιοπροσωπίας τους. Η Marie είναι μια γυναίκα υποταγμένη συναισθηματικά λόγω του παρελθόντος της, ο Malcolm είναι ένας άντρας θωρακισμένος στην φιλοδοξία, την αυτάρκεια και την αλαζονεία του αρσενικού. Η σύγκρουση αντιστρέφει την επιφάνεια της συμβατικότητας, εκτινάσσει την εσωτερικότητά τους, οι διαρκείς εκρήξεις αποκαλύπτουν μια αυτοθυματική αυτογνωσία που γίνεται κουρέλια από την δυναμική της διαλεκτικότητας των αντιπαραθέσεων. Η μονολογική απόδοση της ματαιοδοξίας συντρίβεται από τα βλέμματα, τη σωματική έκφραση που εκχύνεται στην απογοητευμένη και αδυνατισμένη γλώσσα ενός αυτοπαθούς αδιεξόδου. Το ψυχικό ξέσπασμα αποκαλύπτει καταπιεσμένα συναισθήματα, εγωισμούς, ανάγκη για προστατευτικότητα και στήριξη. Οι λέξεις γίνονται σπινθήρες εκρήξεων, ο έρωτας δεν φαίνεται ικανός να αμβλύνει το εσωτερικό αδιέξοδο, το ξεσκέπασμα του άτρωτου αρσενικού λυγάει από το βάρος του ρόλου που έχει κοινωνικά χρεωθεί, από την άσβεστη φλόγα που τρεμοσβήνει στα σκοτάδια μιας αποδυναμωμένης συναισθηματικά αλλά κραταιής ψυχικά θηλυκότητας, που παρόλη την ανασφάλεια και την αντιφατικότητα των συναισθημάτων συγκρούεται με την νοθευμένη αυθεντικότητα του στερεοτυπικού άντρα . Οι συνέπειες την έντασης απομακρύνει τα σώματα, τα κάνει να κρύβονται, να δυσανασχετούν από την σαρκική επαφή, σώματα που τα διεισδυτικά βλέμματα τα αναγκάζουν να ψάχνουν πίσω από τις λέξεις να διαρρήξουν την συμπαγή εικόνα της βεβαιότητας, να βρουν την εσωτερική πηγή των εντάσεων. Σώματα που απογυμνώνονται, πετούν τα ρούχα τους, εξαγνίζονται βαπτίζοντας το γυμνό σώμα τους στο νερό της μπανιέρας, αποβάλλουν ως κάθαρση τα σωματικά υγρά τους, γνωρίζοντας ότι η αυτοεκτίμηση κρίνεται σε σχέση με τον άλλον, η αναγνώριση της αναγκαιότητάς τους από τον άλλον δεν είναι μια ψευδής ενότητα, πως μια σκορπισμένη ζωή απογυμνωμένη από την απόγνωση, την ανασφάλεια και την απελπισία, βρίσκει καταφύγιο και παρηγοριά στην ανιδιοτελή αποδοχή του συντρόφου που επιλέγεις, τη συμμετοχή στην ψυχική του μεταμόρφωση.
Αυτές οι μορφές αποκάλυψης της εσωτερικής φρενίτιδας, εγκλωβισμένης στην κοινωνική αποσιώπηση, ακόμη κι αν πάρει εμπρηστική μορφή, μόνο η ανθρώπινη απόγνωση μπορεί να κατασβέσει, ακόμη κι αν χρειαστεί να βρει στήριγμα στη βιωματική εμπειρία, ανεξάρτητα αν είναι επινοημένη καλλιτεχνική δημιουργία ή κατευνασμός ενός ανθρώπινου αντίλαλου.
Κάποιες Κυριακές ανταλλάσσουμε ρόλους με τον Romeo. Παλεύουμε μερικά λεπτά, του δίνω τρυφερές δαγκωνιές, τον γρατζουνίζω απαλά στην πλάτη και την κοιλιά, γλύφω το πρόσωπό του αφήνοντας παιχνιδιάρικα γρυλίσματα. Μετά με βγάζει βόλτα.