Τη στιγμή που ο Γιάννης Θαλασσινός, σε ηλικία τεσσάρων
χρονών, απολάμβανε μια μπουκιά ολόφρεσκης τσιπούρας, επιμελώς καθαρισμένης από τη μητέρα
του, ένα ψαροκόκκαλο που διέφυγε της προσοχής της, κάθησε στον οισοφάγο, εκτός
αν κάνω λάθος κι είναι στο φάρυγγα,
μπορεί και στο λάρυγγα, δεν αποκλείεται, ή στην τραχεία, πού να ξέρω
εγώ, ας πούμε στο λαιμό του και να τελειώνουμε, το μεσημέρι της 28ης
Οκτωβρίου 1962. Παρά τις ερασιτεχνικές,
απεγνωσμένες προσπάθειες της οικογένειάς του, τις επαγγελματικές των γιατρών,
το ψαροκόκκαλο έμεινε σφηνωμένο στο λαιμό του (για τον οποίο συμφωνήσαμε ως
προς την ονομασία του), καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής του. Ο Γιάννης Θαλασσινός σημαδεύτηκε
τόσο από το ατυχές συμβάν, ώστε η
επαγγελματική ζωή του ταυτίστηκε με το ξένο σώμα, που τόσο απρόσμενα είχε
εγκατασταθεί στο συγκεκριμένο σημείο του σώματός του.
Όταν πέθανε ο πατέρας του, ο Θαλασσινός μόλις είχε τελειώσει τη Βιομηχανική Σχολή Πειραιά, κι ετοιμαζόταν να αναλάβει θέση λογιστή στην εταιρεία «ΣΕΜΝΟΣ ΕΠΙΠΛΟ», που διατηρούσε στην οδό Λασκάρεως 22 στο Μπραχάμι, ο θείος του, εκ πατρός, Μιχάλης Ξυλόγλυπτος. Εγκατέλειψε τα σχέδια της οικογένειάς του για ένα ασφαλές, τηρουμένων των αναλογιών, επαγγελματικό μέλλον, ανακουφισμένος, και κληρονόμησε το ουζερί τού πατέρα του, με το όνομα «Το ψαροκόκκαλο». Τίτλος προφανώς αναφερόμενος στο απρόσμενο γεγονός που συνέβη στον ατυχή Γιαννάκη, δίχως να δοθεί επίσημη επιβεβαίωση εκ μέρους της οικογένειάς του στις φανερές ή κρυφές αιτιάσεις των αδιάκριτων πελατών.
Με το ψαροκόκκαλο καρφωμένο στο λαιμό, η φωνή του Θαλασσινού απόκτησε ένα μοναδικό ηχόχρωμα, το οποίο ο κάτοχός της καλλιέργησε με αυτοδίδακτες φωνητικές ασκήσεις, αποκτώντας μια ιδιαίτερη φωνητική ικανότητα, η οποία έγινε γνωστή στο ευρύτερο κοινό, κατά τη διάρκεια των εξόδων του σε ταβέρνες και μπαρ της περιοχής του, με αποτέλεσμα, ο συνθέτης Πέτρος Κοκκαλιάρης όταν τον άκουσε σε κάποια ταβέρνα της Καισαριανής, ενθουσιασμένος από την ιδιαιτερότητα της φωνής του και τις λύσεις που έδινε στο επίκτητο ελάττωμά του, του πρότεινε να τραγουδήσει κάποια τραγούδια από το σι-ντι που ετοίμαζε. Ο Θαλασσινός επιφυλακτικός στην αρχή, όπως συμβαίνει συνήθως στους απροετοίμαστους στους αιφνιδιασμούς και τις εκπλήξεις της καθημερινότητας, δέχτηκε απρόθυμα την πρόταση του συνθέτη.
Η επιτυχία ήταν μεγάλη, η φήμη του εκτοξεύτηκε, οι προτάσεις από άλλους συνθέτες πλήθαιναν διαρκώς, με αποτέλεσμα να γίνει πανελληνίως γνωστός, με αποκορύφωμα το σουξέ «Το ψαροκόκκαλο», σε μουσική Θανάση Ψαρρά και στίχους Λίλου Βάρκα, το οποίο ακουγόταν μανιωδώς σε όλη την ελληνική επικράτεια, φτάνοντας στο νούμερο ένα του ελληνικού τσάρτ, όπου παρέμεινε για τουλάχιστον τρεις μήνες. Ο Θαλασσινός σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη φωνητική πρωτοτυπία λανσάρισε μια εκκεντρική, αν και παρωχημένη ενδυματολογική εκδοχή, με απρόσμενη αποδοχή από το κοινό, φορώντας, μετά από απαίτηση της δισκογραφικής εταιρίας του, κουστούμι ψαροκόκκαλο, όταν ερμήνευε τα τραγούδια του στις δημόσιες εμφανίσεις στα νυχτερινά μαγαζιά και ψυχαγωγικές εκπομπές της τηλεόρασης.
Άφησε το μαγαζί στη γυναίκα του και την μητέρα του, που ήταν αρκετά ικανές να διατηρήσουν τη φήμη του στο ευπαθές περιβάλλον της γαστρονομίας, στο οποίο επέστρεψε αργότερα, την εποχή που το καλλιτεχνικό άστρο του άρχισε να φθίνει, ο νόμος της αγοράς τον είχε αφήσει άνεργο, μετά από αρκετά χρόνια δημοφιλίας και επιτυχιών.
Ο Γιάννης Θαλασσινός στον ακροτελεύτιο σπασμό του, ηττημένος οριστικά από το θάνατο, ένα βράδυ του Φλεβάρη του 2016, νικημένος από καρκίνο του λάρυγγα, αναζητώντας ελάχιστη πνοή ζωής, ανασηκώθηκε από το ιδρωμένο μαξιλάρι, άφησε ένα αποχαιρετιστήριο χαιρετισμό στην οικογένειά του, μ’ ένα απόκοσμο ήχο, λες και έκλεινε την πόρτα της ζωής πίσω του, και τίναξε από μέσα του σαν ορμητικός χείμαρρος το ψαροκόκκαλο, που καθόρισε τη ζωή του. Το αιμάσσων παρελθόν του στάθηκε στην άκρη των χειλιών του, αποκαλύπτοντας το κομμάτι της σωματικής ενδοχώρας του, που τον συντρόφευε όλα αυτά τα χρόνια των ορατών και αόρατων αποκαλύψεων της ύπαρξής του.
υγ. Κάποια λόγια στο κείμενο "οισοφάγο......και να τελειώνουμε" είναι πιστή αντιγραφή από τη μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη στο βιβλίο του Ζωρζ Περέκ " Ποιο παπάκι με νικελένιο τιμόνι στο προαύλιο" σ.76
Όταν πέθανε ο πατέρας του, ο Θαλασσινός μόλις είχε τελειώσει τη Βιομηχανική Σχολή Πειραιά, κι ετοιμαζόταν να αναλάβει θέση λογιστή στην εταιρεία «ΣΕΜΝΟΣ ΕΠΙΠΛΟ», που διατηρούσε στην οδό Λασκάρεως 22 στο Μπραχάμι, ο θείος του, εκ πατρός, Μιχάλης Ξυλόγλυπτος. Εγκατέλειψε τα σχέδια της οικογένειάς του για ένα ασφαλές, τηρουμένων των αναλογιών, επαγγελματικό μέλλον, ανακουφισμένος, και κληρονόμησε το ουζερί τού πατέρα του, με το όνομα «Το ψαροκόκκαλο». Τίτλος προφανώς αναφερόμενος στο απρόσμενο γεγονός που συνέβη στον ατυχή Γιαννάκη, δίχως να δοθεί επίσημη επιβεβαίωση εκ μέρους της οικογένειάς του στις φανερές ή κρυφές αιτιάσεις των αδιάκριτων πελατών.
Με το ψαροκόκκαλο καρφωμένο στο λαιμό, η φωνή του Θαλασσινού απόκτησε ένα μοναδικό ηχόχρωμα, το οποίο ο κάτοχός της καλλιέργησε με αυτοδίδακτες φωνητικές ασκήσεις, αποκτώντας μια ιδιαίτερη φωνητική ικανότητα, η οποία έγινε γνωστή στο ευρύτερο κοινό, κατά τη διάρκεια των εξόδων του σε ταβέρνες και μπαρ της περιοχής του, με αποτέλεσμα, ο συνθέτης Πέτρος Κοκκαλιάρης όταν τον άκουσε σε κάποια ταβέρνα της Καισαριανής, ενθουσιασμένος από την ιδιαιτερότητα της φωνής του και τις λύσεις που έδινε στο επίκτητο ελάττωμά του, του πρότεινε να τραγουδήσει κάποια τραγούδια από το σι-ντι που ετοίμαζε. Ο Θαλασσινός επιφυλακτικός στην αρχή, όπως συμβαίνει συνήθως στους απροετοίμαστους στους αιφνιδιασμούς και τις εκπλήξεις της καθημερινότητας, δέχτηκε απρόθυμα την πρόταση του συνθέτη.
Η επιτυχία ήταν μεγάλη, η φήμη του εκτοξεύτηκε, οι προτάσεις από άλλους συνθέτες πλήθαιναν διαρκώς, με αποτέλεσμα να γίνει πανελληνίως γνωστός, με αποκορύφωμα το σουξέ «Το ψαροκόκκαλο», σε μουσική Θανάση Ψαρρά και στίχους Λίλου Βάρκα, το οποίο ακουγόταν μανιωδώς σε όλη την ελληνική επικράτεια, φτάνοντας στο νούμερο ένα του ελληνικού τσάρτ, όπου παρέμεινε για τουλάχιστον τρεις μήνες. Ο Θαλασσινός σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη φωνητική πρωτοτυπία λανσάρισε μια εκκεντρική, αν και παρωχημένη ενδυματολογική εκδοχή, με απρόσμενη αποδοχή από το κοινό, φορώντας, μετά από απαίτηση της δισκογραφικής εταιρίας του, κουστούμι ψαροκόκκαλο, όταν ερμήνευε τα τραγούδια του στις δημόσιες εμφανίσεις στα νυχτερινά μαγαζιά και ψυχαγωγικές εκπομπές της τηλεόρασης.
Άφησε το μαγαζί στη γυναίκα του και την μητέρα του, που ήταν αρκετά ικανές να διατηρήσουν τη φήμη του στο ευπαθές περιβάλλον της γαστρονομίας, στο οποίο επέστρεψε αργότερα, την εποχή που το καλλιτεχνικό άστρο του άρχισε να φθίνει, ο νόμος της αγοράς τον είχε αφήσει άνεργο, μετά από αρκετά χρόνια δημοφιλίας και επιτυχιών.
Ο Γιάννης Θαλασσινός στον ακροτελεύτιο σπασμό του, ηττημένος οριστικά από το θάνατο, ένα βράδυ του Φλεβάρη του 2016, νικημένος από καρκίνο του λάρυγγα, αναζητώντας ελάχιστη πνοή ζωής, ανασηκώθηκε από το ιδρωμένο μαξιλάρι, άφησε ένα αποχαιρετιστήριο χαιρετισμό στην οικογένειά του, μ’ ένα απόκοσμο ήχο, λες και έκλεινε την πόρτα της ζωής πίσω του, και τίναξε από μέσα του σαν ορμητικός χείμαρρος το ψαροκόκκαλο, που καθόρισε τη ζωή του. Το αιμάσσων παρελθόν του στάθηκε στην άκρη των χειλιών του, αποκαλύπτοντας το κομμάτι της σωματικής ενδοχώρας του, που τον συντρόφευε όλα αυτά τα χρόνια των ορατών και αόρατων αποκαλύψεων της ύπαρξής του.
υγ. Κάποια λόγια στο κείμενο "οισοφάγο......και να τελειώνουμε" είναι πιστή αντιγραφή από τη μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη στο βιβλίο του Ζωρζ Περέκ " Ποιο παπάκι με νικελένιο τιμόνι στο προαύλιο" σ.76
«Bottle and Fish» 1941
Georges Braque
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου